Η επίδραση της μουσικής στα φυτά
Η κυρία Ντόροθυ Ρέτταλλακ, από το Ντένβερ, ξεκίνησε το 1968 μία ενδιαφέρουσα, και με τον καιρό πολύ συζητημένη σειρά πειραμάτων, γύρω από την επίδραση της μουσικής επάνω στα φυτά. Για να πάρει το δίπλωμά της έπρεπε να κάνει ένα εργαστηριακό πείραμα της επιλογής της στη βιολογία. Θυμόταν ακαθόριστα πως είχε διαβάσει ένα άρθρο για τον Τζώρτζ Σμίθ, που έβαζε δίσκους στα χωράφια του, και αποφάσισε να μιμηθεί το παράδειγμά του.
Συνεργάστηκε με μια συμφοιτήτριά της, η οικογένεια της όποιας τους παραχώρησε ένα άδειο δωμάτιο στο σπίτι της, που το επίπλωσαν με δυο ομάδες φυτών. Αυτά τα φυτά ήταν φιλόδενδρα, στάρι, ρεπάνια, γεράνια και Αφρικανικές βιολέτες.
Κρέμασαν φώτα growlux πάνω από τη μία ομάδα και της παίζανε μια μαγνητοφωνημένη ταινία στην όποια οι μουσικές νότες Β και D χτυπιόταν στο πιάνο κάθε ένα δευτερόλεπτο, εναλλάσσοντας κάθε πέντε λεπτά αυτούς τους μονότονους επαναληπτικούς ήχους με πέντε λεπτά σιωπής. Αυτό γινότανε συνεχώς δώδεκα ώρες την ημέρα.
Στη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας, οι Αφρικανικές βιολέτες, που έγερναν στην αρχή του πειράματος, αναζωογονήθηκαν και άρχισαν να ανθίζουν. Για δέκα μέρες, όλα τα φυτά έδειχναν πως πήγαιναν καλά, αλλά στο τέλος των δύο εβδομάδων, τα φύλλα του γερανιού άρχισαν να κιτρινίζουν. στο τέλος της τρίτης εβδομάδας, όλα τα φυτά, μερικά από τα όποια, μάλιστα, γέρναν μακριά από την πηγή του ήχου, σαν να τα είχε φυσήξει δυνατός άνεμος, είχαν πεθάνει, με την ανεξήγητη εξαίρεση της Αφρικανικής βιολέτας που εξωτερικά τουλάχιστον έδειχνε ανεπηρέαστη. Η ομάδα με την όποια θα γινόταν η σύγκριση που μεγάλωνε μέσα στη σιωπή, πήγαινε μια χαρά.
Όταν ανέφερε τα αποτελέσματα της στον καθηγητή της βιολογίας, τον Φράνσις Φ. Μπρόμαν, και τον ρώτησε αν θα μπορούσε να κάνει ένα λεπτομερέστερο πείραμα για βαθμούς στο μάθημά του, της έδωσε απρόθυμα την έγκρισή του. «Η ιδέα δεν μου άρεσε και πολύ», είπε αργότερα ο Μπρόμαν, «αλλά ήταν πρωτότυπη, και αποφάσισα να τη δεχτώ έστω και αν οι περισσότεροι από τούς άλλους φοιτητές είχανε βάλει τα γέλια.» Ο Μπρόμαν διέθεσε στη Ντόροθυ Ρέτταλλακ τρεις νέους Θαλάμους Περιβάλλοντος biotronic Mark III, μήκους 56 ίντσες, ύψους 26 και βάθους 18, που είχε αγοράσει πρόσφατα το τμήμα του, ίδιους με μεγάλα σπιτικά ενυδρεία που επιτρέπαν έναν ακριβή έλεγχο φωτισμού, θερμοκρασίας και υγρασίας.
Διαθέτοντας τον ένα θάλαμο στην ομάδα ελέγχου, η κυρία Ρέτταλλακ χρησιμοποίησε τα ίδια φυτά, έκτος από τις βιολέτες, όπως και στο πρώτο πείραμα, και βάσει προγράμματος τα τοποθέτησε σε ίδιο χώμα και τα πότιζε με τις ίδιες ποσότητες νερού. Προσπαθώντας να βρει τη μουσική νότα που ευνοούσε περισσότερο την επιβίωσή τους, δοκίμαζε κάθε μέρα τη φα, παίζοντας την αδιάκοπα για οκτώ ώρες στον ένα θάλαμο και για τρεις ώρες με διαλείμματα στον άλλο. Στον πρώτο θάλαμο, τα φυτά της πεθάναν μέσα σε δύο εβδομάδες. στο δεύτερο, τα φυτά ήταν πολύ υγιέστερα από τα φυτά ελέγχους που είχαν μείνει στη σιωπή του τρίτου θαλάμου.
Η κυρία Ρέτταλλακ και ο καθηγητής Μπρόμαν μείνανε κατάπληκτοι από τα αποτελέσματα. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήταν αυτό που προκαλούσε τις διαφορετικές αντιδράσεις και αναρωτιόντουσαν μήπως ήταν η κούραση, η ανία ή αν τα φυτά είχαν απλώς «τρελαθεί». Τα πειράματα προκάλεσαν διάφορες συζητήσεις στο τμήμα βιολογίας, όπου φοιτητές και καθηγητές είτε θεωρούσαν την όλη υπόθεση σαν μία φάρσα, είτε προβληματίζονταν από το ανεξήγητο αποτέλεσμα. Δύο φοιτητές, ακολουθώντας το δρόμο που είχε χαράξει η κυρία Ρέτταλλακ, έκαναν ένα πείραμα με καλοκαιρινές κολοκύθες, εκπέμποντας για οκτώ εβδομάδες μουσική από δύο ραδιοφωνικούς σταθμούς του Ντένβερ στους θαλάμους τους, ο ένας από τους οποίους έριχνε όλη την έμφαση στο «ροκ», ο άλλος στην κλασσική μουσική.
Οι κολοκύθες, κάθε άλλο παρά αδιάφορες έμειναν στους δύο τύπους μουσικής: αυτές που άκουγαν Χάϋντν, Μπετόβεν, Μπράμς, Σούμπερτ και άλλη Ευρωπαϊκή μουσική του δέκατου όγδοου αιώνα, αναπτύχθηκαν γέρνοντας προς την κατεύθυνση του ραδιοφώνου, η μία μάλιστα από αυτές τυλίχτηκε με αγάπη γύρω του. Οι άλλες κολοκύθες μεγάλωσαν γέρνοντας προς την αντίθετη κατεύθυνση του ροκ, προσπάθησαν μάλιστα να σκαρφαλώσουν στους γλιστερούς τοίχους του γυάλινου κλουβιού τους.
Εντυπωσιασμένη από την επιτυχία των φίλων της, η κυρία Ρέτταλλακ έκανε μια σειρά από παρόμοιες δοκιμές, στις αρχές του 1969, με γλυκό καλαμπόκι, κολοκύθες, πετούνιες, ζίννιες και χρυσάνθεμα- παρατήρησε το ίδιο αποτέλεσμα.
Η μουσική του ροκ έκανε ορισμένα φυτά ή να γίνονται στην αρχή πολύ ψηλά και να βγάζουν υπερβολικά μικρά φύλλα, ή να μένουν κολοβά. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες, όλα τα χρυσάνθεμα είχαν πεθάνει, αλλά σε έξη μόνο πόδια απόσταση, ολόιδια χρυσάνθεμα που απολάμβαναν κλασσική μουσική, άνθιζαν.
Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα ήταν η ανακάλυψη της κύριας Ρέτταλλακ πως, από την πρώτη κιόλας εβδομάδα, τα φυτά που άκουγαν ροκ κατανάλωναν πολύ περισσότερο νερό από τα φυτά που διασκέδαζαν με κλασσική μουσική.
Μια εξέταση των ριζών, τη δέκατη όγδοη μέρα, αποκάλυψε πως οι ρίζες της καλοποτισμένης ομάδας ήταν αραιές, απέχοντας μεταξύ τους περίπου μια ίντσα, ενώ της δεύτερης ομάδας οι ρίζες ήταν χοντρές, μπλεγμένες, και τέσσερις περίπου φορές μακρύτερες.
Στα πειράματα που ακολούθησαν, η κυρία Ρέτταλλακ υπέβαλε τα φυτά της σε «σκληρό ροκ», έναν ιδιαίτερο βραχνό και ηχηρό τύπο μουσικής που υποτάσσει τη μελωδία στην ένταση και στο τέμπο. Όλα τα φυτά στραφήκανε μακριά από κείνη την κακοφωνία. Όταν γύρισε όλες τις γλάστρες 180 μοίρες, τα φυτά ξαναστραφήκανε, καθαρά, προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό έπεισε την πλειοψηφία των κριτικών της για το ότι τα φυτά αντιδρούσαν οπωσδήποτε στους ήχους της μουσικής ροκ.
Η κυρία Ρέτταλλακ μάντεψε πως θα μπορούσε να ήταν η κρουστική συνιστώσα της μουσικής που κλόνιζε τα φυτά της, ξεκίνησε, λοιπόν, ένα νέο πείραμα. Διάλεξε το γνωστό ισπανικό σκοπό «La paloma» και έπαιξε μία άλλη εκτέλεση, με έγχορδα, στα φυτά του δεύτερου θαλάμου.
Τα κρουστά προκαλέσανε μια κλίση δέκα μοιρών μακριά που σε σύγκριση με το ροκ ήταν μια πολύ μικρή κλίση. Τα φυτά όμως που άκουγαν έγχορδα έγειραν δεκαπέντε βαθμούς προς την πηγή της μουσικής. Μία δεκαοκταήμερη επανάληψη του ίδιου πειράματος, στο όποιο πήρανε μέρος είκοσι πέντε φυτά στον κάθε θάλαμο, στα όποια περιλαμβάνονταν κολοκύθες από σπόρους καθώς και ανθοφόρα και φυλλοφόρα των ανθοκηπίων, έδωσαν σε ένα μεγάλο ποσοστό παρόμοια αποτελέσματα.
Αναρωτήθηκε τότε, πως να επηρέαζε τα φυτά η πιο εκλεπτυσμένη ανατολική και δυτική μουσική. Διάλεξε μερικά πρελούδια σε όργανο του Μπάχ και ορισμένα κλασσικά Ινδικά κομμάτια, παιγμένα σε σιτάρ από τον Ράβι Σανκάρ. Τα φυτά απόδειξαν πως τους άρεσε ο Μπάχ, γέρνοντας τριανταπέντε ολόκληρες μοίρες προς τα πρελούδια. Αλλά κι αυτήν ακόμα την επιβεβαίωση την ξεπέρασε κατά πολύ η αντίδρασή τους προς τον Σανκάρ: στην προσπάθειά τους να φτάσουν την πηγή της κλασσικής Ινδικής μουσικής, λύγισαν σε γωνίες μεγαλύτερες από εξήντα μοίρες, ενώ το πιο κοντινό τους αγκάλιασε σχεδόν το μεγάφωνο. το επόμενο πείραμα της κυρίας Ρέτταλλακ, να παίξει λαϊκή και «δημοτική γουέστερν» μουσική στα φυτά, δεν φάνηκε να τούς προκαλεί μεγαλύτερη αντίδραση από κείνη που παρουσίαζαν φυτά που μεγάλωναν στο σιωπηλό θάλαμο.
Εμβρόντητη η κυρία Ρέτταλλακ, το μόνο που μπόρεσε να σκεφτεί ήταν πως είτε: «Τα φυτά ήταν απόλυτα εναρμονισμένα προς αυτό το είδος της γήινης μουσικής ή τότε, για τον ένα η για τον άλλο λόγο δεν τους ενδιέφερε».
Από την άλλη μεριά, διάφοροι δίσκοι τζαζ, όπως του Έλινγκτον, του Μπρούμπεκ και του Άρμστρονγκ, έκαναν το 55 τοις εκατό των φυτών να γέρνουν 15 ως 20 βαθμούς προς το μεγάφωνο και η ανάπτυξη τους ήταν πολύ μεγαλύτερη από τα φυτά του σιωπηλού θαλάμου.
Η κυρία Ρέτταλλακ ανακάλυψε επίσης πως αυτοί οι διαφορετικοί τύποι της μουσικήςεπηρέαζαν σημαντικά το ρυθμό της εξάτμισης του διυλισμένου νερού μέσα στους θαλάμους. Από τα γεμάτα κύπελλα που υπήρχανε στους θαλάμους, 14 ως 17 χιλιοστόλιτρα εξατμίζονταν, στο δεδομένο χρόνο, στους σιωπηλούς θαλάμους, 20 έως 25 χιλιοστόλιτρα κάτω από την επιρροή του Μπάχ, του Σανκάρ και της τζάζ, αλλά με το ροκ, η εξάτμιση ανέβαινε σε 55 ως 59 χιλιοστόλιτρα.
Τα πειράματα που ακολούθησαν με τη δωδεκάτονη μουσική των νεοκλασσικιστών, έδειξαν πως οι παραφωνίες της, αντίθετα με του ροκ, δεν κάνανε τα φυτά να συσπώνται. Η εξέταση των ριζών έδειξε πως όσα βρίσκονταν στο θάλαμο του ροκ είχαν αρρωστημένες ρίζες ενώ όσα άκουγαν avant-garde μουσική μπορούσαν να συγκριθούν με τα φυτά ελέγχους.
Η δημοσιότητα που δόθηκε στα πειράματα της κυρίας Ρέτταλλακ από τις εφημερίδες και την τηλεόραση προξένησε μια πλημμύρα γράμματα. Υπήρξαν και πολλές εχθρικές κριτικές καθώς και διάφορες αμφισβητήσεις γύρω από τα συμπεράσματά της. οι επαγγελματίες βιολόγοι ειρωνεύονταν αυτήν την «ψευδοεπιστήμη» και την αποκαλούσαν «σκέτη βρωμιά». Ένοιωθαν να έχουν γελοιοποιηθεί.
Στο μεταξύ, την κυρία Ρέτταλλακ είχε αρχίσει να την απασχολεί κάτι άλλο. Η τρομακτικήεπίδραση του «σκληρού ροκ» επάνω στα φυτά, την έκανε να αναρωτιέται μήπως η λατρεία που της έτρεφε η νεότερη γενιά δεν είχε δηλητηριώδη επίδραση επάνω στην ανάπτυξη της. Οι αμφιβολίες της αυξήθηκαν όταν διάβασε ένα άρθρο στην εφημερίδα Ρέτζιστερ της Νάπα, της Καλιφόρνιας, που έγραφε ότι δύο γιατροί είχαν αναφέρει στον Ιατρικό Σύλλογο της Καλιφόρνιας, πως από τους σαράντα τρεις μουσικούς που έπαιζαν ενισχυμένο σκληρό ροκ, σαράντα ένας είχαν υποστεί μια Οριστική απώλεια της ακοής τους.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου