Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να τεθούν εκ νέου βασικά ερωτήματα και να επιχειρηθεί μια ανίχνευση απαντήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να οδηγήσουν σε πληρέστερη κατανόηση και διαλεύκανση θεμάτων που άπτονται της δημιουργίας του ορατού και νοητού κόσμου και γενικότερα της κοσμογονίας και της θεωρίας των ιδεών του Πλάτωνα.
Αφιερώνεται στον Ακαδημαϊκό & Καθηγητή Ευάγγελο Μουτσόπουλο, ως ελάχιστη ένδειξη ευγνωμοσύνης
Η ιδέα του αγαθού, η οποία περιέχει όλες τις άλλες ιδέες, αποτελεί τον νοητό κόσμο, ενώ ο Ήλιος, που είναι έκγονος του αγαθού και επομένως ανάλογός του , έχει ψυχή που τον οδηγεί και γίνεται αντιληπτή μόνο με τον νου, όχι με τις αισθήσεις και είναι θεός. Αυτός μπορεί να ονομαστεί και χώρα (η οποία δέχεται και περιέχει όλα τα αισθητά όντα που έχουν γένεση ως υποδοχή), τροφός και μητέρα, αφού η ψυχή του ήλιου, που είναι ταυτόχρονα και ψυχή του κόσμου, περικαλύπτει όλα τα ορατά όντα. Πρόκειται για τον ορατό κόσμο, δηλαδή το ηλιακό συστημα.
Οι δύο κόσμοι συναποτελούν ενιαία ενότητα, η οποία εμπεριέχει τόσο τα θνητά όσο και τα αθάνατα όντα. Τα θεία όντα τα δημιούργησε ο ίδιος ο αθάνατος θεός, ενώ προσέταξε τα «γεννήματά» του να δημιουργήσουν τα θνητά όντα. Έτσι υπάρχουν δύο είδη ψυχής: η ψυχή του νοητού κόσμου και εκείνη του ορατού, ενώ το σώμα είναι όχημα της ψυχής.
Ο ορατός κόσμος ειναι μίμημα και εικόνα του νοητού τοιούτου, περιέχει δε όλα τα ορατά, ενώ ο νοητός, όλα τα νοητά. Οι δύο κόσμοι όμως είναι εκφάνσεις του ίδιου και μοναδικού κόσμου, ο οποίος περιέχει όλα τα ζώα, (δηλαδη τα όντα), θνητά και αθάνατα, είναι δε «καλλιστος» και «τελεώτατος». Ο νοητός κοσμος ως παράδειγμα είναι αιώνιος, ενώ ο αισθητός, ως εικόνα, φθαρτός.
Η αφήγηση η έκθεση του μεν ορατού κόσμου συντελείται κατά κύριο λόγο στον Τίμαιο, ενώ του νοητού στην Επινομίδα. Γι’ αυτό ορισμένοι θεωρούν ότι ο Τίμαιος γράφτηκε αμέσως μετά την Πολιτεία , ενώ άλλοι τον τοποθετούν μετά τον Θεαίτητο και πριν από τον Σοφιστή.
Από άποψη περιεχομένου, ο μεν Τίμαιος συνιστά σύνοψη των πρώτων βιβλίων της Πολιτείας, ενώ η Επινομίς σύνοψη όχι μόνον ολόκληρων των Νόμων, όπως έχει κατά καιρούς εκληφθεί , αλλά και του συνολικού έργου του Πλάτωνα. Αυτό εννοεί προφανώς ο Πρόκλος, όταν λέγει ότι ο Πλάτων παραδίδει τη διαλεκτική, που είναι θριγκος και σύνδεσμος των μαθημάτων, στην Επινομίδα.
Ο αινιγματικός τρόπος εκφοράς της φιλοσοφίας εκ μέρους του Πλάτωνα έγκειται στο ότι θέτει το πλαίσιο και λέγει το αίνιγμα όπως η Σφίγγα, για να βρει ο αναγνώστης μόνος του τη λύση. Στον Τιμαιο (54 a-b), για παράδειγμα, λέγει ότι το ισόπλευρων τρίγωνο συνίσταται από εξ κάλλιστα τρίγωνα τοποθετώντας ανά δύο τρίγωνα τρεις φορές (εκ τρίτου). Για ποιόν λόγο συμβαίνει αυτό, ο Πλάτων το αφήνει αναπάντητο, με τη δικαιολογία ότι κάτι τέτοιο θα απαιτούσε περισσότερα λόγια («πλείων λογος»). Εάν και όταν ο αναγνώστης βρει απάντηση στο ερώτημα αυτό, τότε βρήκε τη φιλοσοφία του Πλάτωνα στο συγκεκριμένο αυτό θέμα, διότι θα είχε αποκαλύψει την αιτία του φαινομένου αυτού. Προς ανεύρεση της αιτίας οδηγείται κανείς μόνον με τη διαλεκτική, η οποία έγκειται αφενός μεν στην υπόθεση, αφετέρου δε στην κατ’ είδη διαίρεσιν.
Ο Πλάτων δεν παραλείπει να αντιπαραθέτει τον ορατό κόσμο προς τον νοητόν τοιούτον, λέγοντας ότι η αξιολογική απόσταση που χωρίζει τους δύο κόσμους είναι εξαιρετικά μεγάλη. Στον νοητό κόσμο υπάρχει ο αληθινός αριθμός, η αληθινή ταχύτητα και βραδύτητα, τα αληθινά σχήματα και οι αληθινές περιφορές και όλα αυτα γινονται αντιληπτά μόνον με τον λόγο και τη διάνοια, αλλά όχι με την όψη, όπως γίνεται με τον ορατό κόσμο. Σημειώνει δε ότι η αστρονομία είναι με την εναρμόνιον φοραν, δηλαδή την αρμονική κίνηση των ήχων, κατά κάποιο τρόπο αδελφές επιστήμες, πράγμα που πίστευαν και οι Πυθαγόρειοι. Στο νόημα αυτό αρμόζει και η ετυμολογία της φρόνησης που κάνει ο Πλάτων, λέγοντας ότι φρόνησις είναι νόηση της φορας και του ρου. Η αστρονομία όμως είναι επιστήμη της φοράς, δηλαδή της κίνησης των άστρων, αφού η φορά είναι το ένα από τα δύο είδη κινήσεων, το άλλο είδος είναι η αλλοίωσις.
Στον Τίμαιο (92 c) αναφέρεται ότι μονογενής αισθητός κόσμος έχει τις ακόλουθες τέσσερις ιδιότητες στον μέγιστο βαθμό: μέγιστος, άριστος, κάλλιστος και τελειώτατος. Επειδή ο ορατός κόσμος πλάσθηκε καθ’ ομοιότητα προς τον νοητόν, όπως επανειλημμένα δηλώνεται στον διάλογο, προκύπτει ότι οι ιδιότητες αυτές υπάρχουν στον νοητόν κόσμο.
Ο Πλάτων δηλώνει ότι ο κόσμος αυτός είναι ωραίος, επειδή ο καλός δημιουργός έβλεπε προς το αίδιον… και το «κατά ταύτά και ωσαύτως έχον», δηλαδή προς την ιδέα. Έτσι ο κόσμος είναι ο ομορφότερος, από όλα όσα έχουν γένεση, ο δε δημιουργος είναι ο άριστος από όλους εκείνους, οι οποίοι είναι αίτιοι να γίνει κάτι . Ο κόσμος αυτός είναι ο πιο ωραίος και ο πιο τέλειος, επειδή έγινε όμοιος με το όλον και όχι με κάποιο μέρος του.
Ο νοητός κόσμος είναι ένα όλον, επειδή περιέχει όλα τα νοητά ζώα, όπως ακριβώς αυτός ο κόσμος εμπεριέχει όλα τα ορατά όντα. Συνεπώς ο θεός θέλησε εξαιτίας της πρόνοιάς του να δημιουργήσει τον ορατόν αυτόν κόσμο ομοιότατον προς τον ωραιότατον και τελειότατον νοητόν κόσμο. Ο Πλάτων αναζητώντας την αιτία του γεγονότος αυτού, ότι δηλαδή ο καλός δημιουργός θέλησε να κάμει τον ορατό κόσμο στο μέγιστον βαθμό όμοιο με τον εαυτόν του, λέγει ότι αυτή έγκειται στο ότι αυτός δεν έχει φθόνο.
Παρατήρηση: Το παρόν άρθρο περιέχει αποσπάσματα από την ομιλία του κ. Κουμάκη στο συνέδριο «Φιλοσοφία και Κοσμολογία», που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εταιρείας Φιλοσοφικών Μελετών, της Διεθνούς Επιστημονικής Εταιρείας Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας και της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών.
Ολόκληρη η εισήγηση περιέχεται στα πρακτικά του συνεδρίου, που εκδόθηκαν πρόσφατα από τις εκδόσεις «Αιγηΐς».ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ(7-8 Μαρτίου 2012, Κεντρικό Κτίριο Πανεπιστημίου Αθηνών)Εκδόσεις Αιγηΐς, Πειραιεύς 2013Βας. Γεωργίου Α’ 11, Πειραιεύς, τηλ. 210 410286-7
pemptousia
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου