Της Στεύης Τσούτση.
Τον πλήγωσες, αν δεν το κατάλαβες.
Εκείνος σου έδωσε όσα είχε κι εσύ τα γύρισες πίσω. Δεν τα κράτησες, δεν τα οικειοποιήθηκες, δεν τα εκμεταλλεύτηκες. Αλλά τα γύρισες πίσω.
Επίσημα δεν του φέρθηκες σκάρτα. Δεν του πούλησες ψεύτικο έρωτα, δεν τον κορόιδεψες πουλώντας φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Απλά δεν μπόρεσες να αράξεις μαζί του.
Εκείνος σου έδινε το μικρό, απάνεμο λιμανάκι του κι εσύ έψαχνες μεσοπέλαγες φουρτούνες. Κι αντί να σου φέρνει ναυτία το ανταριασμένο κύμα, σε ζάλιζε η ηρεμία. Πάρε κι εσύ μια δραμαμίνη και κάτσε εκεί.
Στα ήρεμα, τα σίγουρα, τα αναίμακτα.
Δε βαρέθηκες να φτιάχνεις ολοένα πληγές στο σώμα σου; Κάθε αδιέξοδος έρωτας και μια χαρακιά. Κάλυψες το σώμα σου τατουάζ για να τις κρύψεις. Ξεσπάσματα του μυαλού πάνω στο σώμα. Και η καρδιά το μεγάλο θύμα. Δεν ξέρεις να επιλέγεις, παραδέξου το.
Είσαι αλλεργική στα καλά παιδιά. Στα ήρεμα εκείνα αγόρια που θα σε ερωτευτούν και θα στο δείξουν. Θα σου στείλουν λουλούδια, θα σε γεμίσουν δώρα και χάδια, θα θυμηθούν επετείους, θα οργανώσουν εκπλήξεις. Θα σου γράψουν γράμματα.
Τι έγινε; Ανακατεύεσαι και που τα ακούς; Ξενερώνεις και μόνο στην εικόνα;
Πολύ θα ήθελες να είναι αλλιώς τα πράγματα. Πολύ θα ήθελες να τον θέλεις.
Αλλά δεν μπορείς. Εσύ θέλεις τα δύσκολα. Εκείνα που δεν μπορείς να έχεις. Εκείνον που δε σε αφήνει να τον έχεις.
Που θα σε ξεχάσει, θα αδιαφορήσει, θα παραλείψει. Που δε θα θυμηθεί ποτέ τίποτα. Ούτε καν εσένα. Που θα σε έχει γενικά στο τίποτα.
Ένα καλό παιδί ήθελες και συ. Κι ακόμη το θέλεις. Το μυαλό σου τουλάχιστον γιατί η καρδιά αντιστέκεται σθεναρά. Αλλού την πας κι αλλού σε βγάζει. Μόνιμα στην κόντρα. Του ζήτησες χρόνο να σκεφτείς. Το πάλεψες. Αλλά τίποτα.
Στον έναν τρέμανε τα πόδια σου και στον άλλο αγαλματάκια ακούνητα. Κέρινο ομοίωμα. Αδιάφορα…
Γιατί όσο και αν θέλουμε να προγραμματίζουμε, η ζωή μας τα φέρνει όπως θέλει αυτή. Μας πετά μια σφαλιάρα και μας αλλάζει όλο το πρόγραμμα. Μας στέλνει στα αβέβαια, τα ζόρικα. Εκείνα που ενώ φωνάζουν «μακριά» σε κολλάνε πάνω τους κι αδυνατείς να ξεφύγεις. Τρικυμίες…
Κι εκείνο το καλό παιδί που πλήγωσες. Που σε περίμενε αλλά ποτέ δεν πήγες. Δεν απάντησες, δε θυμήθηκες, αδιαφόρησες. Που τον είχες στο τίποτα κι εκείνος εκεί. Κολλημένος με μαγνήτη. Γελάς;
Μήπως σου θυμίζει τίποτα όλο αυτό; Το έχεις ζήσει, το ξέρεις καλά. Κι ενώ πάντα έλεγες πως ποτέ δε θα κάνεις ό,τι δε θέλεις να σου κάνουν, το κάνεις.
Κι όμως δεν είσαι κακιά. Απλά δεν ξέρεις τι θέλεις. Ή καλύτερα ξέρεις αλλά δεν πρέπει να το θες. Γιατί σε αλλάζει. Σε κάνει κάτι αλλιώτικο από αυτό που είσαι.
Είναι στιγμές που θα ήθελες να ήσουν πιτσιρίκι. Να σε πάρουν από το χέρι και να σε καθοδηγήσουν. Να σε πάνε εκεί που πρέπει να είσαι. Αλλά δε γίνεται.
Όσο κι αν το νιώθεις, ο καθρέφτης σου τσιρίζει πως η παιδική ηλικία έχει παρέλθει προ πολλού. Και τώρα τα λάθη δε συγχωρούνται. Τώρα τα φορτώνεσαι και ζεις με αυτά.
Κι εκείνο το βλέμμα. Του καλού παρατημένου παιδιού. Εκείνου που θα στα έδινε όλα και που του τα έδωσες πίσω. Αυτό το βλέμμα δε θα το ξεχάσεις ποτέ. Εκείνο το παράπονο… Αυτό το βλέμμα θα είναι η τιμωρία σου. Γιατί ήσουν κακό παιδί. Κι ας μην το ήθελες.
Κι εδώ το «συγνώμη δε θα το ξανακάνω», δεν πιάνει.
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Θα το ξανακάνεις. Γιατί ο έρωτας ούτε μαθαίνει μα ούτε και τις βαριέται τις επαναλήψεις…
anapnoes
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου