Η Μάχη των Θερμοπυλών διεξήχθη το 480 π.Χ (παράλληλα με τη ναυμαχία του Αρτεμισίου) μεταξύ των Ελλήνων και των Περσών, κατά την δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα. Οι Πέρσες είχαν ηττηθεί στον Μαραθώνα δέκα χρόνια νωρίτερα, γι’ αυτό και ετοίμασαν μια δεύτερη εκστρατεία, αρχηγός της οποίας ήταν ο Ξέρξης. Ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός Θεμιστοκλής έπεισε τους Έλληνες να κλείσουν τα στενά των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου. Οι Πέρσες, κατά τις αρχαίες πηγές είχαν εκατομμύρια άνδρες στρατό και κατά τις σύγχρονες εκατόν με τριακόσιες χιλιάδες άνδρες
Μετά από τέσσερις μέρες αναμονής, οι Πέρσες επιτέθηκαν, αλλά οι Έλληνες αντιστάθηκαν για δύο μέρες. Την τρίτη μέρα, ο Εφιάλτης οδήγησε τους Πέρσες πίσω από τους Έλληνες. Όταν το’ μαθε αυτό, ο Λεωνίδας διέταξε την υποχώρηση των περισσότερων Ελλήνων – έμεινε στο πεδίο της μάχης με 300 Σπαρτιάτες, 400 Θεσπιείς, 400 Θηβαίους και ακόμα λίγους Έλληνες. Οι Πέρσες εξόντωσαν ολόκληρη τη δύναμη που έμεινε στο πεδίο της μάχης. Ο ελληνικός στόλος, αφού έμαθε τα νέα, αποφάσισε να απομακρυνθεί από το Αρτεμίσιο και να υποχωρήσει στη Σαλαμίνα, όπου αργότερα πέτυχε μια σημαντική νίκη. Οι Πέρσες υποχώρησαν ολοκληρωτικά μετά τις μάχες των Πλαταιών και της Μυκάλης.
Η μάχη των Θερμοπυλών αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές μάχες στην ελληνική και στην παγκόσμια ιστορία. Κυρίως όμως από ηθική άποψη είναι λαμπρό παράδειγμα αυταπάρνησης, αυτοθυσίας και υπακοής στην πατρίδα. Η μάχη έδειξε τα πλεονεκτήματα της στρατιωτικής εκπαίδευσης των Σπαρτιατών, του καλύτερου εξοπλισμού και της έξυπνης χρήσης της διαμόρφωσης του εδάφους.
Κύρια πηγή για τους Ελληνοπερσικούς πολέμους αποτελεί ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος, γνωστός ως «Πατέρας της Ιστορίας», γεννήθηκε το 484 π.Χ. στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας, η οποία εκείνη την περίοδο βρισκόταν υπό περσική κατοχή. Έγραψε το έργο «Ιστορίαι» γύρω στα 440-430 π.Χ, προσπαθώντας να ανακαλύψει τις πραγματικές αιτίες των Ελληνοπερσικών πολέμων, οι οποίοι ολοκληρώθηκαν το 450 π.Χ. Η μέθοδος του Ηρόδοτου αποτελούσε καινοτομία και σύμφωνα με μερικούς ιστορικούς, ο Ηρόδοτος έχει εφεύρει την ιστορία που ξέρουμε. Κατά τον Παπαρρηγόπουλο: «Ο Ηρόδοτος είναι ο δημιουργός της αληθούς ιστορικής τέχνης…πρώτος ενόησεν ότι η ιστορία δεν είναι απλούς πραγμάτων κατάλογος, αλλά και η τεχνική των πραγμάτων τούτων συναρμολογία και η εξήγησις του χαρακτήρος αυτών». Κατά τον Τομ Χόλλαντ: «Για πρώτη φορά, ένας ιστορικός αποφάσισε να αποκαλύψει τα αίτια ενός πολέμου, ο οποίος έληξε πρόσφατα, χωρίς να καταγράφει μύθους, αλλά αιτίες, τις οποίες θα μπορούσαμε να ελέγξουμε προσωπικά»
Αν και ο Θουκυδίδης είχε αρχικά αμφισβητήσει την ακρίβεια του Ηροδότου, αργότερα δήλωσε ότι το έργο του «πατέρα της ιστορίας» δεν χρειαζόταν επαναγραφή ή διορθώσεις, καθώς χαρακτηριζόταν από ικανοποιητικό βαθμό ακρίβειας. Γι’ αυτό, ο Θουκυδίδης αποφάσισε εντέλει να ξεκινήσει την ιστορία του από το σημείο που είχε ο Ηρόδοτος τη δική του αφήγηση (στην πολιορκία της Σηστού). Η αξιοπιστία του Ηροδότου έχει αμφισβητηθεί και από άλλους ιστορικούς. Ο Παυσανίας, στα Φωκικά, αναφέρεται στην περιγραφή του Ηροδότου για τη μάχη των Θερμοπυλών, όπου ο δεύτερος καταγράφει ότι οι Θηβαίοι παραδόθηκαν, όπως και 80 Μυκηναίο. Ο Πλούταρχος, στο έργο Περί της Ηροδότου κακοήθειας (αν όντως το έγραψε αυτός), κατηγορεί τον Ηρόδοτο επειδή ο τελευταίος ζήτησε χρήματα από τους Θηβαίους, και επειδή δεν τα έλαβε, έγραψε ότι οι Θηβαίοι δείλιασαν και παραδόθηκαν. Οπωσδήποτε οι κατηγορίες που εκτοξεύει το σύγγραμμα αυτό κατά του Ηρόδοτου κάθε άλλο παρά σοβαρές είναι.Την περίοδο της Αναγέννησης, παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι συνέχιζαν να διαβάζουν το έργο του Ηροδότου, ο ιστορικός είχε κακή φήμη. Παρ’ όλ’ αυτά, τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαίωσαν τα γραφόμενα του Ηροδότου και αποκατέστησαν τη φήμη και την αξιοπιστία του, ειδικά ως προς τα γεγονότα που εξέτασε αυτοπροσώπως. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν το έργο του αξιόπιστο, αλλά έχουν αμφιβολίες για τους αριθμούς των νεκρών και τις ημερομηνίες των μαχών.
Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης έγραψε τον 1ο αιώνα π.Χ. τη Βιβλιοθήκη Ιστορική και αναφέρεται στην εκστρατελια του Ξέρξη. Θεωρείται ότι ο Ηρόδοτος και ο Εφόρος ο Κυμαίος αποτελούν τις πηγές του Διόδωρου. Αρχαιολογικά ευρήματα, όπως η δελφική Στήλη των Όφεων, που βρίσκεται στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, υποστηρίζουν τα αναφερόμενα από τον Ηροδότο.
Περσικός στρατός
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους 2,6 εκατομμύρια στρατιώτες, καθώς και βοηθητικά σώματα. Ο ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος, ο οποίος έζησε την περίοδο της μάχης, γράφει ότι οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους 4 εκατομμύρια άνδρες. Απ’ την άλλη, ο Κτησίας κάνει λόγο για 800.000 στρατιώτες. Αυτοί οι αριθμοί έχουν απορριφθεί από τους σύγχρονους ιστορικούς, οι οποίοι θεωρούν ότι οι Πέρσες είχαν 70 με 300 χιλιάδες άνδρες.
Ελληνικός στρατός
Σπαρτιάτες 300
Λακεδαιμόνιοι 900
Είλωτες 900
Μαντινέο 500
Τεγεάτες 500
Αρκάδες (από Ορχομενό)120
Άλλοι Αρκάδες 1.000
Κορίνθιοι 400
Φλειοί 200
Μυκηναίοι 80
Σύνολο των Πελοποννήσιων 3.100
Θεσπιείς 700
Μαλιείς 1.000
Θηβαίοι 400
Φωκείς 1.000
Οπούντιοι Λοκροί 1.000
Σύνολο 5.200 συν οι Οπούντιοι Λοκροί 7.400
Στρατηγική και τακτική
Οι Έλληνες αποφάσισαν να υπερασπιστούν τις Θερμοπύλες, για να εξουδετερώσουν το μειονέκτημα της μικρής αριθμητικής τους δύναμης, περιοριζόμενοι αποκλειστικά στην άμυνα. Απ’ την άλλη, οι Πέρσες δεν μπορούσαν να μείνουν στις Θερμοπύλες για πολύ καιρό – είτε θα υποχωρούσαν είτε έπρεπε να σπάσουν τις ελληνικές γραμμές. Οι Έλληνες οπλίτες μπορούσαν να κλείσουν το στενό πέρασμα, χωρίς να μπορεί να επιτεθεί στο περσικό ιππικό. Υπήρχε όμως ένα μονοπάτι απ’ όπου οι Πέρσες μπορούσαν να περάσουν και να περικυκλώσουν τους Έλληνες.
Χάρτης της περιοχής των Θερμοπυλών με την σύγχρονη ακτογραμμή και ανακατασκευασμένη την ακτογραμμή του 480 π.Χ
Η περιοχή, κατά την εποχή της μάχης, είχε ένα στενό πέρασμα κατά μήκος της ακτής του Μαλιακού Κόλπου (εκεί μπορούσε να περάσει μονάχα ένα άρμα) – νότια βρίσκονταν τα βράχια που αγνάντευαν τα στενά. Το όνομα των στενών οφείλεται στις θερμές πηγές τους. Σήμερα, τα στενά δεν είναι κοντά στη θάλασσα αλλά μερικά χιλιόμετρα προς το εσωτερικό, λόγω των προσχώσεων του Σπερχειού ποταμού – εκεί όπου βρίσκεται το άγαλμα του Λεωνίδα. Εκεί διεξήχθη και μάχη μεταξύ των Αυστραλών και των Γερμανών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μάχη
Οι Πέρσες, μετά από τέσσερις μέρες αναμονής, επιτέθηκαν – πρώτα έστειλε ο Ξέρξης τους Μήδους και τους Κισσίους, που επιτέθηκαν μετωπικά στους Έλληνες. Οι Έλληνες παρατάχθηκαν μπροστά από το τείχος, που έχτισαν οι Φωκείς και ήταν το πιο στενό πέρασμα των Θερμοπυλών. Μονάχα ο Διόδωρος περιγράφει την τακτική των Ελλήνων: οι Έλληνες παρατάχθηκαν σε πυκνή τάξη και ήταν ανώτεροι σε ανδρεία και στο μέγεθος της ασπίδας – οι ξύλινες ασπίδες και τα μικρά δόρατα των Περσών δεν ήταν αποτελεσματικά σε μάχη με τους Έλληνες. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες σκότωσαν πολλούς Μήδους, γι’ αυτό και ο Ξέρξης σηκώθηκε τρείς φορές από τον θρόνο – ο Κτησίας αναφέρει ότι την πρώτη μέρα σκοτώθηκαν μονάχα δύο-τρείς Σπαρτιάτες. Ο Ξέρξης αργότερα έστειλε τους Αθάνατους, με αρχηγό τον Υδάρνη, αλλά και αυτοί απέτυχαν. Οι Σπαρτιάτες έκαναν δήθεν ότι υποχωρούσαν, οι Πέρσες παρασύρονταν, και γι’ αυτό σκοτώθηκαν πολλοί Πέρσες την πρώτη μέρα της μάχης.
Την επομένη, ο Ξέρξης επανέλαβε την επίθεση καθώς θεωρούσε ότι οι Έλληνες, λόγω των μικρού αριθμού τους, δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν. Η επίθεση όμως απαοκρούστηκε και ο Ξέρξης διέταξε υποχώρηση και αποσύρθηκε αμήχανος στη σκηνή του. Το απόγευμα, ενώ ο Ξέρξης σκεφτόταν τι έπρεπε να κάνει, δέχθηκε την επίσκεψη του Εφιάλτη, ο οποίος του υπέδειξε ένα μονοπάτι από το οποίο θα μπορούσε να περικυκλώσει τους Έλληνες.Ο Εφιάλτης έγινε το πρότυπο του προδότη στην ελληνική και στην παγκόσμια ιστορία. Ο Ξέρξης έστειλε αμέσως τον Υδάρνη με τους Αθανάτους για να περικυκλώσει τους Έλληνες – παραμένει άγνωστο πόσους. Ο Ηρόδοτος γράφει ότι οι Πέρσες πέρασαν τον ποταμό Ασωπό και ότι απ’ τα αριστερά τους ήταν η Τραχίνα και απ’ τα δεξιά το όρος Οίτη.
Όταν ξημέρωσε, οι Φωκείς αντιληφθήκαν ότι είχαν περικυκλωθεί από τους Πέρσες και άρπαξαν βιαστικά τα όπλα τους. Στην αρχή οι Πέρσες νόμιζαν ότι είχαν να αντιμετωπίσουν τους Σπαρτιάτες, αλλά οι Φωκείς υποχώρησαν σε ένα κοντινό λόφο. Τότε ακολούθησε καταιγισμός βλημάτων, καθώς οι Πέρσες δεν ήθελαν να καθυστερήσουν κι άλλο. Παράλληλα, ένας ημεροσκόπος ειδοποίησε τους υπόλοιπους Έλληνες ότι οι Φωκείς είχαν αποσυρθεί. Οι περισσότεροι Έλληνες πρότειναν υποχώρηση, αλλά ο Λεωνίδας αποφάσισε να μείνει με τους Σπαρτιάτες ενώ οι υπόλοιποι Έλληνες, με ή χωρίς διαταγή, υποχώρησαν. Μαζί με τον Λεωνίδα έμειναν οι 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς (με αρχηγό τον Δημόφιλο) και 400 Θηβαίοι.
Ο Ξέρξης έκανε θυσίες και ξεκίνησε την επίθεση του – οι Έλληνες κινήθηκαν προς τα εμπρός, στο ευρύτερο σημείο των στενών. Οι Έλληνες πολέμησαν στην αρχή με τα δόρατά τους και αργότερα με τα ξίφη τους. Στη μάχη σκοτώθηκαν ο Αβροκόμης και ο Υπεράνθης, οι οποίοι ήταν αδέρφια του Ξέρξη, ενώ αργότερα σκοτώθηκε και ο Λεωνίδας απ’ τα περσικά βέλη. Τότε ξεκίνησε άγρια μάχη γύρω απ’ το σώμα του Σπαρτιάτη βασιλιά, κατά την οποία νίκησαν οι Έλληνες. Όταν εμφανίστηκαν οι Αθάνατοι, οι Έλληνες, πλην των Θηβαίων, υποχώρησαν πίσω απ’ το τείχος – οι Θηβαίοι παραδόθηκαν και ο Ξέρξης τους στιγμάτισε με το βασιλικό σήμα. Για τους υπόλοιπους Έλληνες, ο Ηρόδοτος γράφει:
Σ’ εκείνο τον χώρο όσους είχαν ακόμη ξίφη και τους άλλους που με χέρια και με δόντια πολεμούσαν τους σκότωσαν οι βάρβαροι τοξεύοντάς τους, αφού κατέστρεψαν το τείχος (ἐν τούτῳ σφέας τῷ χώρῳ ἀλεξομένους μαχαίρῃσι, τοῖσι αὐτῶν ἐτύγχανον ἔτι περιεοῦσαι, καὶ χερσὶ καὶ στόμασι κατέχωσαν οἱ βάρβαροι βάλλοντες…τὸ ἔρυμα τοῦ τείχεος συγχώσαντες)
Το 1939, ο Σπυρίδων Μαρινάτος ανακάλυψε ένα μεγάλο αριθμό χάλκινων αιχμών απ’ τα περσικά βέλη στον λόφο του Κολωνού.[89] Οι Πέρσες κατέλαβαν τα στενά, αν και έχασαν 20.000 άνδρες.[90] Στη μάχη σκοτώθηκαν και 4.000 Πελοποννήσιοι – κύρια πηγή γι’ αυτό τον αριθμό αποτελεί το γνωστό επίγραμμα του Σιμωνίδη. Όπως φαίνεται στον παραπάνω πίνακα, ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Πελοποννήσιοι είχαν 3.100 άνδρες πριν τη μάχη, οι οποίοι μπορεί να είχαν συνοδευτεί από 900 είλωτες. Όσον αφορά τους νεκρούς, οι νεκροί Σπαρτιάτες και Θεσπιείς δεν συμπεριλήφθηκαν στον αριθμό νεκρών των Πελοποννήσιων. Γενικά, αυτός ο αριθμός θεωρείται σωστός
Αποτελέσματα
Αφού βρήκαν το σώμα του Λεωνίδα, μετά τη μάχη, ο Ξέρξης διέταξε να το αποκεφαλίσουν – κάτι ασυνήθιστο για τους Πέρσες, που συνήθιζαν να τιμούν τους γενναίους αντιπάλους τους (όπως τον Πυθέα, ο οποίος αιχμαλωτίστηκε στη Σκιάθο πριν τη ναυμαχία του Αρτεμισίου). Μετά από σαράντα χρόνια, τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη Σπάρτη και διοργανώθηκαν ετήσιοι αγώνες προς τιμή του.
Μαζί με τη μάχη είχε λήξει και η ναυμαχία του Αρτεμισίου. Μετά τη νίκη τους στις Θερμοπύλες, οι Πέρσες κατέστρεψαν τη Βοιωτία, τις Πλαταιές και τις Θεσπιές, ενώ αργότερα κινήθηκαν για να καταλάβουν την άδεια Αθήνα. Στη Σαλαμίνα, ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Ευρυβιάδης και οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι επέμεναν να προστατεύσουν τον Ισθμό της Κορίνθου, καταστρέφοντας τον μοναδικό δρόμο που οδηγούσε εκεί και χτίζοντας τείχος γύρω από αυτό Ο Θεμιστοκλής, όμως, έπεισε τους Έλληνες να μείνουν στη Σαλαμίνα, όπου πέτυχαν αποφασιστική νίκη.
Ο Ξέρξης, φοβούμενος ότι οι Έλληνες μετά τη νίκη τους στη Σαλαμίνα θα κατέστρεφαν τη γέφυρα του Ελλησπόντου, αποφάσισε να υποχωρήσει με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του. Ο Μαρδόνιος έμεινε με τους στρατιώτες που διάλεξε. Πέρασε τον χειμώνα στη Βοιωτία και στη Θεσσαλία, ενώ οι Αθηναίοι επέστρεψαν στην πόλη τους. Το επόμενο έτος, ο Μαρδόνιος ανακατέλαβε την Αθήνα. Αλλά, οι Έλληνες, υπό την ηγεσία των Σπαρτιατών, αποφάσισαν να τον αντιμετωπίσουν, για αυτό βάδισαν για την Αττική. Ο Μαρδόνιος υποχώρησε στη Βοιωτία, για να εξαναγκάσει τους Έλληνες να πολεμήσουν στις Πλαταιές. Στη μάχη των Πλαταιών, το ελληνικό πεζικό συνέτριψε τους Πέρσες, ενώ στη μάχη της Μυκάλης, ο ελληνικός στόλος πέτυχε σοβαρή νίκη επί του περσικού στόλου.
Σημασία
Η μάχη των Θερμοπυλών αποτελεί μια από τις πιο γνωστές και σημαντικές μάχες στην Ιστορία. Οι Έλληνες αποφάσισαν να πολεμήσουν στις Θερμοπύλες και στο Αρτεμίσιο για να σταματήσουν την προώθηση των Περσών στη Βοιωτία – κατά τον Τομ Χόλλαντ, «αν οι Έλληνες άντεχαν ακόμα μερικές μέρες, οι Πέρσες θα είχαν αναγκαστεί να υποχωρήσουν λόγω έλλειψης φαγητού και νερού» Η μάχη των Θερμοπυλών, κατά τους σύγχρονους ιστορικούς, έληξε με νίκη των Περσών, αν και υπέστησαν περισσότερες απώλειες από τους Έλληνες.
Παρ’ ολ’ αυτά, οι Πέρσες κατέλαβαν την Βοιωτία και το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδος, και οι συγκρούσεις Ελλήνων και Περσών συνεχίστηκαν και το επόμενο έτος. Η μάχη των Θερμοπυλών, σύμφωνα με ιστορικούς, έδωσε την ευκαιρία στους Αθηναίους και στον ελληνικό στόλο να προετοιμαστούν κατάλληλα για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας – μερικοί άλλοι, όμως, διαφωνούν, καθώς η ναυμαχία της Σαλαμίνας διεξήχθη ένα μήνα μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, ενώ οι Έλληνες υπέστησαν βαριές απώλειες και στη ναυμαχία του Αρτεμισίου. Επιπλέον, όπως αναφέρει ο ιστορικός Κόκγουελ, «η ναυμαχία της Σαλαμίνας διεξήχθη ένα μήνα μετά τη μάχη των Θερμοπυλών επειδή η Βοιωτία και η Φωκίδα συνέχισαν να αντιστέκονται» και συνεχίζει λέγοντας ότι «οι Πέρσες πέτυχαν νίκη σε ξηρά και θάλασσα, με τη μεγάλη εισβολή να αποκτά αδαμάντινη επιτυχία…ο Ξέρξης μπορούσε να συγχαρεί τον εαυτό του».
Οι Θερμοπύλες απέκτησαν τεράστια φήμη καθώς ενέπνευσαν τις επόμενες γενιές με το παράδειγμα των λίγων και ανδρείων στρατιωτών του Λεωνίδα. Όπως αναφέρει ο Michel de Montaigne, «οι μετέπειτα νίκες των Ελλήνων και η δόξα τους δεν μπορούν να συγκριθούν με την δοξασμένη πτώση του Λεωνίδα και των ανδρών του». Απ’ την άλλη, οι Θερμοπύλες αποτελούν παράδειγμα ηρωϊσμού των ελεύθερων ανδρών που υπερασπίζονται την πατρίδα τους και την ελευθερία τους – ο Χάνσον αναφέρει ότι «η ελευθερία ήταν η κύρια ιδέα για τους Έλληνες και οδήγησε στην αντίσταση τους στις Θερμοπύλες, στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές». Όσον αφορά τον στρατιωτικό τομέα, οι Θερμοπύλες έδειξαν την ύψιστη στρατιωτική εκπαίδευση των Σπαρτιατών καθώς και την ορθή εκμετάλλευση της διαμόρφωσης του εδάφους.
ΔΕΙΤΕ Τ ΒΙΝΤΕΟΚΛΙΠ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΚΟΥ HEAVY METAL ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ MANOWAR (που έχουν γραψει δίσκο και για την Ιλιάδα:
makeleio
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου