Γεννήθηκε στη Σάμο, γιος του Αθηναίου Νεοκλή, ήταν ιδρυτής της Σχολής των Επικουρείων στην Αθήνα. Στα 14 χρόνια του άκουσε μαθήματα από τον πλατωνιστή Πάμφιλο. Για τη φιλοσοφική του εξέλιξη έπαιξε ρόλο η σπουδή του (327-24) με δάσκαλο τον Ναυσιφάνη, ο οποίος του δίδαξε την Ατομιστική του Δημόκριτου και τη θεωρία του Ηδονισμού της Κυρηναϊκής Σχολής (Αρίστιππος, ~435-355 π.Χ.) Αργότερα έλεγε ο Επίκουρος ότι όλα όσα ήξερε τα έμαθε μόνος του, γιατί οι δάσκαλοι δεν μπορούσαν να του εξηγήσουν, τί υπήρχε πριν από το χάος, από το οποίο προέκυψε η ζωή.
Στα έτη 323-21 ήταν ο Επίκουρος στρατιώτης στην Αθήνα. Το 323 πέθανε ο Αλέξανδρος στη Βαβυλώνα, με αποτέλεσμα το 322 να ξεσηκωθούν οι Αθηναίοι ενάντια στους Μακεδόνες (ο Αριστοτέλης, φοβούμενος λιντσάρισμα, εγκατέλειψε τη Σχολή του «Λύκειο» και διέφυγε στη Χαλκίδα όπου, μετά από λίγο καιρό, πέθανε). Η προσπάθεια των Αθηναίων για απεξάρτηση από τους Μακεδόνες κατέληξε σε ήττα, οπότε ο πατέρας του Επίκουρου, Αθηναίος εκ γενετής, εξεδιώχθη από τη Σάμο και κατέφυγε στον ιωνικό Κολοφώνα. Εκεί εγκαταστάθηκε και ο Επίκουρος, όπου εμβάθυνε σε φιλοσοφικά προβλήματα, στη συνέχεια δίδαξε δε στη Μυτιλήνη και στη Λάμψακο (Ελλήσποντος).
Αρκετοί φίλοι και μαθητές από τη Μυτιλήνη και τη Λάμψακο ακολούθησαν τον Επίκουρο στην Αθήνα, όταν αυτός ίδρυσε τη σχολή του Κήπου, κάπου στο σημερινό Βοτανικό μεταξύ Διπύλου και Ακαδημίας του Πλάτωνα. Περίπου την ίδια εποχή ίδρυσε σχολή στην «Ποικίλη Στοά» και ο Ζήνων ο Κιτιεύς. Αυτή η επικούρεια Σχολή του Κήπου καλλιεργούσε to φιλοσοφικό ανταγωνισμό με τους Ακαδημαϊκούς(πλατωνικούς) και τους Περιπατητικούς (αριστοτελικούς). Στον Κήπο δίδαξε ο Επίκουρος περίπου 4Ο χρόνια.
Ο Επίκουρος είχε φυσιοκρατικές αντιλήψεις και μίλαγε ενάντια στις δεισιδαιμονίες, τη μαντική, τα θρησκευτικά ιερατεία και τους δημοκόπους πολιτευτές, προκαλώντας έτσι την αντιπάθεια των κατεστημένων ολιγαρχικών κύκλων. Τα κυριότερα έργα του γέμιζαν περί τους 3ΟΟ παπύρους, έχουν όμως διασωθεί ελάχιστα, γιατί τα περισσότερα καταστράφηκαν κατά τις συστηματικές πυρπολήσεις βιβλιοθηκών από τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Στην επικούρεια διδασκαλία διαιρείται η φιλοσοφία, η οποία θεωρείται φάρμακο της ψυχής, σε τρεις τομείς, τη φυσική, τη λογική και την ηθική. Υπέρτατο αγαθό κατά τον Επίκουρο είναι η ευχαρίστηση στη ζωή, για την απόλαυση της οποίας πρέπει να επιστρατεύονται όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου. Η επικούρεια ευχαρίστηση (ηδονή) αφορούσε όλες τις ψυχικές απολαύσεις, την καλλιέργεια του πνεύματος και την άσκηση της αρετής, χωρίς έπαρση και αυτοπροβολή. Σε επιστολή του προς τον Μενοικέα γράφει ο Επίκουρος:
Όταν λέμε ότι σκοπός είναι η ηδονή δεν εννοούμε τις ηδονές του ασώτου καιαυτές που βρίσκονται μέσα στις απολαύσεις, όπως νομίζουν μερικοί που τοαγνοούν και δεν το παραδέχονται ή είναι κακώς πληροφορημένοι. Αλλά εννοούμε να μην πονάει το σώμα και να μην ταράσσεται η ψυχή.Οι ιδανικές καταστάσεις για τον άνθρωπο είναι, αρνητικά μεν η αταραξία, η αφοβία και η απονία και θετικά, η ευθυμία, η χαρά, η ευφροσύνη και η απαλλαγή από το φόβο του θανάτου. Κύρια προσπάθεια του ανθρώπου πρέπει να είναι η απολύτρωση από τον πόνο, η οποία εξασφαλίζει μία παθητική ηδονή. Η φιλοσοφία του Επίκουρου για τον τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων συμπυκνώνεται στο λάθε βιώσας (=να ζεις απαρατήρητος, να μην επιδιώκεις την προβολή). Στην ίδια επιστολή του προς Μενοικέα γράφει ο Επίκουρος:
Το πιο φρικτό από τα κακά, ο θάνατος,
δεν είναι τίποτα για μας (τους επικούρειους),
επειδή όταν υπάρχουμε εμείς, αυτός δεν υπάρχει,
και όταν επέλθει ο θάνατος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς.
Ένας σύγχρονος χριστιανός λόγιος, ο μοναχός Γεώργιος Γοντικάκης γράφει σε άρθρο του για διαφορετικό θέμα (προσωπογραφίες του Φαγιούμ) ότι «Το ειδικό βάρος ενός πολιτισμού φανερώνεται από το πώς αντιμετωπίζει αυτός το πρόβλημα του θανάτου». Δεν θα έβλαπτε εδώ μια σύγκριση της αντιμετώπισης του θανάτου, αφενός από τους Επικούρειους και αφετέρου από τους εκπροσώπους διαφόρων θρησκειών, μονοθεϊστικών ή άλλων αρχαίων και μεσαιωνικών.
Για το δίλημμα πεπερασμένη-αιώνια ζωή που εισάγουν τεχνητά οι θρησκείες ώστε να προσφέρουν υπηρεσίες με διάφορες αυθαίρετες κατασκευές περί αιωνιότητας της ζωής, έγραφε ο Επίκουρος:
Η σωστή γνώση πως ο θάνατος
δεν είναι τίποτα για μας,
κάνει απολαυστική τη θνητότητα της ζωής,
όχι επειδή της προσθέτει άπειρο χρόνο,
αλλά επειδή την απαλλάσσει από τον
πόθο της αθανασίας.
Στα έτη 323-21 ήταν ο Επίκουρος στρατιώτης στην Αθήνα. Το 323 πέθανε ο Αλέξανδρος στη Βαβυλώνα, με αποτέλεσμα το 322 να ξεσηκωθούν οι Αθηναίοι ενάντια στους Μακεδόνες (ο Αριστοτέλης, φοβούμενος λιντσάρισμα, εγκατέλειψε τη Σχολή του «Λύκειο» και διέφυγε στη Χαλκίδα όπου, μετά από λίγο καιρό, πέθανε). Η προσπάθεια των Αθηναίων για απεξάρτηση από τους Μακεδόνες κατέληξε σε ήττα, οπότε ο πατέρας του Επίκουρου, Αθηναίος εκ γενετής, εξεδιώχθη από τη Σάμο και κατέφυγε στον ιωνικό Κολοφώνα. Εκεί εγκαταστάθηκε και ο Επίκουρος, όπου εμβάθυνε σε φιλοσοφικά προβλήματα, στη συνέχεια δίδαξε δε στη Μυτιλήνη και στη Λάμψακο (Ελλήσποντος).
Αρκετοί φίλοι και μαθητές από τη Μυτιλήνη και τη Λάμψακο ακολούθησαν τον Επίκουρο στην Αθήνα, όταν αυτός ίδρυσε τη σχολή του Κήπου, κάπου στο σημερινό Βοτανικό μεταξύ Διπύλου και Ακαδημίας του Πλάτωνα. Περίπου την ίδια εποχή ίδρυσε σχολή στην «Ποικίλη Στοά» και ο Ζήνων ο Κιτιεύς. Αυτή η επικούρεια Σχολή του Κήπου καλλιεργούσε to φιλοσοφικό ανταγωνισμό με τους Ακαδημαϊκούς(πλατωνικούς) και τους Περιπατητικούς (αριστοτελικούς). Στον Κήπο δίδαξε ο Επίκουρος περίπου 4Ο χρόνια.
Ο Επίκουρος είχε φυσιοκρατικές αντιλήψεις και μίλαγε ενάντια στις δεισιδαιμονίες, τη μαντική, τα θρησκευτικά ιερατεία και τους δημοκόπους πολιτευτές, προκαλώντας έτσι την αντιπάθεια των κατεστημένων ολιγαρχικών κύκλων. Τα κυριότερα έργα του γέμιζαν περί τους 3ΟΟ παπύρους, έχουν όμως διασωθεί ελάχιστα, γιατί τα περισσότερα καταστράφηκαν κατά τις συστηματικές πυρπολήσεις βιβλιοθηκών από τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Στην επικούρεια διδασκαλία διαιρείται η φιλοσοφία, η οποία θεωρείται φάρμακο της ψυχής, σε τρεις τομείς, τη φυσική, τη λογική και την ηθική. Υπέρτατο αγαθό κατά τον Επίκουρο είναι η ευχαρίστηση στη ζωή, για την απόλαυση της οποίας πρέπει να επιστρατεύονται όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου. Η επικούρεια ευχαρίστηση (ηδονή) αφορούσε όλες τις ψυχικές απολαύσεις, την καλλιέργεια του πνεύματος και την άσκηση της αρετής, χωρίς έπαρση και αυτοπροβολή. Σε επιστολή του προς τον Μενοικέα γράφει ο Επίκουρος:
Όταν λέμε ότι σκοπός είναι η ηδονή δεν εννοούμε τις ηδονές του ασώτου καιαυτές που βρίσκονται μέσα στις απολαύσεις, όπως νομίζουν μερικοί που τοαγνοούν και δεν το παραδέχονται ή είναι κακώς πληροφορημένοι. Αλλά εννοούμε να μην πονάει το σώμα και να μην ταράσσεται η ψυχή.Οι ιδανικές καταστάσεις για τον άνθρωπο είναι, αρνητικά μεν η αταραξία, η αφοβία και η απονία και θετικά, η ευθυμία, η χαρά, η ευφροσύνη και η απαλλαγή από το φόβο του θανάτου. Κύρια προσπάθεια του ανθρώπου πρέπει να είναι η απολύτρωση από τον πόνο, η οποία εξασφαλίζει μία παθητική ηδονή. Η φιλοσοφία του Επίκουρου για τον τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων συμπυκνώνεται στο λάθε βιώσας (=να ζεις απαρατήρητος, να μην επιδιώκεις την προβολή). Στην ίδια επιστολή του προς Μενοικέα γράφει ο Επίκουρος:
Το πιο φρικτό από τα κακά, ο θάνατος,
δεν είναι τίποτα για μας (τους επικούρειους),
επειδή όταν υπάρχουμε εμείς, αυτός δεν υπάρχει,
και όταν επέλθει ο θάνατος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς.
Ένας σύγχρονος χριστιανός λόγιος, ο μοναχός Γεώργιος Γοντικάκης γράφει σε άρθρο του για διαφορετικό θέμα (προσωπογραφίες του Φαγιούμ) ότι «Το ειδικό βάρος ενός πολιτισμού φανερώνεται από το πώς αντιμετωπίζει αυτός το πρόβλημα του θανάτου». Δεν θα έβλαπτε εδώ μια σύγκριση της αντιμετώπισης του θανάτου, αφενός από τους Επικούρειους και αφετέρου από τους εκπροσώπους διαφόρων θρησκειών, μονοθεϊστικών ή άλλων αρχαίων και μεσαιωνικών.
Για το δίλημμα πεπερασμένη-αιώνια ζωή που εισάγουν τεχνητά οι θρησκείες ώστε να προσφέρουν υπηρεσίες με διάφορες αυθαίρετες κατασκευές περί αιωνιότητας της ζωής, έγραφε ο Επίκουρος:
Η σωστή γνώση πως ο θάνατος
δεν είναι τίποτα για μας,
κάνει απολαυστική τη θνητότητα της ζωής,
όχι επειδή της προσθέτει άπειρο χρόνο,
αλλά επειδή την απαλλάσσει από τον
πόθο της αθανασίας.
Ενώ Πλάτων και Αριστοτέλης θεωρούσαν τα ουράνια σώματα θεϊκές μονάδες με αυτοτελή βούληση (αστρολατρεία), τα οποία παρακολουθούσαν τους ανθρώπους, ο Επίκουρος γράφει ότι αυτά τα σώματα πήραν από την αρχή, μαζί με το σφαιρικό τους σχήμα, την αναγκαιότητα και περιοδικότητα των κινήσεών τους και δεν πρόκειται για μακάριες και άφθαρτες οντότητες.
Η αξία της γνώσης, υποστηρίζει ο Επίκουρος, αντίθετα με τον Αριστοτέλη, μετριέται με τη χρησιμότητάς της. Η γνώση πρέπει να βοηθάει για να εκλείψουν οι δεισιδαιμονίες και οι πλάνες και για να κατακτήσει ο άνθρωπος το ανώτερο αγαθό που είναι η ψυχική γαλήνη. Δεν υπάρχει και δεν χρειαζόμαστε γνώση που δεν έχει σχέση με τη ζωή, που δεν μεγαλώνει την ευτυχία μας, που δεν μειώνει τον πόνο μας - επικούρειες αντιλήψεις που επικράτησαν οριστικά από την Αναγέννηση και εντεύθεν.
Επίσης αντίθετα με τον Αριστοτέλη, ο Επίκουρος θεωρεί τις γυναίκες ισότιμες στην κοινωνική ζωή με τους άνδρες και τις δέχεται ως μαθήτριες στη Σχολή. Εξ ίσου ισότιμη ανθρώπινη αντιμετώπιση αξίζουν οι δούλοι, οι οποίοι μπορούσαν να παρακολουθούν μαθήματα στον Κήπο και να αναδειχθούν σε φιλοσόφους. Το όνομα ενός εξ αυτών, Μυς, διασώθηκε σε μας από τον ιστορικό Λαέρτιο. Για τις γυναίκες έγραψε ο Επίκουρος:
Η γυναίκα σου να σε σέβεται πρέπει
και όχι να σε φοβάται,
διότι δεν την πήρες για υπηρέτρια,
αλλά για σύντροφο στη ζωή.
Μια σύγκριση αυτών των αντιλήψεων με τις αντίστοιχες χριστιανικές, δείχνει ποια ανατολίτικη οπισθοδρομικότητα εισήχθη στον ευρωπαϊκό χώρο με τη θρησκεία από την Ιουδαία (πρωτίστως ο Παύλος):
«Οι γυναίκες να υποτάσσεσθε στους άνδρες σας στα πάντα» (Κορινθ. Α')
«Ομοίως οι γυναίκες υποτάσσονται στους άνδρες τους» (Κολασσ. Γ')
Μέσα σε ένα περιβάλλον πολεμικών και πολιτικών ανακατατάξεων των ελληνιστικών κρατών, όπου τίθενται ερωτήματα για ανεξαρτησία (από τους Μακεδόνες) και αυτονομία των πόλεων, οι Επικούρειοι έχουν σαφή άποψη για το θέμα των πατρίδων, όχι με την ιδιοκτησιακή έννοια που δημιουργούν στους ανθρώπους, μέχρι των ημερών μας, οι κυβερνήτες για λόγους διατήρησης της εξουσίας και διακίνησης εξοπλισμών, αλλά με την έννοια του ενιαίου περιβάλλοντος, της κοινής πατρίδας και της αδελφοσύνης επί Γης. Έγραφε ο επικούρειος Διογένης Οινοανδέας (2ος αιώνα π.Χ.):
Με το κάθε κομμάτιασμα της Γης βέβαια
άλλη είναι η πατρίδα για τον καθένα.
Αλλά εάν δούμε όλη την επιφάνεια αυτού του κόσμου,
τότε μία είναι η πατρίδα όλων μας, όλη η Γη,
και μία η κατοικία μας, όλος ο κόσμος.
Αντιλήψεις, οι οποίες επανέρχονται τον 21ο αιώνα ως νέες σοφίες, μπροστά στα πολλαπλά προβλήματα που προέκυψαν, είτε από τις φυσικές αλλαγές, είτε από τις δραστηριότητες του ανθρώπου, π.χ. επιβάρυνση περιβάλλοντος, πυρηνικά όπλα, διατροφικά προβλήματα, ενεργειακή ανεπάρκεια, αμάθεια και οπισθοδρομικότητα κ.ά.
Οι θεοί, κατά την επικούρεια αντίληψη, δεν ανακατεύονται στα ανθρώπινα, δεν κάνουν χάρες και δεν δέχονται δώρα. Αν έκαναν δε πράγματι οι θεοί όσα τους ζητούσαν οι άνθρωποι, θα εξαφανιζόταν η ανθρωπότητα, γιατί όλοι επιζητούν και εύχονται το κακό των άλλων... Για κάθε στιγμή και κάθε δυσκολία της ανθρώπινης ζωής, οι επικούρειοι φιλόσοφοι είχαν διατυπώσει ως πνευματικό βοήθημα την τετραφάρμακον, τέσσερις φράσεις για συνεχή χρήση:
Δεν μας φοβίζει ο θεός,
δεν μας ανησυχεί ο θάνατος,
εύκολα αποκτιέται το Καλό,
εύκολα υποφέρεται το Κακό.
Αυτό δηλώνει ότι, πέρα από τις φυσικές δυνάμεις και τους νόμους του σύμπαντος,
δεν υπάρχουν θεοί τιμωροί και μπαμπούλες, όπως επαναλαμβάνουν καταπιεστικά οι μονοθεϊστικές θρησκείες, οπότε και δεν χρειάζεται κάποιος να ζει με το φόβο τους,
δεν ανησυχεί ο θάνατος που δεν μας αφορά, εφόσον εμείς δεν υπάρχουμε πια,
το καλό που χρειάζεται για να ζήσει κάποιος, σύμφωνα με τις πνευματικές, ψυχικές και σωματικές ανάγκες του, αποκτάται για έναν ολιγαρκή άνθρωπο εύκολα και, τέλος,
με την επικούρεια αταραξία αντιμετωπίζεται κάθε κακό, κάθε δυσάρεστη κατάσταση και κάθε φόβος.
Ένας σημαντικός τομέας που απασχόλησε εντατικά τον Επίκουρο, από τον οποίο έχουμε όμως λίγες πληροφορίες, είναι η φυσική του φιλοσοφία. Η επιρροή του ατομισμού του Λεύκιππου και του Δημόκριτου είναι παραπάνω από εμφανής στο έργο του Επίκουρου. Ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος έγραψε, μεταξύ άλλων, και ένα τεράστιο συναφές σύγγραμμα, Περί Φύσεως, το οποίο είχε έκταση 37 τόμων. Τα λίγα αποσπάσματα που έχουν διασωθεί από αυτό το έργο, είναι κυρίως κείμενα του Λουκρήτιου και του Διογένη Οινοανδέα, αλλά και λίγα του ίδιου του Επίκουρου.
Μερικές από τις βασικές αρχές της φυσικής φιλοσοφίας του Επίκουρου μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
Τίποτα δεν δημιουργείται ποτέ από το τίποτα.
Ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από θεία παρέμβαση.
Ακόμα και αν υπάρχουν θεοί, αυτοί δεν επιδρούν στο φυσικό κόσμο.
Η ύλη δεν καταστρέφεται σε τίποτα.
Πρωταρχικά στοιχεία της ύλης δεν είναι τα αριστοτελικά στοιχεία πυρ, αήρ, γη και ύδωρ, αλλά μικρά αδιαίρετα άφθαρτα σωματίδια (άτμητα σωμάτια = άτομα).
Τίποτα δεν μπορεί να γίνει αισθητό αν δεν έχει υλική υπόσταση. Τίποτα δεν υπάρχει εκτός από τα άτομα και το κενό ανάμεσά τους.
Όλα τα σώματα, είτε είναι άτομα, είτε προέρχονται από ένωση ατόμων.
Το σύμπαν είναι αχανές. Δεν βρισκόμαστε στο κέντρο του σύμπαντος, αλλά είμαστε ένας από τους αναρίθμητους κόσμους του σύμπαντος.
Τα άτομα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση μέσα στο κενό. Μπορούν να συνεχίσουν σε ευθεία, να συγκρουστούν, να αλλάξουν κατεύθυνση, να ενωθούν με άλλα άτομα στη δημιουργία σύνθετων σωμάτων.
Οι κόσμοι και τα έμβια όντα δημιουργούνται από τυχαία γεγονότα λόγω της χαοτικής κίνησης των ατόμων.
Αυτό που αποκαλούμε «ψυχή» είναι σωματική οντότητα με υλικά χαρακτηριστικά και δεν συνεχίζει να υπάρχει μετά τον θάνατο.
Η αίσθηση είναι αξιόπιστη, διότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κάτι άλλο πιο αξιόπιστο από αυτήν.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτές οι απόψεις, τις οποίες είχε προσεγγίσει διαισθητικά ο Επίκουρος, δεν απέχουν σημαντικά από τα επιστημονικά ευρήματα και τη σημερινή γνώση μας για τα ουράνια σώματα και τη φύση γενικότερα. Δεν είχε, λοιπόν, άδικο ο Νίτσε που διαπίστωνε στα τέλη του 19ου αιώνα ότι: «Η επιστήμη έχει βαλθεί να επιβεβαιώσει τον Επίκουρο!»
Είναι πασιφανές, πόσο αρνητική ήταν για την πρόοδο της ανθρωπότητας η αποσιώπηση αυτού του μεγάλου διανοητή κατά την ύστερη Αρχαιότητα και το Μεσαίωνα. Μπορούμε δε εύκολα να σκεφτούμε, πόσο θα είχαν προωθηθεί η επιστήμη, η τεχνολογία και γενικότερα ο (ελληνικός) πολιτισμός, αν είχε εξελιχθεί ομαλά η επιστήμη των ελληνορωμαϊκών και ελληνιστικών χρόνων και δεν είχε παρεμβληθεί ο οπισθοδρομικός Μεσαίωνας με την υποστήριξη της εισροής στις πολιτισμένες κοινωνίες βαρβάρων από Βορρά και Ανατολή και της άνωθεν επιβολής σκοτεινών δεσποτικών και θεόπληκτων αντιλήψεων.
Από τα προηγούμενα είναι επίσης κατανοητό, γιατί οι πλατωνιστές και αριστοτελιστές απεχθάνονταν αυτόν τον μεγάλο φιλόσοφο, τους μαθητές του και τη φιλοσοφία τους και γιατί συνεχίζεται αυτή η εχθρότητα μέχρι των ημερών μας από όλους τους θρησκευτικούς μηχανισμούς. Περίπου 3ΟΟ χρόνια μετά την εποχή του Επίκουρου, γράφει ο Πλούταρχος (~5Ο - 125 μ.Χ.) ότι ο ιδρυτής της Σχολής του Κήπου προσπάθησε να ανατρέψει τους «θεσμούς της πόλης» και ότι θεωρούσε τον εαυτό του «σοφότερο από τον Πλάτωνα» - έγκλημα καθοσιώσεως για τους ολιγαρχικούς. Γι' αυτές λοιπόν τις αντιλήψεις έπρεπε, σύμφωνα με τον Πλούταρχο που είχε ο ίδιος ολιγαρχικές προτιμήσεις, να μαστιγωθούν όλοι οι επικούρειοι, όχι με το απλό μαστίγιο αλλά με το αστραγωτό! Αυτή η εκδήλωση αντιπάθειας και εκδικητικότητας δείχνει, πόση επιρροή πρέπει να είχαν ακόμα κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα στην κοινωνία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας οι επικούρειοι φιλόσοφοι.
Ο Επίκουρος δεν έτυχε μέχρι σήμερα, λόγω των δημοκρατικών και φυσιοκρατικών του αντιλήψεων, οποιασδήποτε προβολής μέσα από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία κατά κύριο λόγο στηρίζουν ακόμα ολιγαρχικές και θεοκρατικές αντιλήψεις. Μόλις τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται στα ελληνικά σχολικά βιβλία δειλά ο Επίκουρος και αναπτύσσεται η φιλοσοφία του. Μερικοί σύγχρονοι δυσφημιστές εξηγούν δε, κάνοντας μεταφραστικά άλματα, ότι το λάθε βιώσας (= να ζεις απαρατήρητος) του σπουδαίου αυτού φιλοσόφου σημαίνει πως κάποιος ζει λαθραία, σε βάρος των άλλων - ένα ακόμα δείγμα της διαχρονικής οπισθοδρομικής αθλιότητας που υποστηρίζεται κατά κανόνα από μηχανισμούς προπαγάνδας, θεσμοποιημένους και άτυπους.
Είναι πασιφανές, πόσο αρνητική ήταν για την πρόοδο της ανθρωπότητας η αποσιώπηση αυτού του μεγάλου διανοητή κατά την ύστερη Αρχαιότητα και το Μεσαίωνα. Μπορούμε δε εύκολα να σκεφτούμε, πόσο θα είχαν προωθηθεί η επιστήμη, η τεχνολογία και γενικότερα ο (ελληνικός) πολιτισμός, αν είχε εξελιχθεί ομαλά η επιστήμη των ελληνορωμαϊκών και ελληνιστικών χρόνων και δεν είχε παρεμβληθεί ο οπισθοδρομικός Μεσαίωνας με την υποστήριξη της εισροής στις πολιτισμένες κοινωνίες βαρβάρων από Βορρά και Ανατολή και της άνωθεν επιβολής σκοτεινών δεσποτικών και θεόπληκτων αντιλήψεων.
Από τα προηγούμενα είναι επίσης κατανοητό, γιατί οι πλατωνιστές και αριστοτελιστές απεχθάνονταν αυτόν τον μεγάλο φιλόσοφο, τους μαθητές του και τη φιλοσοφία τους και γιατί συνεχίζεται αυτή η εχθρότητα μέχρι των ημερών μας από όλους τους θρησκευτικούς μηχανισμούς. Περίπου 3ΟΟ χρόνια μετά την εποχή του Επίκουρου, γράφει ο Πλούταρχος (~5Ο - 125 μ.Χ.) ότι ο ιδρυτής της Σχολής του Κήπου προσπάθησε να ανατρέψει τους «θεσμούς της πόλης» και ότι θεωρούσε τον εαυτό του «σοφότερο από τον Πλάτωνα» - έγκλημα καθοσιώσεως για τους ολιγαρχικούς. Γι' αυτές λοιπόν τις αντιλήψεις έπρεπε, σύμφωνα με τον Πλούταρχο που είχε ο ίδιος ολιγαρχικές προτιμήσεις, να μαστιγωθούν όλοι οι επικούρειοι, όχι με το απλό μαστίγιο αλλά με το αστραγωτό! Αυτή η εκδήλωση αντιπάθειας και εκδικητικότητας δείχνει, πόση επιρροή πρέπει να είχαν ακόμα κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα στην κοινωνία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας οι επικούρειοι φιλόσοφοι.
Ο Επίκουρος δεν έτυχε μέχρι σήμερα, λόγω των δημοκρατικών και φυσιοκρατικών του αντιλήψεων, οποιασδήποτε προβολής μέσα από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία κατά κύριο λόγο στηρίζουν ακόμα ολιγαρχικές και θεοκρατικές αντιλήψεις. Μόλις τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται στα ελληνικά σχολικά βιβλία δειλά ο Επίκουρος και αναπτύσσεται η φιλοσοφία του. Μερικοί σύγχρονοι δυσφημιστές εξηγούν δε, κάνοντας μεταφραστικά άλματα, ότι το λάθε βιώσας (= να ζεις απαρατήρητος) του σπουδαίου αυτού φιλοσόφου σημαίνει πως κάποιος ζει λαθραία, σε βάρος των άλλων - ένα ακόμα δείγμα της διαχρονικής οπισθοδρομικής αθλιότητας που υποστηρίζεται κατά κανόνα από μηχανισμούς προπαγάνδας, θεσμοποιημένους και άτυπους.
Στέλιος Φραγκόπουλος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου