Φτιάχνοντας τον Εαυτό μας φτιάχνουμε τον κόσμο όλον.

Το αν θα λύσεις το πρόβλημα γίνεται μόνο αν θα κατανοήσεις την ύπαρξη του ιδίου του προβλήματος…αλλιώς δεν χρειάζεσαι προβληματισμούς. ”.».

Διαύγεια… Ονειρα… Αφύπνιση... (Ά ΜΕΡΟΣ).…

Το να ξεχωρίσεις τι είναι πραγματικότητα μέσα στο όνειρο είναι το ίδιο με το να ξεχωρίσεις την πραγματικότητα όταν βρίσκεσαι ξύπνιος… ….

Π Ρ Ο Π Α Γ Α Ν Δ Α ( 'Β ΜΕΡΟΣ )

Πολλοί πολιτικοί αναλυτές μετά από χρόνια διαπίστωσαν πως το πραγματικό κίνητρο του Β΄ παγΜΟμίου πολέμου ήταν το ότι κάποιες χώρες της Νέας Τάξης θα είχαν οικονομικά οφέλη, όπως η Αμερική που μετά από το κραχ του 1929.

Ο Ποσειδώνας στους Ιχθείς 2012-2025, μια ιδανική στιγμή για την παγκοσμιοποίηση;;;

Λέγετε πως τα παιδιά που θα γεννηθούν αυτήν την συγκεκριμένη περίοδο θα ανοίξουν νέους ορίζοντες για μια ¨νέα εποχή¨ ( αν και όχι απαραίτητα πάντα καλή ).

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2016

Το ασύρματο δίκτυο "σκοτώνει" τα δέντρα



Η ακτινοβολία που εκπέμπουν τα ασύρματα δίκτυο (Wi-Fi) αποδεικνύεται ιδιαιτέρως επιβλαβής για τα δέντρα και τα φυτά που...


βρίσκονται μέσα στον αστικό ιστό, προκαλώντας μάλιστα ανωμαλίες στην ανάπτυξη τους.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου Wageningen στην Ολλανδία απέδειξαν μέσα από τη διενέργεια έρευνας ότι η «ασθένεια του Wi-Fi» πλήττει όλα τα φυλλοβόλα δέντρα στο δυτικό κόσμο, προκαλώντας αιμορραγία και ρωγμές στο φλοιό τους.

Η έρευνα διατάχθηκε από το δήμαρχο της πόλης Alphen aan den Rijn μετά τον εντοπισμό «ανεξήγητων ανωμαλιών» στα δέντρα της περιοχής.

Βάσει των ευρημάτων, οι επιστήμονες απέκλεισαν το ενδεχόμενο να έχουν προσβληθεί τα δέντρα από κάποια ασθένεια, ενώ έπειτα από συστηματική παρατήρηση διαπίστωσαν πως για την κατάσταση ευθύνονται τα ασύρματα δίκτυα.

Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα με άλλες έρευνες, διαπιστώθηκε ότι έχει εμφανιστεί στο σύνολο του δυτικού κόσμου.

Στην Ολλανδία, περίπου το 70% των δέντρων στις αστικές περιοχές παρουσιάζουν τα ίδια συμπτώματα, σε σύγκριση με το 10% που είχε καταγραφεί πριν από πέντε χρόνια. Αντιθέτως, τα δέντρα που βρίσκονται στα δάση όπου δεν υπάρχει κάλυψη Wi-Fi επηρεάζονται ελάχιστα ή καθόλου.

Επιβαρυντικό ρόλο, εκτός από τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία που δημιουργούν τα ασύρματα δίκτυα LAN και τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, διαδραματίζουν και οι ρύποι που εκπέμπονται από τα αυτοκίνητα.

Μετά από την εξέταση 20 δέντρων, τα οποία οι ερευνητές εξέθεσαν σε διάφορες πηγές ακτινοβολίας, διαπίστωσαν πως όσα βρίσκονταν εντός εμβέλειας δικτύου Wi-Fi υπέστησαν χρωματικές αλλοιώσεις στα φύλλα τους που προκλήθηκαν από τη νέκρωση της άνω και κάτω επιδερμίδας τους.

«Αυτό οδηγεί σταδιακά στο θάνατο των συγκεκριμένων τμημάτων των φύλλων», διαπίστωσαν οι επιστήμονες. Επισήμαναν μάλιστα ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες ώστε να επιβεβαιωθούν τα αρνητικά αποτελέσματα της έρευνας και να καθοριστούν οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της ασύρματης ακτινοβολίας στα δέντρα

cosmo.gr


Αυτά είναι τα μεταλλαγμένα τρόφιμα στήν Ελλάδα!




Όλες οι μάρκες

Πλέον δυστυχώς ένα από τα σημαντικότερα μέρη της ζωής μας -η διατροφή μας- έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα λόγω του άγχους και των γρήγορων ρυθμών ζωής.
Πρέπει όμως να δώσουμε σημασία στο τι τρώμε καθημερινά για να προστατέψουμε κατά πρώτον τον εαυτό μας και κατά δεύτερον όσους αγαπάμε (π.χ. την οικογένεια μας)….

Δυστυχώς μέσα σε όλα αυτά, στη ζωή μας έχουν μπει και τα μεταλλαγμένα τρόφιμα, και λίγοι από εμάς γνωρίζουμε ποια είναι μεταλλαγμένα ή πώς να τα ξεχωρίσουμε.
Γι’ αυτό το λόγο βρήκαμε και αναδημοσιεύουμε για εσάς τη λίστα με τα μεταλλαγμένα τρόφιμα του 2013 της Greenpeace.

Έτσι θα ξέρετε ποιες εταιρείες και ποια προϊόντα περιέχουν μεταλλαγμένα τρόφιμα ή είναι παράγωγα μεταλλαγμένων προϊόντων.
Είναι πολύ σημαντικό να διαδώσετε όσο μπορείτε αυτή τη λίστα ώστε να ενημερώσουμε και να προστατέψουμε όσο περισσότερο κόσμο μπορούμε.

Η λίστα με τα μεταλλαγμένα τρόφιμα για το 2013:

ΚΟΚΚΙΝΟ
Προσοχή! Tα προϊόντα αυτά προέρχονται ή είναι πιθανό να προέρχονται από ζώα που έχουν τραφεί µε µεταλλαγµένους οργανισμούς.
Αυτή η κατηγορία περιλαµβάνει επίσης τα προϊόντα των εταιριών που έχουν δώσει ασαφείς απαντήσεις και τα προϊόντα εταιριών που δεν έχουν απαντήσει στο σχετικό ερωτηματολόγιο.
ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ
Για τα προϊόντα αυτά οι εταιρίες παραγωγής ήδη αναζητούν τρόπους για να εξασφαλίσουν ζωοτροφές απαλλαγμένες από µεταλλαγµένους οργανισμούς και έχουν δεσμευτεί εγγράφως ότι στο άμεσο
μέλλον θα “καθαρίσουν” το σύνολο των ζωοτροφών από µεταλλαγµένα συστατικά.
ΠΡΑΣΙΝΟ
Για τα προϊόντα αυτά οι εταιρίες παραγωγής εγγυώνται ότι προέρχονται από ζώα που δεν έχουν τραφεί µε µεταλλαγµένους οργανισμούς.
ΠΡΑΣΙΝΟ
Για τα προϊόντα αυτά η Greenpeace έχει πραγματοποιήσει έλεγχο των πιστοποιητικών που διαθέτουν οι παραγωγοί από τους προμηθευτές τους για τη χρήση µη µεταλλαγµένων οργανισμών στις ζωοτροφές.

ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ – SOS


Αλλαντικά :

ΑΝΑΝΙΑΔΗ

Γιαούρτια – Επιδόρπια:

Γιαούρτι After School Choco (ΦΑΓΕ)
FruYo γιαούρτι με δημητριακά (ΦΑΓΕ)
Nouvelle, (ΦΑΓΕ)
Caramele (ΦΑΓΕ)
Corn Flakes (Tasty)
Επεξεργασμένες ντομάτες:
Brava Ketchup (Med Foods)
Ζυμαρικά και σάλτσες ζυμαρικών:
La Mediterranea (Γιουριμάκ)
Pasta Italia (Γιουριμάκ)
Μάκβελ Ζυμαρικά (Γιουριμάκ)
Τορτελίνια (ΑΒΕΖ)

Κονσέρβες:

Παλίρροια Βοδινό με αρακά (Παλίρροια)
Παλίρροια Γίγαντες γιαχνί (Παλίρροια)
Παλίρροια Ντολμαδάκια Γιαλαντζί (Παλίρροια)
Παλίρροια Σπετζοφάι (Παλίρροια)

Σπορέλαια – Μαργαρίνες:

Corolla (Κορέ)
Standard Σπορέλαια (Standard)
Union Σογιέλαιο (Παπουτσάνης)
Εύα (Ελληνικές Δημιουργίες)
Μάνα Αραβοσιτέλαιο (Παπουτσάνης)
Μάνα Βαμβακέλαιο (Παπουτσάνης)
Σογιόλα (Κορέ)
Σορίνα (Ελληνικές Δημιουργίες)
Το Λαμπερό (μύλοι Σόγιας)

Σαλάτες – Σάλτσες – Σούπες:

17 Delicatessen Farma (Olympus Foods)
17 Delicatessen Mustard Sauce (Olympus Foods)
17 Delicatessen Μελιτζανοσαλάτα (Olympus Foods)
17 Delicatessen Ρώσικη Σαλάτα (Olympus Foods)
17 Delicatessen Τυροσαλάτα (Olympus Foods)
Brava Μουστάρδα (Med Foods)
Delicia Μουστάρδα (Med Foods)
Chef Grec Τυροσαλάτα (Κούτρας)
Chef Grec Ρώσικη Σαλάτα (Κούτρας)
Chef Grec Ταραμοσαλάτα (Κούτρας)
Chef Grec Τζατζίκι (Κούτρας)
BEM Μελιτζανοσαλάτα (BEM)
BEM Ρώσικη Σαλάτα (BEM)
BEM Ταραμοσαλάτα (BEM)
BEM Τζατζίκι (BEM)

Σοκολάτες – Καραμέλες:

Oscar Σοκολάτες (Oscar)

Παγωτά:

ΑΓΝΟ

Τσιπς – Σνακς:

Cheetos (Tasty)
Doritos (Tasty)
Φουντούνια (Tasty)
Lay’s (Tasty)
Pitsinia (Tasty)
Ruffles (Tasty)
Tasty Snacks (Tasty)
Tsakiris Chips με αλάτι – πάπρικα (Τσακίρης)
Tsakiris Chips με αλάτι – ρίγανη (Τσακίρης)

Ψωμί – Φρυγανιές:

Ferro Κριτσίνια με σκόρδο (Αθ. Οικ. Αρτοποιία)
Ferro Κριτσίνια με σουσάμι (Αθ. Οικ. Αρτοποιία)

ΑΥΓΑ – ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ




ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΑ




ΓΙΑΟΥΡΤΙΑ – ΕΠΙΔΟΡΠΙΑ


ΠΑΓΩΤΑ


ΧΟΙΡΙΝΟ ΚΡΕΑΣ



ΨΑΡΙΑ


ΙΧΘΥΟΤΡΟΦΕΙΑ



Αυτά είναι τα μεταλλαγμένα τρόφιμα στήν Ελλάδα!
Πηγή: Greenpeace.org


ΈΡΧΟΝΤΑΙ ΨΥΧΡΕΣ ΑΕΡΙΕΣ ΜΑΖΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΙΟΝΙΑ!!!




Για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα τα μοντέλα πρόγνωσης του καιρού επιμένουν στο σενάριο της ψυχρής εισβολής από τη Σιβηρία, η οποία θα «χτυπήσει» και την Ελλάδα στο διάστημα από 29-30 Νοεμβρίου μέχρι και τις 2 Δεκεμβρίου. Κύριο χαρακτηριστικό του καιρού το δριμύ ψύχος και οι χιονοπτώσεις ακόμα και στα πεδινά…





Με τα σημερινά δεδομένα η θερμοκρασία θα πέσει σε πολλές περιοχές της χώρας, κυρίως στα Βόρεια, έως και αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν, ενώ θα χιονίσει στα πεδινά της Θράκης και της Μακεδονίας στην έναρξη της κακοκαιρίας και εν συνεχεία ο χιονιάς θα… κατηφορίσει προς τις κεντρικές περιοχές, κάνοντας αισθητή την παρουσία του και στην Αττική. Χιόνια, αν τα δεδομένα δεν αλλάξουν δραματικά τα επόμενα 24ωρα, θα πέσουν και στα υπερ-βόρεια προάστια της Αθήνας, ενώ η Πάρνηθα, η Πεντέλη και ο Κιθαιρώνας θα δεχτούν αρκετά ισχυρές χιονοπτώσεις.

Οι μετεωρολόγοι, ωστόσο, παραμένουν αρκετά επιφυλακτικοί, αφού πολλές φορές τα μοντέλα πρόγνωσης του καιρού κάνουν τα… δικά τους και είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα δεν μιλούν επισήμως για το τι τελικά θα συμβεί από τις 29 Νοεμβρίου και τις πρώτες μέρες του Δεκέμβρη.

Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό και το σχόλιο που έκανε ο Σάκης Αρναούτογλου μέσω της σελίδας που διατηρεί στο Facebook, αφήνοντας ανοικτά τα πάντα, ακόμα και για… θερμή εισβολή στην Αττική, το επίμαχο διάστημα.

Δείτε αναλυτικά όσα έγραψε στη φωτογραφία






Ελληνες Βρυκόλακες




Οι Βρυκόλακες ζούσαν από πάντοτε στην Παράξενη Ελλάδα σε πολύ μεγάλους αριθμούς, πυροδοτώντας τους πιο επίμονους θρύλους και περιστατικά. Η Ελλάδα είναι από τις βασικές γενέτειρες των δοξασιών και των αμέτρητων ιστοριών για Βρυκόλακες (ίσως μάλιστα να είναι και η πρώτη), μαζί με τη Σερβία, τη Μικρά Ασία, τη Γερμανία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία, και τη Ρωσία. Ειδικά τα νησιά του Αιγαίου, είναι γεμάτα από Βρυκόλακες όλων των ειδών.















Οι Βρυκόλακες, νεκροζώντανοι που στοιχειώνουν τα μέρη και τους ανθρώπους, βγαίνουν από τους τάφους τους κάθε νύχτα, συνήθως τα μεσάνυχτα, προτιμούν όμως τις νύχτες χωρίς φεγγάρι για να μπορούν να γίνονται ένα με το σκοτάδι και ν’ αρπάζουν τα θύματα τους.

Βγαίνουν κάθε νύχτα, αλλά στη Σαντορίνη δεν βγαίνουν ποτέ το Σάββατο, στην Πρέβεζα δεν βγαίνουν ποτέ την Κυριακή, στην Τήνο δεν βγαίνουν ποτέ την Παρασκευή –οπότε μπορείς να κάνεις την νυχτερινή σου βόλτα ακίνδυνα– στη Σέριφο φοβούνται να βγουν από τα μνήματα τους μόνο την Τρίτη (εκτός αν πέφτει Τρίτη και 13, οπότε έχουν γλέντι) στην Κάλυμνο προτιμούν να βγαίνουν τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες γιατί τους αρέσει ο παγωμένος βοριάς που φυσά, καβαλούν πάνω του και ταξιδεύουν από σκεπή σε σκεπή, και κανένας δεν πρόκειται να βγει για να δει τί είναι αυτός ο θόρυβος που ακούγεται στα κεραμίδια μια νύχτα του χειμώνα (κι αν είναι μια μαύρη γάτα, είναι σίγουρα Βρυκόλακας, γιατί μπορούν να μεταμφιέζονται σε μαύρες γάτες και μαύρα κοράκια).

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης γράφει ένα ποίημα για τον Θανάση Βάγια, έναν Ηπειρώτη, που λόγω του ότι πρόδωσε τους συμπατριώτες του υποστηρίζοντας τον Αλή Πασά, μετά τον θάνατό του βρυκολακιάζει και επισκέπτεται τη γυναίκα του:

Ο Βρυκόλακας

«Πες μου τι στέκεσαι Θανάση, ορθός,
βουβός σαν λείψανο στα μάτια εμπρός;
Γιατί Θανάση μου βγαίνεις το βράδυ;
Ύπνος για σένανε δεν είν’ στον Άδη;
Τώρα περάσανε χρόνοι πολλοί
βαθιά σε ρίξανε μέσα στη γη.
Φεύγα, σπλαχνίσου με! Θα κοιμηθώ.
Άφες με ήσυχη ν’ αναπαυθώ.
Στάσου μακρύτερα. Γιατί με σκιάζεις;
Θανάση, τι έκαμες και με τρομάζεις;
Πώς είσαι πράσινος, μυρίζεις χώμα.
Πες μου, δεν έλιωσες, Θανάση, ακόμα;»

Τήνε ξεγύμνωσε, το χέρι απλώνει.
Μέσα στο κόρφο της άγρια το χώνει.
Μένει σα μάρμαρο. Κρύος σα φίδι
τρίζει απ’ το φόβο του, στο κατακλείδι.

Σα λύκος ρυάζεται, τρέμει σα φύλλο.
Στα δάχτυλα έπιασε το Τίμιο Ξύλο.
Τη μαύρη γλύτωσε, το φυλαχτό της,
καπνός, εσβήστηκεν απ’ το πλευρό της.
Τότε ακούστηκε κι η κουκουβάγια
έξω, που φώναζε: Θανάση Βάγια!

Στη Μάνη ξεχωρίζουν τους βρυκόλακες σε «Ριχτούς» –που είναι αυτοί που δεν ησυχάζουν ποτέ– και σε «Σαββατιανούς» που βγαίνουν από το μνήμα τους μόνο τα Σάββατα. Όποτε κι αν βγαίνουν για τη νυχτερινή τους περιπλάνηση, είναι σίγουρο ότι όλη την ημέρα κοιμούνται μέσα στους τάφους τους. Επιστρέφουν εκεί το ξημέρωμα, πριν να προλάβει να βγει ο ήλιος, συνήθως όταν λαλήσει ο μαύρος κόκορας (που οι νησιώτες δεν τον σφάζουν ποτέ, γι’ αυτόν τον λόγο), κι αν δεν προλάβουν γίνονται σκόνη και στάχτες. Τη στιγμή που αποχωρούν από ένα μέρος, για να πάνε να κρυφτούν, ακούγεται ένα δυνατό «μπαμ!» χάνονται κι αφήνουν πίσω τους έναν καπνό και κανείς δεν τολμά να βγει από το σπίτι για να δει τί ήταν αυτό το «μπαμ!» που ακούστηκε -από «σύμπτωση», αυτή η δοξασία βολεύει πάρα πολύ τους παράνομους εκείνους ψαράδες που ψαρεύουν με δυναμίτη τα χαράματα.

Στη Σάμο πιστεύουν ότι παρουσιάζονται μετά τα μεσάνυχτα μέχρι να λαλήσει ο κόκορας, αλλά βγαίνουν και ακριβώς στις 12.00 το μεσημέρι, μόνο που δεν μπορούν να απομακρυνθούν από τον τάφο τους. Στις παραδόσεις της Χίου, οι βρυκόλακες αποχωρούν μόνο όταν λαλήσει τρεις φορές ο λευκός κόκορας. Στην Αμοργό επίσης πιστεύουν ότι οι «βουρκόλακες» βγαίνουν ακόμη και την ημέρα. Στη Μακεδονία πιστεύουν ότι βγαίνουν μόνο τις νύχτες με πανσέληνο.

Είναι τόσες πολλές οι ελληνικές παραδόσεις και οι δοξασίες για το ποιοι άνθρωποι βρυκολακιάζουν όταν πεθάνουν, που αν ισχύουν όλες τους, τότε κανείς δεν είναι «υπεράνω πάσης υποψίας» στα νησιά του Αιγαίου. Στη Μυτιλήνη πιστεύουν ότι βρυκολακιάζουν όσοι έχουν κάνει μεγάλα εγκλήματα, αλλά και όσοι χτυπούν τους γονείς τους, οι τοκογλύφοι, οι μεθύστακες, αυτοί που αυτοκτονούν, όσοι έχουν αλλάξει την πίστη τους και όσοι δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία.

Στην Άνδρο, βρυκόλακες γίνονται εκείνοι που όταν πέθαιναν κάποιος τους βλαστήμησε ή τους καταράστηκε για κάτι κακό που έκαναν στη ζωή τους, γι’ αυτό στην Ελλάδα ο ετοιμοθάνατος πάντα ζητά συγχώρεση από όσους ανθρώπους έβλαψε στη ζωή του.

Οι αδικοσκοτωμένοι, οι ταλαιπωρημένοι, οι μαγεμένοι από κακές μάγισσες, αυτοί που αργούν να ξεψυχήσουν, όσοι δεν πρόλαβαν να εκπληρώσουν μια ιερή υπόσχεση που έδωσαν, αυτοί που για κάποιο λόγο μένουν άταφοι, τα αβάφτιστα μωρά που πέθαναν πριν προλάβουν να τα βαφτίσουν κι αυτοί που πεθαίνουν μόνοι τους τη νύχτα με πανσέληνο, όλοι αυτοί βρυκολακιάζουν σύμφωνα με τις δοξασίες πολλών νησιών του Αιγαίου. Στη Σκύρο πιστεύουν ότι βρυκολακιάζουν μόνο οι άταφοι και οι «άψαλτοι» το ίδιο και στη Θράκη.

Πολλοί πιστεύουν ότι βρυκολακιάζει και ο νεκρός εκείνος που τον έθαψαν χωρίς να περάσουν εικοσιτέσσερις ώρες από τον θάνατο του κι αυτό μας φέρνει στον νού περιπτώσεις Νεκροφάνειας. Πολλοί άνθρωποι έχουν θανατωθεί ως «βρυκόλακες» γιατί είχαν νεκροφάνεια και ξαφνικά «ζωντάνεψαν» πολλές ώρες ή και μέρες μετά το θάνατο τους. Αλλά βρυκολακιάζουν και όσοι έχουν την ατυχία να περάσει μια γάτα από πάνω τους μόλις ξεψυχήσουν, γι’ αυτό και οι άνθρωποι φυλούν πολύ καλά το δωμάτιο του νεκρού μέχρι να τον πάρουν για την ταφή του.

Για τη μορφή και την εμφάνιση του Βρυκόλακα, όλοι οι νησιώτες διαφωνούν και οι πεποιθήσεις ποικίλουν από νησί σε νησί. Στη Σκόπελο δεν έχουν καθόλου σάρκες αλλά είναι σκελετοί που περπατούν και στην Αλόννησο έχουν σάρκες μαύρες και γυαλιστερές, που λάμπουν στο σκοτάδι. Στο Πήλιο είναι λαμπεροί, και στα Άγραφα είναι αόρατοι εκτός από τις νύχτες με φεγγάρι. Στη Σαμοθράκη πιστεύουν ότι το σώμα τους είναι από φωτιά, αλλά μπορεί να είναι και σκιές ή να είναι τελείως αόρατοι.

Στις Σπέτσες, στην Ύδρα και στα Κύθηρα, είναι κακόσχημοι καμπούρηδες με κατάμαυρα χέρια και μεγάλα νύχια. Στην Τήνο έχουν την μορφή του νεκρού, αλλά με μακριά γένια, μακριά μαλλιά, και γαμψά μακριά νύχια. Στη Χίο είναι λευκοντυμένοι –με τα σάβανά τους– αλλά έχουν και έναν αρχηγό, που είναι τριπλάσιος σε μέγεθος και κατάμαυρος κι ολόγυρα του χοροπηδούν οι άλλοι. Στη Λέσβο έχουν πρόσωπο κατακόκκινο και πολύ άγριο, κι έχουν δόντια σαν του σκύλου ή σαν της γάτας. Πολλές φορές περπατούν με τα τέσσερα και ουρλιάζουν σαν λύκοι.

Στη Χίο φοβούνται να κοιτάξουν τη νύχτα σ’ έναν καθρέφτη γιατί είναι σίγουρο ότι αν το κάνουν, θα δουν στον ύπνο τους ένα βρυκόλακα. Στη Λέσβο πιστεύουν το ίδιο για κάποιον που θα κάνει το λάθος να σφυρίξει μετά τα μεσάνυχτα. Στη Θάσο, εμφανίζεται στα όνειρα των κακοκοιμισμένων και τους τυραννά, και τότε του δίνουν το όνομα «Βραχνάς». Στη Σκιάθο πιστεύουν ότι ο Βρυκόλακας κυνηγά μόνο τους συγγενείς του.

Στην Αμοργό πιστεύουν ότι τα τέρατα αυτά τρώνε και κρέας: επιτίθενται στα αιγοπρόβατα, μπαίνουν στα σπίτια και τρώνε ό,τι φαγώσιμο βρουν και πίνουν το λάδι από τα καντήλια στα εικονίσματα, πίνουν ακόμη και νερό (γι’ αυτό και δεν πρέπει ποτέ να αφήσεις ένα ποτήρι με νερό δίπλα σου όταν κοιμάσαι). Με μία μεγάλη μαγκούρα στο χέρι, γυρίζουνε μετά τα μεσάνυχτα στους δρόμους και ενοχλούν και τρομάζουν τους ανθρώπους, ειδικά τις γυναίκες και τα παιδιά, πετάνε πέτρες στους περαστικούς ή τους κυνηγούν για να τους πιάσουν, κι αυτοί τρελαίνονται από το φόβο τους.

Πολλές φορές οι βρυκόλακες φεύγουν από τον τόπο τους που είναι θαμμένοι και πηγαίνουν σε άλλα μακρινά μέρη, παίρνοντας τη μορφή ζωντανών ανθρώπων. Ζουν ανάμεσα στους ζωντανούς, κάνουν φίλους και συμμετέχουν στα γλέντια, αλλά δεν πίνουν ποτέ κρασί. Κάνουν και διάφορες δουλειές, ζώντας μια συνηθισμένη ζωή. Η περισσότερο διαδεδομένη είναι «παπουτσής» ή «τσαγκάρης». Ως «παπουτσήδες» αναφέρονται συχνά στη Σαντορίνη, στη Λαμία, στη Σάμο, στην Άρτα, στη Ρόδο και στη Μάνη. Πολλές φορές ακόμη και παντρεύονται ή κάνουν παιδιά.

Στην Κρήτη, τα παλιά χρόνια, αν έμενε έγκυος η γυναίκα κάποιου που ήταν στείρα, τότε έλεγαν πως κοιμήθηκε την νύχτα με τον «Καταχανά». Τα παιδιά που κάνουν είναι χωρίς κόκαλα, δεν κοιμούνται τις νύχτες, φοβούνται το θυμιατό και δεν κλαίνε ποτέ. Στην Κρήτη, αν περπατάς μόνος σου τη νύχτα και ακούσεις κάποιον να φωνάζει το όνομα σου, δεν πρέπει να απαντήσεις γιατί είναι κάποιος βρυκόλακας και αν αποκριθείς θα σε πάρει μαζί του. Αυτή η πεποίθηση συγγενεύει με εκείνη περί του «αμίλητου νερού», το νερό που πρέπει να πάρεις μια συγκεκριμένη ώρα της νύχτας από τη βρύση και να μη μιλήσεις καθόλου στη διαδρομή για το σπίτι, ό,τι κι αν ακούσεις, για να μη σε πάρουν οι νεράιδες.

Στις παλιές εποχές, στην Χίο, υπήρχε τόσος μεγάλος φόβος και τρόμος για τους βρυκόλακες ώστε κανείς δεν τολμούσε να βγει τη νύχτα έξω μόνος του (κι ίσως αυτός ο φόβος να είναι η αληθινή ρίζα της πεποίθησης ότι οι «Χιώτες πηγαίνουν δυο-δυο»). Οι βρυκόλακες παίρνουν τα εφταμηνίτικα παιδιά μαζί τους στους χορούς τους και τα αναγκάζουν να τραγουδούν. Πειράζουν τους παπάδες πετώντας τους πέτρες, κάνουν ζημιές στα σπίτια των χωρικών σπάζοντας τα παράθυρα και τα έπιπλα, ενώ στα περισσότερα νησιά συνήθως παραμονεύουν τις νύχτες στα σταυροδρόμια.

Ο περιηγητής γιατρός Zallony, έχει καταγράψει σε χειρόγραφο του 19ου αιώνα, αυτά που άκουσε και είδε για τους Βρυκόλακες στα νησιά του Αιγαίου: «Παράξενες ιστορίες αρχίζουν να κυκλοφορούν στα νησιά. Κάποιοι διηγούνται ότι είδαν τάχα τον πεθαμένο να περιφέρεται στο σκοτάδι της νύχτας ουρλιάζοντας. Άλλος τον είδε να περνά στον αέρα το μεσημέρι πάνω σ’ ένα σύννεφο φωτιάς.

Άλλος πάλι βεβαιώνει ότι ξύπνησε τα μεσάνυχτα από σπαρακτικούς αναστεναγμούς και αντίκρισε ανάμεσα σε καπνούς και σε φλόγες ένα φάντασμα σαβανωμένο, δεμένο με αλυσίδες να βασανίζεται από ένα ολόκληρο κοπάδι διαβόλων. Άλλοι φοβούνται να πάνε στα πηγάδια μόλις πέσει ο ήλιος, για να μην τους αρπάξει και τους τραβήξει μέσα στην τρύπα ο βρυκόλακας. Και άλλοι αφήνουν μια δεμένη κότα στο κατώφλι του σπιτιού, για να την φάνε οι βρυκόλακες και να μην μπούνε μέσα στο σπίτι το βράδυ.

»Όλες αυτές οι τερατώδεις διαδόσεις, συσσωρεύονται μέρα με την ημέρα, μεγαλώνουν κι όλοι πιστεύουν ότι ο βρυκόλακας τυραννά με όλους τους τρόπους τους ζωντανούς για να λυτρωθεί από τις αμαρτίες του, ότι σέρνει από τα πόδια τους κοιμισμένους αν τ’ αφήνουν να προεξέχουν από τα σκεπάσματα στο κρεββάτι, ότι τρέχει σαν σίφουνας στα χωράφια και στις αγκαθιές. Μεταμορφώνονται σε μαύρο σκύλο, μαύρο κοράκι ή μαύρη γάτα και ουρλιάζουν όλη τη νύχτα, παγώνοντας το αίμα των ανθρώπων.

»Και οι παπάδες, αντί να διαφωτίσουν το ποίμνιο για τις πλάνες του, το βυθίζουν βαθύτερα σ’ αυτές,προστάζοντας να διαβάζεται κάθε μέρα χαιρετισμός της Παναγίας και δέηση υπερ της αναπαύσεως της ψυχής του βρυκόλακα, να κλειδαμπαρώνονται οι κάτοικοι στα σπίτια τους και να τοποθετούν κέρινους σταυρούς στις πόρτες τους. Αλλά απ’ αυτόν τον γενικό τρόμο επωφελούνται οι ερωτευμένοι. Συναντιούνται τις νύχτες χωρίς να φοβούνται ότι θα τους δουν και καταφεύγουν σε πονηρά τεχνάσματα.

Έχουν φανάρια σκεπασμένα με μαύρο ύφασμα, ώστε να σκοτεινιάζει η λάμψη τους και τρέχουν τη νύχτα ουρλιάζοντας και σέρνοντας μεγάλες αλυσίδες. Οι περίεργοι τρέχουν για να κλειστούν στα σπίτια τους. Έτσι οι εραστές βρίσκουν την ευκαιρία να σκαρφαλώνουν στα δώματα και να μπαίνουν στις κάμαρες των κοριτσιών από τα παράθυρα, ή τρέχουν μαζί και κρύβονται στους θάμνους ή στους στάβλους ή κάτω από τις βάρκες, ενώ οι άλλοι χωρικοί τρυπώνουν βαθιά στο κρεβάτι τους τρέμοντας, και κουκουλώνονται με τα παπλώματα»


Ο G. F. Abbot, στο έργο του Macedonian Folklore, σημειώνει κάτι ενδιαφέρον: «Στη Βόρειο Ελλάδα, οι άνθρωποι που έχουν γεννηθεί το Σάββατο, οι οποίοι αποκαλούνται Σαββατιανοί ή Σαββατογεννημένοι,πιστεύεται ότι έχουν το αμφιλεγόμενο προνόμιο να βλέπουν τα φαντάσματα και τα κακά πνεύματα και να κατέχουν μεγάλη επιρροή πάνω στους Βρυκόλακες. Ένας κάτοικος του Σοχού, διαβεβαίωσε τον γράφοντα ότι ένας Σαββατιανός είχε παγιδέψει έναν βρυκόλακα σε έναν αχυρώνα και τον έβαλε να μετράει τα στάχυα και τους κόκκους του σταριού. Καθώς ο δαίμονας ήταν απασχολημένος με το μέτρημα, ο Σαββατιανός κατάφερε να τον καρφώσει στον τοίχο. Στα Λιακοβίκια, πιστεύεται ότι ο Σαββατιανός χρωστά τη δύναμή του σε ένα μικρό σκυλάκι, που τον ακολουθεί κάθε απόγευμα και διώχνει μακριά τους βρυκόλακες! Και λέγεται επίσης, ότι σ’ αυτές τις περιστάσεις ο Σαββατιανός είναι αόρατος σε όλους εκτός από το μικρό σκυλάκι»

Ο Γάλλος γιατρός D. Icard, στη μελέτη του La Mort reelle et la Mort apparente (1897) και σε σχετικό άρθρο του στο ιατρικό περιοδικό La Presse Medicale (Aug. 1904) αναφέρεται στις συχνότατες περιπτώσεις νεκροφάνειας στην Ελλάδα και σε πολλά ελληνικά παράξενα περιστατικά. Μεταξύ άλλων γράφει: «Έχω στα αρχεία μου για την Ελλάδα 22 περιπτώσεις ανεξήγητης αναβίωσης ανθρώπων που είχαν διαγνωστεί ως νεκροί από τους γιατρούς τους και μάλιστα σε μία απ’ αυτές ένα πτώμα “συνήλθε” από το θάνατό του και σηκώθηκε απότομα όρθιο, με την παρουσία δεκάδων γιατρών αφού ήταν γιατρός, κατά τη διάρκεια της κηδείας του. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο Δρ. Μ. Κ. Μπουσσάκης (Boussakis) καθηγητής της Φυσιολογίας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, ήταν αυτόπτης μάρτυρας σ’ αυτό το εξωφρενικό περιστατικό, όπως επίσης και ο διακεκριμένος γιατρός Δρ. Ζάχος Λουζιτάνος (Luzitanus). Πρέπει να υπενθυμίσω ότι η Ελλάδα είναι η χώρα στην οποία η πίστη στα Βαμπίρ, στους Βρυκόλακες, συνεχίζει να επιβιώνει και μάλιστα έντονα»

Ο Lawson, στο Modern Greek Folklore, γράφει: «Στη Θεσσαλία, μου είπαν για μια οικογένεια που ζει στη Δομοκό, που αναγνωρίζουν έναν Βρυκόλακα ανάμεσα στους προγόνους τους πριν από δύο ή τρεις γενιές, και πως μέσω της γενεαλογίας του κληρονόμησαν μια συγκεκριμένη ιδιότητα που τους καθιστά ικανούς να αντιμετωπίζουν πολύ δραστικά τους Βρυκόλακες που στοιχειώνουν κατά περιόδους την εξοχή. Και μάλιστα, τόσο πολύ οι άνθρωποι αναγνώριζαν και σέβονταν τις ικανότητες της οικογένειας αυτής, που καλούσαν τα μέλη της ως ειδικούς συμβουλάτορες όταν απομακρυσμένες περιοχές είχαν προβλήματα με Βρυκόλακες»

Στη Λέσβο, αν δουν κάποιοι φάντασμα στην αυλή τους πρέπει να το πετροβολήσουν με το αριστερό χέρι. Ακόμη βάζουν πίσω από την πόρτα τους ένα σταυρό από καλάμια ή ένα δίχτυ ψαρέματος δεμένο με κόκκινη κλωστή. Πολλές φορές έβαζαν σε πολλά νησιά, ένα κομμάτι χοιρινή γλώσσα πάνω στην πόρτα, καρφωμένο με καρφί που ήταν βγαλμένο από φέρετρο. Στην Κρήτη ζωγραφίζουν στην πόρτα τους μία «μούντζα». Στη Σαντορίνη σφράγιζαν τις νύχτες τις κλειδαρότρυπες με αντίδωρο από την εκκλησία και έβαζαν μικρούς σταυρούς στο γείσο των παραθύρων.

Η πιο διάσημη προστασία είναι το γνωστό ξόρκι: «Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά», ή ακόμη κι εκείνο το «έξω από ‘δώ, στα όρη στα άγρια βουνά» που πρέπει πάντα να το λέει μια ηλικιωμένη γυναίκα. Στη Νίσυρο, για να προστατευτούν τις νύχτες από τους «Βαρδάλακες» κουβαλούσαν μαζί τους ένα «μαυρομάνικο» μαχαίρι, βρεγμένο τουλάχιστον μία φορά με αγιασμό. Το ίδιο και στην Εύβοια, που επιπλέον πίστευαν ότι ο Βρυκόλακας δεν μπορεί να μπει στο σπίτι αν υπάρχουν τοποθετημένα μερικά πιάτα σε σχηματισμό σταυρού πάνω στον τοίχο.

Στη Μυτιλήνη βάζουν ένα μικρό σταυρό μέσα στο στόμα του νεκρού μόλις ξεψυχήσει και ρίχνουν στον τάφο του αγιασμό και λάδι. Στην Τήνο κάνουν το ίδιο, μόνο που ο σταυρός πρέπει να είναι από κερί του Επιτάφιου. Στην Κρήτη όμως, σφράγιζαν το στόμα του νεκρού με λιωμένο κερί φτιάχνοντας το σχήμα του σταυρού. Στο Καστελόριζο, αφήνουν δίπλα στο καντήλι του σπιτιού του νεκρού, ένα ποτήρι με νερό για σαράντα μέρες «για να πίνει η ψυχή του νεκρού να ξεδιψά, μην αποζητήσει αίμα». Στη Σκιάθο πιστεύουν ότι ο Βρυκόλακας «φοβάται πολύ το αλμυρό νερό» και γενικώς σε όλα τα νησιά πιστεύουν ότι δεν πλησιάζει ποτέ στη θάλασσα.

ΟΠΛΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΒΡΥΚΟΛΑΚΩΝ

Ασβέστης, αλμυρό νερό, βρασμένο λάδι, ξύδι, σκόρδα και κρεμμύδια, κερί εκκλησίας, σταυρός, αγιασμός, μαυρομάνικα μαχαίρια, ξύλο συκιάς και ξύλο ελιάς, καρφιά από φέρετρο, στειλιάρι από φτυάρι νεκροθάφτη, καινούργια ψαροδίχτυα, φωτιά, θειάφι, λευκά κεριά, καρδιά από γουρούνι, στάχτη από το τζάκι του παπά, βραστό νερό και πέτρες με ζωγραφισμένους σταυρούς πάνω τους, λένε ότι είναι αποτελεσματικά όπλα εναντίον του Βρυκόλακα. Αλλά ο πιο συνηθισμένος και αποτελεσματικός τρόπος για την πλήρη εξόντωση του –στις λαϊκές παραδόσεις– είναι το κάρφωμα του λειψάνου του με έναν σιδερένιο λοστό.

Σε πολλά μέρη πίστευαν πως για να εξοντωθεί σίγουρα ο βρυκόλακας, έπρεπε να τον βγάλουν από τον τάφο του και να τρυπήσουν την κοιλιά. Έπειτα αφαιρούσαν την καρδιά του, την καίγανε σε φωτιά από ξύλο ελιάς, και τον ξαναθάβανε σε άλλο μέρος. Σε άλλα μέρη πιστεύουν ότι πρέπει να πάει στον τάφο και να τον ξεθάψει ένας Σαββατογεννημένος. Του βγάζει την καρδιά, την τρυπά με ένα σιδερένιο σουβλί και την ρίχνει σε καυτό ξύδι που βράζει σε μια κατσαρόλα εκεί δίπλα του. Έπειτα ρίχνει το βραστό ξύδι πάνω στον νεκρό και τον θάβει πάλι. Πολλές φορές τον ξαναθάβουν σε λιωμένο καυτό ασβέστη και του χύνουν στον αφαλό ζεματιστό νερό.

Είναι πολύ διαδεδομένο πως στο νεκροταφείο του χωριού Βουρκωτή στην Άνδρο, κανενός νεκρού το λείψανο δεν είναι απείραχτο. Τον παλιό καιρό όλων των νεκρών οι καρδιές ήταν καρφωμένες με μαυρομάνικο μαχαίρι. Στην Εύβοια, το 1791, πιστεύοντας ότι οι βρυκόλακες ήταν υπεύθυνοι για μία πολύ μεγάλη επιδημία, ξέθαψαν όλους τους νεκρούς και τους έκαιγαν με ένα πυρωμένο σίδερο στην καρδιά, το περιστατικό έχει καταγραφεί στο σπάνιο ταξιδιωτικό βιβλίο Voyageen Grece de Xavie Scrofani, το οποίο θεωρείται πολύτιμο σύγγραμμα για τους μελετητές των παράξενων ελληνικών παραδόσεων, γιατί είναι γεμάτο από καταγραφές παράξενων περιστατικών και δοξασιών.

Στις παραδόσεις των νησιών του Αιγαίου συναντούμε την πληροφορία, ξανά και ξανά, ότι όταν οι άνθρωποι κατόρθωναν να πιάσουν έναν βρυκόλακα, τον έβαζαν μέσα σ’ ένα σακί και πριν λαλήσει ο κόκορας, τον πήγαιναν και τον πετούσαν πάνω σε ένα ξερονήσι. Από εκεί δεν μπορούσε να φύγει και τελικά έλιωνε. Το Ποντικονήσι στην Κέρκυρα, που πολλοί το αποκαλούν «το απολιθωμένο καράβι των Φαιάκων», απεικονίζεται στον περίφημο πίνακα του Μπαίκλιν Το Νησί των Νεκρών, διασώζοντας έτσι, κάτι από το παρελθόν του ως νησί-νεκροταφείο, που όλοι το φοβόντουσαν όταν έδυε ο ήλιος.

Στα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά, ο πιο ισχυρός μυστικός τόπος εξορίας των βρυκολάκων είναι το νησάκι Καμένη (ή Καημένη) της Σαντορίνης. Και είναι, λένε, ο πιο αποτελεσματικός τόπος εξ’ αιτίας της ύπαρξης του ηφαιστείου και της μεγάλης ποσότητας θειαφιού που έχει η περιοχή. Μάλιστα πιστευόταν ότι ήταν τόσοι πολλοί οι βρυκόλακες που είχαν εξοριστεί εκεί, που είχαν φτιάξει και μια μικρή δική τους κοινωνία πάνω στο νησάκι, και γι’ αυτό δεν τολμούσε ποτέ κανείς να το πλησιάσει.

Στη Μύκονο τους εξόριζαν στο νησάκι του Άη Γιώργη και στο παράξενο νησάκι Μπάου, που λένε μέχρι σήμερα ότι τα βράχια του έχουν αποτυπωμένα πάνω τους τα πρόσωπα βρυκολάκων, και ότι κάποια από αυτά έχουν σχήμα νεκροκεφαλής (που μπορεί όμως να είναι τεχνητό, σαν σημάδι για να το αποφεύγουν οι βάρκες και τα πλοία). Στα Χανιά, τους εξόριζαν στο νησάκι Καλαθάς, στα βόρεια του ακρωτηρίου.

Στη Λέσβο τους εξόριζαν στο νησάκι Λαγός, απέναντι από τη Μήθυμνα (Μόλυβος) και μάλιστα μέχρι σήμερα οι κάτοικοι αρνούνται να στήσουν τουριστικές εγκαταστάσεις εκεί γιατί το φοβούνται από τις ιστορίες που έχουν ακούσει από τους παππούδες τους, (το όμορφο αυτό νησάκι είναι γεμάτο λαγούς, απ’ όπου και το τοπικό του όνομα, και πολλοί πιστεύουν ότι οι λαγοί αυτοί είναι «βρυκολακιασμένοι»!). Το νησάκι Δασκαλιό κοντά στην Κύθνο, θεωρείται επίσης ένας τόπος εξορίας βρυκολάκων. Το νησάκι Λειψοί, ανάμεσα στην Πάτμο και στη Λέρο, ήταν γνωστό ως το «Νησί των Νεκρών» κι όποιος έβγαινε πάνω του δεν ξανάφευγε ποτέ. Στην ίδια περιοχή, το Φαρμακονήσι ήταν τρομερός τόπος κατοικίας βρυκολάκων.


Στις δοξασίες για βρυκόλακες οφείλουν οι Βόρειες Σποράδες το παλιό τους όνομα: «Δαιμονονήσοι».

Επίσης, τα νησάκια Νεκρό και Νεκροθήκες στην Κάλυμνο. Το νησάκι Δαιμονόπετρα της Ικαρίας, και το φοβερό Διαβολολίμανο της Σάμου. Επίσης είναι πολύ παράξενο ότι στο Αιγαίο υπάρχουν πολλά νησάκια-νεκροταφεία, στα οποία οι κάτοικοι έθαβαν τους νεκρούς τους, για να μην κινδυνεύουν αν κάποιοι από αυτούς βρυκολάκιαζαν. Μερικά απ’ αυτά είναι η Παναγία η Νησιώτισα στην Εύβοια, ο Άγιος Φωκάς έξω από την Μονεμβασιά, η Εκάτη της Δήλου, η νησίδα Ιλισσού, η Απολλωνία και τα Δαιμονονήσια έξω από την Κάρπαθο. Ο θρύλος λέει για τρία-τέσσερα νησάκια που ήταν κάποτε κοντά στην Κω, αλλά οι βρυκόλακες τα πήρανε (!) και εξαφανίστηκαν, για να εμφανίζονται στους ναυτικούς σε σημεία που δεν υπάρχουν νησάκια στο χάρτη, τα οποία τα λένε «Φαντασματονήσια».

Στην Μύκονο υπάρχει ένα μικρό ακρωτήριο που λέγεται Βουρβούλακας, γιατί εκεί στοίχειωνε το μέρος ένας πολύ άγριος βρυκόλακας και μάλιστα από μακριά το ακρωτήριο μοιάζει σαν κώνος που προεξέχει σαν τον πύργο του βρυκόλακα που είναι το «βροκολακόσπιτό» του. Τα τρομερά Βρυκολακονήσια, είναι έξι μικρά νησάκια κοντά στις βορειοανατολικές ακτές της Σκύρου, τα οποία βέβαια κατοικούνται από βρυκόλακες που πίνουν το αίμα των ψαράδων που θα τολμήσουν να βγουν στην ακρογιαλιά τους. Στην Κάρπαθο (που έτσι κι αλλιώς το όνομα της θυμίζει Καρπάθια) υπάρχει ένα μέρος που λέγεται Χας, όπου τα παλιά χρόνια πίστευαν ότι υπάρχει ένα χωριό βρυκολάκων. Στην Κρήτη πίστευαν το ίδιο για ένα μέρος που λέγεται Καταχανάς (που στα κρητικά σημαίνει βρυκόλακας, περιπλανώμενος ή αόρατος).

Στο χωριό Κλειδί της Άρτας υπάρχει μια μοναδική στο είδος της δοξασία: πιστεύουν ότι όταν ο νεκρός είναι αμαρτωλός, τότε το μνήμα του σηκώνεται από την κανονική του θέση και πάει αλλού (!) κι αλλάζει συνέχεια θέση, και πρέπει να διαβαστούν ευχές για να σταματήσει αυτή η δαιμονική κατάσταση. Στη Θράκη, πιστεύουν ότι οι βρυκόλακες περιπλανιούνται στα όνειρα των ανθρώπων, εμφανίζονται στα όνειρα των κοιμισμένων και φέρνουν εφιάλτες, και τότε τους ονομάζουν «Μόρα».

Στα παράλια της Μικράς Ασίας τραγουδούσαν ένα όμορφο δημοτικό τραγούδι για τους βρυκόλακες, που έχει μείνει γνωστό ως Το Τραγούδι της Αρετής, αν και πολλές φορές συναντάμε παραλλαγές του με τον τίτλο:

Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού

«Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογάτο
και το μνημί του Κωνσταντή αναθεμάτιζέ το.
Ανάθεμα σε Κωνσταντή κι εσύ και το καλό σου.
Το τόσο μυριανάθεμα ο Κωνσταντής βαρέθη.
Κάνει το μνήμα του άλογο και το καντήλι σέλα,
και τα κιβουροχάλικα τα κάνει χαλινάρια
παίζει βιτσιά του μαύρου του κι άγριος αλυχτάει.

Απού την χείρα την αρπά, στον μαύρο την καθίζει
παίζει βιτσιά τ’ αλόγου του, σαν τον αέρα πάει.
Για δέ κοράσιο όμορφο το σέρνει αποθαμένος
και όντεν επερνούσανε στα μνήματα απ’ έξω:
κατές τώρ’ Αρετούσα μου, στο σπίτι μας να πάεις;
Κατέχω Κωνσταντίνο μου, στο σπίτι μας να πάω
κι ο Κωνσταντής εχάθηκε στη μέση των μνημάτων.

Χτυπάει η πόρτα, αχ, αν είσαι αγέρας πήγαινε, αν είσαι Χάρος διάβα,
κι αν είσαι ο Πικροχάροντας δεν έχω πιά παιδάκια.
Άνοιξε μάνα μ’, άνοιξε, εγώ ‘μαι, η Αρετούσα
Δείξε τον αραβώνα σου από την κλειδωνιάστρα
κι αν είσαι η Αρετούσα μου τότις ‘ναι θα σ’ ανοίξω.
Δείχνει τον αρραβώνα της κι ετότες της ανοίγει
μα ώσπου να χαιρετηθούν, απόθανεν η μάνα
σαν είδε την βουρλάκαινα με τα μεγάλα δόντια»

Τα νεκροζώντανα αυτά τέρατα τυραννούσαν για πολλά χρόνια τους Έλληνες.

Και είχε τόσα μα τόσα ονόματα ο Βρυκόλακας από μέρος σε μέρος: Βρικόακας στη Σαμοθράκη, Βροκόλασκας στη Μήλο και στη Νάξο, Ζούλακας στη Θήβα, Βρυκολάκι στην Αμοργό, Βίλις στις Σέρρες, Βρουκόακας στη Σάμο, Βορκόλακας στην Κύθνο και στην Τήλο, Βουρκόλακας στην Λέσβο, Κάρπαθο, Κρήτη, Μήλο και Κύθηρα, Βουρβούλακας στην Άνδρο και στην Κω, Βαρθάκαλας στη Νίσυρο και στη Σήμη, Βουρβουλακίνα στην Χίο, Κατράμης στον Έβρο, Βελιγκέκας στα Ιωάννινα, Καταχανάς στην Κρήτη… Κι ονόματα άλλα που δεν έχουν τέλος: Βάρθακας, Βυρκόλασκας, Βουλκούλακας, Βρυόλακας, Βρύλακας, Βαρβάλακχας, Βούρλοκας, Βούρδουλας, Βρικουλάκιας, Βουρκσόλακας, κλπ, κλπ. Ακόμη, τον συναντά κανείς σε όλη την Ελλάδα και με τα ονόματα: Λάμπασμα, Λάμια, Φάντακας, Στημένος, Κατσικάς, Βραχνάς, Κατραχανάς, Καταχθόνιος, Γούστρελλος, Ντουσμάνης, Καλαμπάουρας, Καραμπουσμπούκης.

Όποια κι αν είναι η εξήγηση για τις αληθινά αμέτρητες δοξασίες για βρυκόλακες στην Ελλάδα, ήταν η αφορμή για να γραφούν εκατοντάδες συγγράμματα για την αντιμετώπιση τους, όπως αυτής της Ιεράς Μονής Βλαχέρνου, Περί Βουλκολάκων:

«Ο θείος Πατριάρχης Ιωάννης ο Νηστευτής, ούτως λέγει ότι ήκουσα εις πολλούς νήσους και πόλεις γίνεται φρικτόν και παράνομον πράγμα από μεγάλης αγνωσίας των ανθρώπων και ενεργείας σατανικής, και λέγουν όταν αποθάνουν εξ αυτών τινές, σηκώνονται και γίνονται καταχθόνιοι, τους οποίους αποκαλούν βουλκολάκους και αυτοί λέγουν πως θανατώνουν τους ζωντανούς. Πλανώνται και καίουν τους αδελφούς τους κακόν το έπαθαν, δεν ξεύρουν πως ο διάβολος γίνεται και ωσάν άγγελος και καλόγερος και κοσμικός άνδρας, και γυναίκα και παιδί και ξύλον και ραβδί και δάκτυλον και νερό και αίμα και δίσκος λαμπρός και φωτιά και άνθρωπος αποθαμένος – και πάσα άλλον πράγμα όπου να είναι γίνεται κατά φαντασίαν και διά τούτο δεν πρέπει να το πιστεύει τινάς αυτό που βλέπετε εις το κορμί του αποθαμένου, διατί ο άνθρωπος ωσάν αποθάνη αίμα δεν έχει και μην πλανάσθε εις του διαβόλου τας φαντασίας.

»Ει δε, όποιος βουληθεί και κάψει τον αδελφό του ως βουλκόλακα, αν είναι κληρικός να είναι καθηρημένος και να μην μεταλάβει έως τον θάνατο του, ει δε κοσμικός συνεργήσει, είκοσι χρόνους ακοινώνητος. Παύσατε επιτέλους τοιαύτες βλάσφημες πράξεις»

Το φανταστικό βαμπιρικό ρομάντσο του 1870 με τίτλο Varney the Vampire, or The Feast of Blood (ένα από τα πρώτα βιβλία –ίσως και το πρώτο βιβλίο– του Φανταστικού για Βαμπίρ) μεταξύ πολλών άλλων διηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου ο οποίος περνά μια απίστευτη περιπέτεια στα τρομερά Βρυκολακονήσια της Σκύρου.

Στην Ιστορία των Φραγκικών Δουκάτων του Αιγαίου που κυκλοφόρησε πριν από τρεις αιώνες στο Παρίσι από τον Sauger, καταγράφονται τα εξής για τη Σαντορίνη: «Σ’ αυτό το νησί συμβαίνει κάτι ασύλληπτο για μένα, μα που φαίνεται εκεί συνηθισμένο. Μερικοί από τους πεθαμένους ξαναγυρίζουν στα σπίτια τους λίγες μέρες ύστερα από την ταφή τους και κανείς δεν ξέρει τί είναι αυτό που τους ξαναζωντανεύει. Οι Σαντορινιοί τους λένε Βουκόλακες»

Η παλιά τουριστική έκδοση Murray’s Handbook for Travellers in Greece, πληροφορεί τους αναγνώστες της: «Λένε ότι στη Σαντορίνη οι νεκροί δεν λιώνουν. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στη θειούχο σύσταση του εδάφους, που αποτρέπει ή καθυστερεί το λιώσιμο, μουμιοποιώντας τους πεθαμένους. Η αντισηπτική ιδιότητα του εδάφους και η συχνή ανακάλυψη αναλλοίωτων πτωμάτων έγιναν αιτίες να γεννηθούν πολλές δεισιδαιμονίες ανάμεσα στους κατοίκους του νησιού. Έτσι, η Σαντορίνη απέκτησε την φήμη του ιδανικότερου τόπου διαμονής για τους Βρυκόλακες. Όπως λένε “κομίζει γλαύκαν ες Αθήνας”, σ’ αυτά τα μέρη ακούγεται το ‘στέλνει βρυκόλακες στη Σαντορίνη’».

Ο Άγγλος περιηγητής Robert Peshley, γράφει το 1837: «Πολλοί Υδραίοι μου διηγήθηκαν την ιστορία για το πως ένα διάστημα το νησί τους είχε γεμίσει βρυκόλακες. Η εξαφάνιση τους ήταν αποκλειστικά έργο της σωτήριας δράσης του επισκόπου τους. Αυτός κατάφερε να τους στείλει όλους στη Σαντορίνη, όπου βρίσκονται ακόμη σε πολύ μεγάλους αριθμούς. Εκεί, πάνω σ’ αυτό το έρημο νησί, περιπλανώνται μέχρι τις άκρες των απόκρημνων γκρεμών του, χωρίς ελπίδα διαφυγής, κι αγριεμένοι σπρώχνουν τεράστιους βράχους να κυλήσουν στο νερό. Όποιος είναι αρκετά θαρραλέος και βρεθεί κοντά στην ακτή, ίσως ν’ ακούσει τις διαπεραστικές κραυγές και τ’ απόκοσμα ουρλιαχτά τους, φωνές που πάντα προμηνύουν μιά επερχόμενη καταιγίδα ή κάποια ακόμη χειρότερη φυσική καταστροφή»

Στα νεκροταφεία πολλών περιοχών της Ελλάδας, έχουν βρεθεί εκατοντάδες λείψανα καρφωμένα στο φέρετρο τους, για να μην μπορούν να βγουν από τον τάφο. Το 1960, ανακαλύφθηκε στη Μυτιλήνη ένας σκελετός, γερά στερεωμένος στο χώμα με ατσαλόπροκες πολύ μεγάλης διαμέτρου. Το 1990, κατά την διάρκεια αρχαιολογικών ανασκαφών στην Άνω Σκάλα Λέσβου, οι Καναδοί αρχαιολόγοι που ερευνούσαν ένα τουρκικό νεκροταφείο του 19ου αιώνα, ανακάλυψαν μέσα σε μιά πέτρινη κρύπτη το λείψανο ενός άγνωστου Μωαμεθανού, μάλλον μεσήλικα, ο οποίος θάφτηκε καρφωμένος στο λαιμό, στα χέρια, στη λεκάνη και στους αστραγάλους με μεγάλα καρφιά σαράντα εκατοστών. Πολύ παρόμοια ευρήματα υπάρχουν στη Ναύπακτο, στην Άρτα, στη Ζάκυνθο και στη Δράμα. Οι βρυκόλακες στοιχειώνουν τα όνειρα και τις νύχτες της χώρας, ταξιδιώτες μέσα στο χρόνο που μεταδίδουν τις νεκροζώντανες ιστορίες τους σαν επιδημία.

Ακόμη και ο Διονύσιος Σολωμός, αναφωνεί σ’ ένα ποίημα του:

«Με τρομάρα κοιτάει τους νεκρούς και τους φωνάζει
ω κολασμένα αφήτε με τα χέρια
όσα εδώσαμε φιλιά τόσα μαχαίρια
και πέφτει ομπρός τους γονατιστός χάμου
σας γνωρίζω, τί θέλετε; Είστε δικά μου
του καθενός το πρόσωπο μου μοιάζει
Αλλά πέστε μου τί θέλετε έτσι κοντά μου;
Συγχωράτε και πάψτε πια – Αμέτε παραπέρα
δεν είναι ακόμη Παρουσία Δευτέρα»

***

@ “Παράξενη Ελλάδα” / Παντελής Γιαννουλάκης: συγγραφέας ερευνητής κι εκδότης του παράξενου περιοδικού strange





Αριστοτέλης: Λόγος Περί Παθών




Στο δεύτερο βιβλίο ο Αριστοτέλης επιδιώκει να εφοδιάσει τους ρήτορες με τα εργαλεία πειθούς που απευθύνονται στο θυμικό του ακροατηρίου τους. Ο ρήτορας οφείλει να γνωρίζει πώς θα διεγείρει ή θα κατευνάσει στην ψυχή των ακροατών του τα λεγόμενα πάθη, ως πάθη θεωρεί ο φιλόσοφος όσα προκαλούν μεταβολές στην ψυχική, σωματική και νοητική κατάσταση των ανθρώπων και συνοδεύονται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια.

Μετά την οργή και την πραότητα εξετάζονται η φιλία και το μίσος.

Ας πούμε τώρα ποιους αγαπούν οι άνθρωποι και θέλουν να τους έχουν φίλους τους και ποιους μισούν, καθώς και για ποιον λόγο -αφού όμως πρώτα δώσουμε τον ορισμό της φιλίας και της αγάπης. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι αγαπώ κάποιον και θέλω να τον έχω φίλο μου θα πει θέλω γι’ αυτόν καθετί που το θεωρώ καλό, όχι για να κερδίσω κάτι ο ίδιος, αλλά αποκλειστικά για χάρη εκείνου· [1381a] κάνω μάλιστα και ό,τι μπορώ για να αποκτήσει αυτά τα καλά εκείνος.

Φίλος είναι το πρόσωπο που αγαπά με τον τρόπο που είπαμε και αγαπιέται με τον ίδιο τρόπο: όσοι πιστεύουν ότι η σχέση τους είναι αυτού του είδους, θεωρούν ότι είναι φίλοι. Με όλα αυτά να τα έχουμε δεχτεί, καταλήγουμε πια -υποχρεωτικά- στο ότι φίλος είναι αυτός που χαίρεται με τα καλά και λυπάται με τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στον φίλο του (5) -και αυτό όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για χάρη εκείνου. Αλήθεια, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη χαίρεται όταν πραγματοποιούνται όλα όσα επιθυμεί και να μη λυπάται όταν του συμβαίνουν τα αντίθετα· αυτό θα πει ότι σημάδι αυτού που επιθυμούμε είναι, κάθε φορά, οι λύπες και οι χαρές μας.

Φίλοι γίνονται επίσης αυτοί που ό,τι θεωρεί καλό ο ένας, το θεωρεί καλό και ο άλλος· και ό,τι θεωρεί κακό ο ένας, το θεωρεί κακό και ο άλλος. Επίσης αυτοί που έχουν τους ίδιους φίλους και τους ίδιους εχθρούς· ο λόγος είναι ότι αναγκαστικά οι άνθρωποι αυτοί έχουν τις ίδιες επιθυμίες, (10) και φυσικά όποιος επιθυμεί για τον άλλο αυτά που επιθυμεί για τον ίδιο τον εαυτό του, δεν μπορεί παρά να είναι φίλος αυτού του ανθρώπου. Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς από τους οποίους έχουν ευεργετηθεί, ή οι ίδιοι ή αυτοί για τους οποίους οι ίδιοι ενδιαφέρονται, και αν το καλό που τους έγινε ήταν μεγάλο, ή έγινε με προθυμία, ή κάτω από ορισμένες συνθήκες, και πάντως αποκλειστικά για χάρη τους ― και αυτούς όμως για τους οποίους πιστεύουν πως έχουν τη θέληση να τους ευεργετήσουν.

Φίλους τους κάνουν επίσης οι άνθρωποι τους φίλους των φίλων τους, καθώς και αυτούς που αγαπούν όσους αγαπούν και οι ίδιοι· (15) επίσης όσους έχουν κερδίσει την αγάπη εκείνων που έχουν κερδίσει τη δική τους αγάπη. Με τον ίδιο τρόπο: φίλους τους κάνουν αυτούς που έχουν γίνει μισητοί σ’ αυτούς στους οποίους έγιναν μισητοί και οι ίδιοι, αυτούς που μισούν όσους μισούν και οι ίδιοι, τέλος αυτούς που μισούνται από αυτούς που μισούν οι ίδιοι: είναι φανερό ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι καλά είναι τα ίδια ακριβώς που θεωρούν καλά και οι ίδιοι, και έτσι επιθυμούν αυτά που είναι καλά για τους ίδιους· αυτό δεν ήταν το κύριο γνώρισμα του φίλου;

Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που έχουν τη θέληση και τη δύναμη να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους άλλους, είτε σε χρήμα είτε για να τους σώσουν· (20) αυτός είναι ο λόγος που τιμούν τους γενναιόδωρους, τους ανδρείους και τους δίκαιους (δίκαιους θεωρούν οι άνθρωποι αυτούς που δεν ζουν σε βάρος άλλων· τέτοιοι είναι όσοι κερδίζουν τη ζωή τους από τη δουλειά τους· αυτή είναι, κατά κύριο λόγο, η περίπτωση των γεωργών και, από όλους τους άλλους, η περίπτωση αυτών που ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα). Αυτούς, επίσης, που μπορούν να ελέγχουν τον εαυτό τους -γιατί αυτοί δεν μπορούν να είναι άδικοι. Για τον ίδιο λόγο και αυτούς που δεν ανακατεύονται στις ξένες υποθέσεις.

(25) Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς με τους οποίους επιθυμούμε να γίνουμε φίλοι (αν δείχνουν καθαρά ότι το επιθυμούν και αυτοί)· τέτοιοι είναι οι ενάρετοι άνθρωποι και αυτοί που έχουν καλό όνομα ― είτε ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους, είτε ανάμεσα στους πιο διαλεχτούς, είτε ανάμεσα σε αυτούς που θαυμάζουμε, είτε ανάμεσα σε αυτούς που μας θαυμάζουν.

Επίσης αυτούς που είναι μια ευχαρίστηση να περνάς παρέα τη μέρα σου μαζί τους· (30) τέτοιοι είναι οι βολικοί άνθρωποι, αυτοί που δεν ζητούν να ελέγχουν τα σφάλματα των άλλων, αυτοί που δεν τα βάζουν με όλους και δεν τσακώνονται με όλους (όσοι τα κάνουν όλα αυτά είναι άνθρωποι εριστικοί, και οι εριστικοί άνθρωποι φαίνεται να έχουν επιθυμίες αντίθετες με τις δικές μας)· τέτοιοι είναι επίσης οι άνθρωποι που ξέρουν να πειράζουν, αλλά και να δέχονται το πείραγμα: και των δύο αυτών κατηγοριών τα άτομα στοχεύουν στο ίδιο πράγμα, αφού έχουν τη δύναμη και να δέχονται το πείραγμα και να πειράζουν τους άλλους με χάρη. (35)

Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς που επαινούν τις καλές μας ιδιότητες, ιδίως εκείνες που φοβούμαστε πως δεν τις έχουμε. [1381b] Όπως και αυτούς που έχουν καθαρή εξωτερική εμφάνιση, καθαρά ρούχα, καθαρό γενικά τρόπο ζωής. Αυτούς, επίσης, που δεν σπεύδουν να κάνουν τα σφάλματά μας ή τις ευεργεσίες που μας έχουν κάνει αφορμή για να μας ψέξουν: και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που τους αρέσει να ελέγχουν και να επικρίνουν τους άλλους. Αγαπούν, επίσης, οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που δεν μνησικακούν και δεν φυλάγουν μέσα τους παράπονα για το κακό που τους έχει γίνει, (5) αλλά έχουν εύκολη τη συμφιλίωση: όπως τους βλέπουν να συμπεριφέρονται στους άλλους, ίδιοι, λένε, θα είναι και σ’ αυτούς.

Επίσης αυτούς που δεν κακολογούν ούτε καταγράφουν τις ελλείψεις -των αλλωνών ή των φίλων τους- αλλά μόνο τα καλά τους: έτσι κάνουν οι καλοί άνθρωποι. Επίσης αυτούς που δεν αντιμιλούν στον θυμωμένο ή στον σοβαρά απασχολημένο με κάτι: (10) όσοι δεν συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι άνθρωποι εριστικοί. Επίσης αυτούς που τους δείχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αισθήματα σεβασμού και ευλάβειας· που τους θαυμάζουν, λ.χ. ή τους θεωρούν καλούς ανθρώπους και ευχαριστιούνται μαζί τους και μάλιστα όταν τους δείχνουν τέτοια αισθήματα για πράγματα για τα οποία οι ίδιοι επιθυμούν να τους θαυμάζουν οι άλλοι ή να τους θεωρούν καλούς ή ευχάριστους ανθρώπους. (15)

Κάνουν επίσης φίλους τους αυτούς που τους μοιάζουν και έχουν τις ίδιες με αυτούς ασχολίες -φτάνει να μη γίνονται ενοχλητικοί στους ίδιους και να μη κερδίζουν με τον ίδιο τρόπο τη ζωή τους γιατί τότε γίνεται αυτό που λέμε «ο κανατάς μισεί τον κανατά». Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τις ίδιες επιθυμίες -με τον όρο, βέβαια, ότι μπορούν να τις ικανοποιήσουν και οι δύο· αλλιώς θα συμβεί ό,τι και στην προηγούμενη περίπτωση. Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τέτοιου είδους σχέσεις, ώστε να μη ντρέπονται να κάνουν μπροστά τους πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα (20) -με τον όρο, φυσικά, ότι η διαγωγή αυτή δεν οφείλεται σε περιφρόνηση. Επίσης αυτούς μπροστά στους οποίους ντρέπονται να κάνουν πράγματα που είναι πράγματι κακά.

Αυτούς επίσης με τους οποίους έχουν τη φιλοδοξία να αναμετριούνται, ή αυτούς των οποίων θέλουν να προκαλούν τη ζηλοτυπία, όχι όμως τον φθόνο: όλους αυτούς ή τους αγαπούν ή θέλουν να τους έχουν φίλους τους. Επίσης αυτούς που οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν να πετύχουν κάτι καλό -φτάνει να μη προκύψουν για τους ίδιους κακά μεγαλύτερα από το καλό που θα κερδίσουν εκείνοι. Επίσης αυτούς που όποιον αγαπούν, (25) τον αγαπούν το ίδιο παρόντα ή απόντα· να γιατί όλοι αγαπούν και θέλουν φίλους τους αυτούς που δείχνουν τέτοιου είδους αισθήματα απέναντι σε πρόσωπα που έχουν πια πεθάνει.

Γενικά αυτούς που αγαπούν πάρα πολύ τους φίλους τους και δεν τους εγκαταλείπουν στις δύσκολες στιγμές τους· ο λόγος είναι ότι από όλους τους καλούς οι άνθρωποι αγαπούν πολύ περισσότερο αυτούς που είναι καλοί φίλοι. Επίσης αυτούς που δεν υποκρίνονται μπροστά τους· τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να τους μιλούν και για τα ελαττώματά τους· (30) το είπαμε πιο πριν: μπροστά στους φίλους μας δεν ντρεπόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα· αν λοιπόν αυτός που ντρέπεται δεν είναι φίλος, θα πρέπει λογικά να είναι φίλος αυτός που δεν ντρέπεται. Επίσης αυτούς που δεν μας προκαλούν κανέναν φόβο, αλλ’, ίσα ίσα, ένα αίσθημα ασφάλειας· ποιος, αλήθεια, αγαπάει και θέλει για φίλο του έναν άνθρωπο που του προκαλεί φόβο;

Είδη φιλίας: η φιλία των συντρόφων, η φιλία των μελών μιας οικογένειας, η φιλία των συγγενών, και άλλα παρόμοια.

(35) Τη φιλία τη γεννάει το να κάνει κανείς μια χάρη, το να την κάνει δίχως να του τη ζητήσουν, και αφού την κάνει να μη την κοινολογήσει· γιατί τότε φαίνεται ότι έγινε για τον φίλο και όχι για κάποιον άλλο λόγο.

[1382a] Όσο για την έχθρα και το μίσος, είναι φανερό ότι μπορούμε να τα αναλύσουμε ως αντίθετα προς όσα είπαμε. Την έχθρα τη γεννούν η οργή, η κακεντρεχής εναντίωση στη θέλησή μας, η διαβολή. Η οργή γεννιέται από πράγματα που στρέφονται προσωπικά εναντίον μας, ενώ μίσος υπάρχει και όταν τα πράγματα δεν στρέφονται προσωπικά εναντίον μας: μόλις σχηματίσουμε τη γνώμη πως ένας άνθρωπος έχει τον τάδε χαρακτήρα (5) τον μισούμε. Έπειτα η οργή στρέφεται εναντίον συγκεκριμένων προσώπων, του τάδε ή του τάδε, π.χ. εναντίον του Καλλία ή εναντίον του Σωκράτη, ενώ το μίσος το αισθανόμαστε και για κατηγορίες ανθρώπων: όλοι μας μισούμε τους κλέφτες ή τους συκοφάντες.

Την οργή τη θεραπεύει ο χρόνος, ενώ το μίσος δεν έχει γιατρειά. Η οργή επιθυμεί να προξενήσει προσωρινή στενοχώρια, ενώ το μίσος μόνιμη βλάβη: ο θυμωμένος θέλει να γίνει αντιληπτός από τον άλλον, ενώ αυτός που μισεί δεν δίνει καμιά σημασία σ’ αυτό. (10) Τα οδυνηρά πράγματα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, ενώ τα μέγιστα κακά (η αδικία, ας πούμε, ή η παραφροσύνη) ελάχιστα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις· πραγματικά, η παρουσία της κακίας δεν προκαλεί καμία λύπη.

Η οργή συνοδεύεται από λύπη, το μίσος όχι: όλοι το ξέρουμε πως ο θυμωμένος είναι στενοχωρημένος, ενώ δεν είναι εκείνος που μισεί. Εκτός αυτού, ο θυμωμένος μπορεί κάποτε, ύστερα από πολλά, να νιώσει συμπόνια γι’ αυτόν με τον οποίο ήταν θυμωμένος· ο άλλος σε καμιά περίπτωση· (15) ο θυμωμένος ένα μόνο θέλει: να υποφέρει με τη σειρά του και αυτός με τον οποίο ο ίδιος είναι θυμωμένος, ενώ αυτός που μισεί επιθυμεί να πάψει να υπάρχει ο άλλος.

Είναι λοιπόν -από αυτά που είπαμε- φανερό ότι είναι δυνατό από τη μια να αποδείξει ο ρήτορας ότι τα τάδε άτομα είναι πράγματι εχθροί μεταξύ τους ή φίλοι, και αν δεν είναι, να τους παρουσιάσει ως εχθρούς ή φίλους, και αν οι ίδιοι ισχυρίζονται πως είναι, να ανατρέψει τους ισχυρισμούς τους, και από την άλλη, σ’ αυτούς που από θυμό ή έχθρα παίρνουν αντίπαλη θέση, να αναγάγει την αντίπαλη θέση τους σε όποιον από τους δύο λόγους προτιμήσει.

ΑΡΙΣΤ Ρητ 1380b35–1383b10: Λόγος περὶ παθῶν

Αριστοτέλης. Ρητορική Βιβλίο Πρώτο.Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.


Φόβος και Θάρρος

“Τι είδους πράγματα φοβούνται οι άνθρωποι, ποιους φοβούνται και ποια είναι η γενικότερη κατάστασή τους όταν φοβούνται, όλα αυτά θα γίνουν φανερά στη συνέχεια. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι ο φόβος είναι εκείνη η λύπη ή ταραχή που γεννιέται από το ότι έχουμε ζωντανή μέσα μας την παρουσία ενός επικείμενου κακού, που έχει τη δύναμη να προκαλέσει καταστροφή ή λύπη. Δεν φοβούνται, πράγματι, όλα τα κακά οι άνθρωποι (κανείς π.χ. δεν φοβάται το ενδεχόμενο να γίνει άδικος ή βραδύνους), αλλά μόνο αυτά που έχουν την ιδιότητα να μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες λύπες ή καταστροφές -και αυτά μόνο αν φαίνονται ότι δεν είναι μακρινά, αλλά κοντινά, τόσο που να είναι επικείμενα. Πραγματικά, τα πολύ μακρινά οι άνθρωποι δεν τα φοβούνται: όλοι ξέρουν ότι θα πεθάνουν, επειδή όμως αυτό δεν είναι κάτι κοντινό, τους αφήνει τελείως αδιάφορους.

Αν λοιπόν αυτό είναι ο φόβος, τότε πράγματα που προκαλούν φόβο δεν μπορεί παρά να είναι όσα φαίνεται να έχουν μεγάλη δύναμη να προξενούν καταστροφές ή βλάβες που επιφέρουν μεγάλη λύπη. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και τα σημάδια που προαναγγέλλουν τέτοιου είδους πράγματα προκαλούν και αυτά φόβο· γιατί το πράγμα που προκαλεί τον φόβο μοιάζει πολύ κοντινό -αυτό δεν είναι ο κίνδυνος, να έρχονται δηλαδή κοντά μας τα πράγματα που μας προκαλούν φόβο; Τέτοια είναι η έχθρα και η οργή αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό (ότι το θέλουν είναι φανερό, άρα βρίσκονται πολύ κοντά στο να το κάνουν). Είναι επίσης η άδικη πρόθεση, αν συνοδεύεται από δύναμη γιατί ο άδικος είναι άδικος εξαιτίας μιας προτίμησης και τάσης του.

Αλλά και η αρετή, όταν δέχεται προσβολές ― με τον όρο, βέβαια, ότι έχει δύναμη.

Γιατί είναι φανερό ότι ένα πρόσωπο που η αρετή του δέχεται προσβολές έχει πάντοτε την τάση να αντιδράσει ― τώρα έχει και τη δύναμη. Επίσης ο φόβος αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό· γιατί ένα τέτοιο πρόσωπο δεν μπορεί παρά να είναι πάντοτε έτοιμο και αυτό να δράσει. Και καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι είναι μάλλον κακοί παρά καλοί, δέσμιοι του κέρδους και δειλοί στους κινδύνους, η εξάρτηση από κάποιον άλλον είναι συνήθως κάτι που προκαλεί φόβο· αποτέλεσμα: αυτοί που έκαναν κάτι κακό φοβούνται ότι οι συνεργοί τους σ’ αυτό ή θα τους καταδώσουν ή θα τους εγκαταλείψουν.

Επίσης αυτοί που μπορούν να διαπράξουν αδικία προκαλούν φόβο σ’ αυτούς που υπόκεινται σε αδικίες γιατί συνήθως, όταν μπορούν οι άνθρωποι, αδικούν. Προκαλούν επίσης φόβο οι άνθρωποι που έχουν αδικηθεί ή πιστεύουν πως έχουν αδικηθεί: οι άνθρωποι αυτοί καραδοκούν πάντοτε να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία. Φόβο όμως προκαλούν, επίσης, και αυτοί που έχουν διαπράξει μια αδικία ―αν έχουν δύναμη―, επειδή φοβούνται τα αντίποινα ― δεν το δεχτήκαμε ήδη ως κάτι που προκαλεί φόβο; Φόβο, επίσης, προκαλούν ο ένας στον άλλον όσοι διεκδικούν τα ίδια πράγματα ― στην περίπτωση, φυσικά, που δεν είναι δυνατό να τα έχουν συγχρόνως και οι δύο γιατί με αυτού του είδους τους ανταγωνιστές οι άνθρωποι βρίσκονται σε αδιάλειπτη μάχη.

Φοβούνται, επίσης, οι άνθρωποι όσους προκαλούν φόβο σε άτομα που είναι πιο δυνατά από αυτούς: από τη στιγμή που μπορούν να βλάψουν άτομα πιο δυνατά από αυτούς, μπορούν, φυσικά, να βλάψουν και αυτούς ακόμη περισσότερο. Όσους, επίσης, φοβούνται οι πιο δυνατοί από αυτούς ― για τον ίδιο λόγο. Αυτούς, επίσης, που εξουθένωσαν άτομα πιο δυνατά από αυτούς. Αλλά και όσους επιτίθενται σε άτομα πιο αδύναμα από αυτούς· γιατί οι άνθρωποι αυτοί ή είναι ήδη από τώρα επικίνδυνοι ή θα γίνουν επικίνδυνοι μόλις αυξηθεί η δύναμή τους.

Μεταξύ, επίσης, αυτών που έχουν αδικηθεί από τους ίδιους και είναι εχθροί ή αντίπαλοί τους οι άνθρωποι φοβούνται πιο πολύ όχι τους οξύθυμους και αυτούς που έχουν το θάρρος να πουν ανοιχτά τις σκέψεις τους, αλλά τους μαλακούς, αυτούς που κρύβουν τις σκέψεις τους, τους ύπουλους· γιατί με τους ανθρώπους αυτούς δεν μπορείς να είσαι βέβαιος αν είναι κοντά η στιγμή που θα δράσουν και, επομένως, ποτέ δεν είναι φανερό ότι αυτό είναι κάτι το απομακρυσμένο.

Όλα τα πράγματα που προκαλούν φόβο γίνονται ακόμη πιο φοβερά όταν οφείλονται σε σφάλματα που δεν επιδέχονται επανόρθωση, είτε γιατί αυτή είναι τελείως αδύνατη είτε γιατί δεν είναι πια στο χέρι αυτών που τα διέπραξαν αλλά στο χέρι των αντιπάλων τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που δεν υπάρχει καμιά βοήθεια ή η βοήθεια δεν είναι εύκολη.

Με δυο λόγια: φόβο προκαλούν τα πράγματα που προκαλούν τον οίκτο όταν συμβαίνουν ή είναι να συμβούν σε κάποιον άλλον.

Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα πιο σημαντικά από τα πράγματα που προξενούν φόβο και τα φοβούνται οι άνθρωποι. Ας μιλήσουμε λοιπόν τώρα για τη γενικότερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι που φοβούνται. Αν ο φόβος συνοδεύεται, όπως είπαμε, από την προσδοκία κάποιου καταστρεπτικού κακού, είναι φανερό ότι κανείς δεν φοβάται όταν πιστεύει πως δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε: δεν φοβάται ούτε πράγματα για τα οποία πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τα πάθει, ούτε πρόσωπα από τα οποία θεωρεί ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε, ούτε χρονικές στιγμές κατά τις οποίες πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε.

Κατ’ ανάγκην λοιπόν φοβούνται εκείνοι που πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι, και μάλιστα από συγκεκριμένα πρόσωπα, συγκεκριμένα πράγματα και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Δεν πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι: α) όσοι βρίσκονται ή θεωρούν ότι βρίσκονται σε περίοδο μεγάλης εύνοιας της τύχης (αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι αυτοί είναι αναιδείς και προσβλητικοί, περιφρονητές και θρασείς -έτσι τους κάνει ο πλούτος, η σωματική δύναμη, ο μεγάλος αριθμός φίλων, η δύναμη), β) αυτοί που πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πράγμα που να μη το έχουν πάθει και, γιαυτό, το μέλλον τούς αφήνει ψυχρά αδιάφορους, ακριβώς όπως αυτούς που υφίστανται το μαρτύριο της μαστίγωσης μέχρι θανάτου: για να εξακολουθήσει να υπάρχει φόβος χρειάζεται να υπάρχει κάποια ελπίδα σωτηρίας από αυτό που προκαλεί την αγωνία· ιδού και το σημάδι: ο φόβος κάνει τους ανθρώπους να σκέφτονται και να μελετούν τα πράγματα με προσοχή, και φυσικά κανείς δεν σκέφτεται προσεκτικά ούτε συζητάει με επιμονή πράγματα για τα οποία δεν υπάρχει ελπίδα.

Συμπέρασμα: Όταν είναι προτιμότερο οι ακροατές να αισθανθούν φόβο, ο ρήτορας πρέπει να τους κάνει να πιστέψουν πως είναι πολύ πιθανό να πάθουν κάποιο κακό (αφού και άλλοι, ανώτεροί τους, το έπαθαν)· να τους δείξει, επίσης, καθαρά ότι άνθρωποι σαν κι αυτούς παθαίνουν αυτή τη στιγμή κάποιο κακό ή ότι το έχουν ήδη πάθει, προσθέτοντας ότι το κακό αυτό το έπαθαν από ανθρώπους από τους οποίους δεν το περίμεναν, με έναν τρόπο και σε μια χρονική στιγμή που επίσης δεν το περίμεναν.

(ΑΡΙΣΤ Ρητ 1380b35–1383b10: Λόγος περὶ παθῶν) Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Φωτογραφίες: Ηω Αναγνώστου /2014



Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2016

Η ομορφιά του κόσμου είναι στα θεμέλια της ανθρώπινης καρδιάς «Κάποιοι θεωρούν τους πολίτες ως κότες μέσα σε ένα μεγάλο κοτέτσι» Συνέντευξη με τον συγγραφέα Παντελή Γιαννουλάκη



Το πρώτο μέρος της συνέντευξης μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.

Στη συνέχεια της συνέντευξης, ο συγγραφέας Παντελής Γιαννουλάκης, μιλάει στο newsbeast.gr για τις έρευνες στο πεδίο του μεταφυσικού και τις συνομωσιολογίες που τις συνοδεύουν καθώς και για την κατάσταση ύπνωσης στην οποία είναι βυθισμένη η κοινωνία μας.

Συνέντευξη στη Νίκη Παπάζογλου

«Μπορεί κάποιοι να θεωρούν τους πολίτες ως κότες μέσα σε ένα μεγάλο κοτέτσι, που θα έπρεπε να κάθονται στα αυγά τους και να προβληματίζονται για την παραγωγή».

«Εγώ πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κόσμος είναι το ότι του διδάσκουν ποιο πρόβλημα να βλέπει ως το μεγαλύτερο που αντιμετωπίζει ο κόσμος, ενώ θα έπρεπε να μπορεί να το κάνει ελεύθερα».



- Είναι εύκολο να ερευνήσει κανείς το πεδίο του Μεταφυσικού; Και πώς ακριβώς πραγματοποιείται μια τέτοια έρευνα; Γιατί δεν γίνονται γνωστές τέτοιου είδους έρευνες, και συνήθως χαρακτηρίζονται ως «συνομωσιολογίες»;

Αυτά τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και πολύ σημαντικά. Κανένα πολύ σοβαρό και πολύ σημαντικό πράγμα δεν είναι εύκολο. Άλλωστε, αποτελούν τα μεγάλα μυστικά του κόσμου και του ανθρώπου. Ποτέ δεν είναι εύκολο για κάποιον να αναζητήσει και να προσεγγίσει τα μεγάλα μυστικά. Ευτυχώς!



Δεν θα ήταν μεγάλα μυστικά αν μπορούσε ο καθένας να τα προσεγγίσει, αν τα ανακάλυπταν οι πάντες, έτσι δεν είναι; Το Μυστήριο θα έχανε όλη τη γοητεία του, το ίδιο και η ζωή μας, η οποία είναι κυριολεκτικά πλημμυρισμένη από το Μυστήριο, άσχετα αν οι περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται να αντικρίσουν αυτό το γεγονός.

Μνημονεύω τη θρυλική ατάκα του Λόρδου Μπάιρον : «Life is Stranger Than Fiction». Η Ζωή είναι πιο Παράξενη από τα Μυθιστορήματα.

Μια έρευνα για το Μεταφυσικό! Μιλάτε για τη μεγαλύτερη εξερεύνηση που θα μπορούσε κάποιος να διεξάγει. Εξερευνήσεις μέσα σε εξερευνήσεις. Όλα εκείνα που δεν προβλέπεται από το Σύστημα, ή από τη Φύση, να μάθουμε.



Το κίνητρο γι’ αυτές τις εξερευνήσεις, που τόσο μακριά οδηγούν, είναι το μυστήριο, η περιπέτεια της ανακάλυψης, η λύση του παζλ, η αναμέτρηση με το αίνιγμα, η προσωπική εξερεύνηση, το ανασήκωμα του πέπλου που μας χωρίζει από το παρασκήνιο του κόσμου, μια αποκάλυψη, ταυτόχρονα μια αστροναυτική στο εσωτερικό διάστημα, η ιδιαίτερη μας Οδύσσεια, η ηρωική υπέρβαση όλων των δυσκολιών. Ένας άθλος.Αυτή η περιπέτεια είναι αυτό που ξεχωρίζει τον εξερευνητή από τους υπόλοιπους ανθρώπους, αυτή η διάκριση.

Είδα στη ζωή μου μέχρι τώρα, ότι καμία πόρτα δεν είναι κλειδωμένη γι’ αυτούς που θέλουν στ’ αλήθεια να πάνε ως εκεί που βρίσκεται η πόρτα για να την ανοίξουν. Διαπίστωσα ότι ισχύει σε εκπληκτικό βαθμό η ρήση «Κρούετε και θα σας Ανοιχθεί», είναι πολύ αληθινή.



Αναρωτιέστε: Γιατί δεν γίνονται γνωστές τέτοιου είδους έρευνες, και συνήθως χαρακτηρίζονται ως «συνομωσιολογίες»;

Αυτό μου θυμίζει μια ερώτηση που μου είχαν κάνει κάποτε σε μια μεγάλη εφημερίδα : «Τα ζητήματα που σας ενδιαφέρουν χαρακτηρίζονται συχνά ως θεωρίες συνομωσίας και ότι αποπροσανατολίζουν τον πολίτη από τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος. Τι πιστεύετε εσείς;»

Λοιπόν, ναι, συμφωνώ, αποπροσανατολίζουν τον πολίτη από την κατάπτυστη καθημερινή πραγματικότητα. Μπορεί κάποιοι να θεωρούν τους πολίτες ως κότες μέσα σε ένα μεγάλο κοτέτσι, που θα έπρεπε να κάθονται στα αυγά τους και να προβληματίζονται για την παραγωγή, ή να τους θεωρούν ως πυξίδες που αποπροσανατολίζονται και παύουν να είναι χρήσιμες και σωστά εκμεταλλεύσιμες και συντονισμένες μεταξύ τους. Εδώ μιλάμε, για πράγματα που βοηθούν στην ανέλπιστη απόδραση από το κοτέτσι, και στη συνειδητοποίηση ότι υπάρχει ένα ολόκληρο σύμπαν έξω από το κοτέτσι. Και για πράγματα που αλλάζουν τον μαγνητικό πόλο της πυξίδας μας, για να μπορεί να πλοηγηθεί και πιο πέρα, πιο μακριά, να εξερευνήσει έξω από τα επιβαλλόμενα όρια, να δει αυτό που μέχρι τώρα δεν έβλεπε, να αντικρίσει τον κόσμο με νέα οπτική.

Συμφωνώ με την ψύχραιμη ρήση του Όσκαρ Γουάιλντ: «Όλοι μας ζούμε μέσα στον βούρκο, αλλά κάποιοι από εμάς κοιτούν προς τα άστρα».



Εγώ πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κόσμος είναι το ότι του διδάσκουν ποιο πρόβλημα να βλέπει ως το μεγαλύτερο που αντιμετωπίζει ο κόσμος, ενώ θα έπρεπε να μπορεί να το κάνει ελεύθερα.

Όσο για τις «θεωρίες συνωμοσίας» και τις «συνομωσιολογίες», δυστυχώς υπάρχουν επειδή υπάρχουν –υπήρχαν και θα υπάρχουν– συνωμοσίες, και μάλιστα ουκ ολίγες, και αν δεν τις ξέρετε ή δεν τις βλέπετε, τότε ή δεν είστε ενημερωμένοι ή δεν βλέπετε καλά, και υπάρχει και η περίπτωση πολλοί να πληρώνονται για να μην τις βλέπουν, να εθελοτυφλούν ή να φοβούνται, ή απλά να συμμετέχουν σε αυτές.



Το μότο που έχω φτιάξει είναι αυτό: Το Μυστήριο Είναι Παντού!

Τ’ ορκίζομαι ότι το μυστήριο είναι παντού, κάτω από όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, αν κοιτάξεις με άλλα μάτια, δηλαδή όχι με τα δικά σου, τα καθημερινά σου, τη συνηθισμένη σου οπτική. Και αν το δεις και κάνεις κάτι γι’ αυτό, οτιδήποτε, τότε αρχίζει η περιπέτεια. Έτσι η περιπέτεια μπορεί να σε βρει οπουδήποτε. Κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να σε οδηγήσει. Το σίγουρο είναι ότι θα σε οδηγήσει πέρα από τον δεδομένο εαυτό σου, δηλαδή πέρα από τον κόσμο. Γι’ αυτό λέμε ότι υπάρχουν και άλλοι κόσμοι πέρα από τον δικό μας. Και γι’ αυτό τους έχουμε ταυτίσει με το μυστήριο και με την περιπέτεια.

Κι επειδή όλα αυτά μπορούν να επιφέρουν την εξέλιξη –ή τη μετάλλαξη– του εαυτού μας, όπως άλλωστε μάς έχει προγραμματίσει το ίδιο το Σύμπαν, γι’ αυτό ακριβώς ο εαυτός μας διψάει μέσα από τα τρίσβαθα της καρδιάς του για το μυστήριο και την περιπέτεια.



Γι’ αυτό και εγώ αλλά και πολλοί άλλοι άνθρωποι πιστεύουμε ότι ζούμε μέσα σε μία φυλακή, διότι ζούμε σε μία κοινωνία που μας έχει επιβάλλει να πεθάνουμε από τη «δίψα» ή να μάθουμε να ζούμε χωρίς «νερό», κι επειδή κανείς δεν θέλει να πεθάνει, αναγκαζόμαστε να επιλέξουμε το δεύτερο. Αυτό είναι μια μετάλλαξη που δεν είναι επιθυμητή ούτε από το Σύμπαν, ούτε από τον Θεό, ούτε από τον αληθινό εαυτό μας που έχει απομακρυνθεί από την «πηγή» αλλά δεν την έχει ξεχάσει καθόλου.

Αν μπορείτε να φανταστείτε τι είδους άνθρωπος είναι αυτός που θα αρνιόταν στον διψασμένο λίγο νερό από την πηγή, τότε μπορείτε να φανταστείτε τι είδους άνθρωποι κυβερνούν τις κοινωνίες μας, δηλαδή τη φυλακή μας. Επίσης, η εξουσία προκύπτει από το μυστήριο (άλλωστε, η ίδια η λέξη εξ-ουσία σημαίνει «εκ της ουσίας», απορρέει από την εποπτεία της ουσίας των πραγμάτων). Διότι, αυτός που δίνει την ερμηνεία του μυστηρίου, κατέχει ένα καλό κομμάτι εκ της ουσίας, έχει δηλαδή ένα κομμάτι της εξουσίας στα χέρια του, γι’ αυτό άλλωστε και υπάρχουν πολλοί που λένε ότι κανένα μυστήριο δεν υπάρχει, και, αν υπάρχουν μερικά, πρόκειται πολύ σύντομα να τα λύσουν και να τα ερμηνεύσουν.

Η εξουσία είναι το Μονοπώλιο της Εξήγησης, ουσιαστικά της ερμηνείας των μυστηρίων του κόσμου, και όπου το βλέπει αυτό ένας έξυπνος άνθρωπος, ξέρει ότι βλέπει το ανήθικο πρόσωπο της εξουσίας, και ξέρει ότι η πρόθεση του προσώπου αυτού είναι η εξουσία και όχι οι εξηγήσεις ή η εξερεύνηση των μυστηρίων.

Η δικλείδα ασφαλείας είναι η περιπέτεια, η οποία προκύπτει από την αληθινή εξερεύνηση, γιατί η εξουσία για να ασκηθεί πρέπει να είναι στατική, να είναι εδώ και τώρα για πάντα, ενώ η περιπέτεια είναι οπουδήποτε, διότι το μυστήριο που κυνηγά είναι παντού.

Το μεγάλο μήνυμα ήταν και είναι αυτό: Εξερευνήστε!

Οποιοδήποτε άλλο μήνυμα, διαπιστώσαμε ότι στην ουσία χάνεται κατά την εκπομπή του, μέσα από τα παράσιτα και τις διαστρεβλώσεις. Κι έτσι τελικά το μήνυμα που εκπέμπεται, κατέληξε να είναι αυτό, για να είναι καθαρό: Εξερευνήστε.


- Το συγκεκριμένο πεδίο έρευνας στην Ελλάδα είναι διαδεδομένο όσο και στο εξωτερικό;

Αυτά τα πράγματα υπάρχουν μέσα στα βιβλία. Παρ’ όλο που ίσως φαίνεται το αντίθετο, από την πληθώρα των εκδόσεων γενικώς, οι Έλληνες δεν διαβάζουν. Κατά την τελευταία μου σχετική ενημέρωση, στατιστικά, οι Έλληνες που διαβάζουν οτιδήποτε εκτός από εφημερίδες, γενικά, βιβλία, περιοδικά, έντυπα, κλπ, είναι το 0,5% του πληθυσμού της χώρας, δηλαδή όχι πάνω από 50-70.000 άνθρωποι, με κάποιες ελάχιστες πολύ περιστασιακές εξαιρέσεις κατά καιρούς, που ίσως φτάνουν στο 1 ή 1,5% ( τα ποσοστά προέρχονται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, 2007-8). Αναλογιστείτε ότι το αντίστοιχο ποσοστό π.χ. στη Γαλλία είναι το 27% των Γάλλων, και στην Αγγλία είναι 25%...

Κατ’ επέκταση, μπορείτε να φανταστείτε το ποσοστό των αναγνωστών που ενδιαφέρονται για οποιουδήποτε είδους ειδικές θεματολογίες! Των ανθρώπων, δηλαδή, που έχουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Είναι συντριπτικά ελάχιστο.

Οι άνθρωποι με ενδιαφέροντα που θα μπορούσε να πει κανείς ότι πολλές φορές κινούνται στα «πεδία» αυτά που έτσι γενικά αναφέρετε, στην Ελλάδα δεν πρέπει να είναι πάνω από 15-20.000 άτομα όλοι κι όλοι, και χωρίς να είναι όλοι μελετημένοι αναγνώστες. Όλα τα σχετικά ελληνικά βιβλία, εκδόσεις, περιοδικά, και λοιπές κινήσεις, απευθύνονται κυρίως σε αυτούς τους περίπου 20.000 ανθρώπους κι έτσι η κάθε κίνηση λαμβάνει το μικρό ποσοστό που εκάστοτε της αναλογεί από αυτούς.

Όταν, μάλιστα, μιλάμε για μία ακόμη πιο ειδική θεματολογία μέσα σε μία ειδική θεματολογία, δηλαδή για τα πιο ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ανάμεσα στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα των ανθρώπων αυτών, όπως στην περίπτωση π.χ. του περιοδικού Strange, μιλάμε για μια πολύ μικρή «ελίτ» που ασχολείται σοβαρά και στηρίζει τις προσπάθειες κάποιων λιγοστών ανθρώπων που αγαπούν στ’ αλήθεια αυτά που κάνουν και ασχολούνται στ’ αλήθεια με όλα αυτά. Αυτή είναι η απλή αλήθεια.

- Στο βιβλίο σας, Τα Ψάρια Δεν Ξέρουν Ότι Βρέχει, αναφέρετε ότι ζούμε όλοι σε έναν κόσμο μικρό, στενάχωρο, σκοντάφτοντας ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς να ενδιαφερόμαστε για τίποτε άλλο πέρα από τη μικρή ζωή μας. Με ποια έννοια το αναφέρετε;

Κοιτάξτε γύρω σας. Είναι τόσα πολλά μα τόσα πολλά τα πράγματα που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρουν, κι όμως, κοιτάξτε τελικά πόσα λίγα μας ενδιαφέρουν –να τα απαριθμήσω : το χρήμα, το σεξ, τα κινητά μας τηλέφωνα, τα γιαούρτια χωρίς λιπαρά, τα ρούχα, τα αυτοκίνητα, η πολιτική, οι λογαριασμοί και οι φόροι, τα αθλήματα, τα κουτσομπολιά, οι στενές μας σχέσεις, το ίντερνετ, η τηλεόραση, η γειτονιά μας, η τουαλέτα, ένα χόμπι, η δουλειά μας, το σπίτι μας. Αυτά είναι…



Είμαστε μικροί άνθρωποι, με μικρό μυαλό, μέσα σε έναν τεχνητό και απελπιστικά μικρό κόσμο, απασχολημένοι με μικρότητες, με μικροσκοπική οπτική, με μικρή ζωή, με μικρά όνειρα, μικρόψυχα.

Κοιτάξτε και τις συνθήκες στις οποίες ζούμε. Είναι οι συνθήκες μιας φυλακής! Τα πάντα είναι ελεγχόμενα, ομοιογενή, προβλεπόμενα, καθοδηγούμενα, επιβαλλόμενα. Από ποιους; Πώς; Γιατί; Σας το ξαναλέω: Κοιτάξτε –στ’ αλήθεια– γύρω σας!

Τι μας συμβαίνει; Τι μας έχουν κάνει; Τι έχουμε πάθει; Εμείς, που, όπως το λέει και ο Σαίξπηρ, είμαστε φτιαγμένοι από το υλικό που φτιάχνονται τα όνειρα! Πώς καταντήσαμε έτσι; Δεν είμαστε κολλημένοι στ’ αλήθεια εδώ πέρα! Να μια παράξενη ερώτηση: «Γιατί η κόλλα δεν κολλάει μέσα στο σωληνάριο της;»…

Πιστεύω ότι η ώρα της ανατροπής, αργά ή γρήγορα, έρχεται. Της ανατροπής του κόσμου όπως τον ξέρουμε. Είναι μια προσωπική ανατροπή, μια πνευματική ανατροπή, αλλά ταυτόχρονα είναι μια πραγματική ανατροπή, μια παγκόσμια ανατροπή. Όλοι οι καλύτεροι άνθρωποι ανάμεσα στους ανθρώπους, εργάζονται αφοσιωμένα γι’ αυτό, και δεν εργάζονται μόνοι τους αλλά και κάτι άλλο ανώτερο εργάζεται μαζί τους.

- Ποιο είναι το φάσμα μέσα στο οποίο κινείται η θεματολογία των βιβλίων σας; Είναι συγκεκριμένο;

Α, το φάσμα είναι πολύ μεγάλο, νομίζω. Όπως σας είπα, έχω συγγράψει 27 βιβλία μέχρι σήμερα ,αν μετρήσω μόνο αυτά που έχουν εκδοθεί, και πάνω από τρεις χιλιάδες δημοσιευμένα άρθρα. Όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται σίγουρα για μια πολύ φλύαρη απασχόληση!

Και ας μην υπολογίσω γενικά τα βιβλία και τα περιοδικά που έχω εκδώσει, τα συλλογικά έργα που έχω συνθέσει, τις ανθολογίες, τις συνεντεύξεις που έχω πάρει ή έχω δώσει, τις τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές, τις μεταφράσεις που έχω κάνει, και τις ομιλίες και τις διαλέξεις, τους εκδοτικούς οίκους που έχω φτιάξει, τις δραστηριότητες που έχω συντονίσει, τις ιδέες που έχω αναπτύξει, τους ανθρώπους που έχω προωθήσει, και όλα τα άλλα, μου προκαλεί κούραση μόνο που τα σκέφτομαι. Μου φαίνεται σαν ένα μικρό σύμπαν.



Στη Μοναδολογία του Λάιμπνιτς, διαβάζουμε ότι το Σύμπαν είναι φτιαγμένο από άπειρα σύμπαντα, που με τη σειρά τους συμπεριλαμβάνουν το Σύμπαν, κ.ο.κ., επ’ άπειρον. Υπάρχει βέβαια και η λεγόμενη «Συνεκδοχή»: όπου το μέρος λαμβάνεται ως το όλον… Εδώ που τα λέμε, μπορεί και να τα ονειρεύτηκα όλα αυτά, να μην έχουν συμβεί στην πραγματικότητα, δεν είμαι και τόσο σίγουρος. Λοιπόν, με απασχολεί πολύ η φύση της πραγματικότητας. Ναι, αυτό είναι ένα ευρύ φάσμα που με απασχολεί πολύ στα γραπτά μου. Επίσης, η Μυστική Ιστορία των Ιδεών, ας το πούμε έτσι, ή, αν προτιμάτε, η Ιστορία των Μυστικών Ιδεών…

Αν και το φάσμα της θεματολογίας μου είναι μεγάλο, ίσως υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα πλαίσια που το χαρακτηρίζουν: Η φαντασία, η λογοτεχνία μυστηρίων, οι εναλλακτικές κοσμοθεωρίες, η λογοτεχνία του Παράξενου, η Φιλοσοφία, η Ποίηση, η μελαγχολία ίσως, η απόδραση –το Escapism, το εξωτικό, οι ζωές των ιδιαίτερων ανθρώπων, ο μυστικισμός, ο ρομαντισμός, ο σουρεαλισμός, η μαγεία, τα ταξίδια και οι περιηγήσεις, τα μυστήρια της Γεωγραφίας, ο αισθητισμός, οι «υποκουλτούρες» (Subcultures), οι συνωμοσίες, η εναλλακτική Ιστορία, η Νεομυθολογία, η γλωσσολογία, οι κώδικες, η Μυστική Γλώσσα των Πουλιών, το Radio Nowhere, η Υπέρβαση, η αναζήτηση του Θεού, το μυστικό νόημα της ζωής, η ίδια η έμπνευση, το Βασίλειο της ανθρώπινης Καρδιάς.

Κι ανάμεσα σε όλα αυτά, χμ, αρκετά εξειδικευμένα και σπάνια θέματα –ω, και οι ατμόσφαιρες τους. Πώς θα το χαρακτήριζε κανείς αυτό το «φάσμα»; Υπέρυθρο; Υπεριώδες;

Ελπίζω πάντως να εκπέμπει κάποια ακτινοβολία, να μην περνάει τελείως απαρατήρητο. Ξέρετε, εμείς οι συγγραφείς δεν έχουμε ικανοποιητική εικόνα για αυτό που φτιάχνουμε με το όποιο έργο μας, όσο την έχουν οι καλοί αναγνώστες μας. Και, είναι σίγουρα ένα φάσμα συχνοτήτων, μπορεί μάλιστα να είναι μία συγκεκριμένη συχνότητα, θα μου άρεσε να είναι έτσι.

Ο C. S. Lewis έγραφε : «Οι άνθρωποι γράφουν γιατί είναι μόνοι, και διαβάζουν για να μην είναι μόνοι…»

Εγώ πάντως, διαβάζω πολύ, και δεν είμαι μόνος μου. Είμαι πολύ ευγνώμων για αυτό.



-Ποιο λέτε ότι θα έπρεπε να είναι το πιο σημαντικό πράγμα για τον άνθρωπο, στα πλαίσια της μεγάλης εξερεύνησης και υπέρβασης, για την οποία καλείτε τους αναγνώστες σας;

Βρισκόμαστε σε κατάσταση ύπνωσης, είμαστε υπνωτισμένοι στην καθημερινή μας πραγματικότητα, πρέπει να αφυπνιστούμε. Να καταλάβουμε ποιοι είμαστε, τι δουλειά έχουμε εδώ πέρα, να αντικρίσουμε τον κόσμο με νέα μάτια, να εργαστούμε για τις μεγάλες αιτίες, να ονειρευτούμε το ανέφικτο όνειρο, να φτάσουμε στο άφταστο άστρο.

Πρώτα απ’ όλα, όμως, να συνειδητοποιήσουμε ότι –δεν ξέρουμε πότε– θα πεθάνουμε. Ότι ήδη δεν έχουμε κάνει ό,τι καλύτερο θα μπορούσαμε με τη ζωή μας και, ότι, αφού είμαστε ακόμη ζωντανοί, έχουμε μια τελευταία ευκαιρία!

Ίσως αυτός ο μικρός μας εαυτός, θα χαθεί. Ίσως όχι. Αλλά τα μεγάλα πράγματα, τα αληθινά σημαντικά πράγματα, θα μείνουν. Γι' αυτό πρέπει να στοχεύουμε ψηλά, να έχουμε μεγάλα οράματα, να εμπιστευόμαστε τον ανώτερο εαυτό μας, να ακολουθούμε κάτι που να μας ξεπερνά εμάς τους εφήμερους, κάτι πάνω από εμάς, να οραματιζόμαστε, να έχουμε ανώτερα ιδανικά και ιδέες, οραματισμό, ελπίδα, πίστη και δύναμη, να υπηρετούμε έναν ανώτερο σκοπό, όπως μπορούμε να τον νιώσουμε και να τον καταλάβουμε, όποιος κι αν είναι αυτός, να τον ακολουθούμε και να αγωνιζόμαστε και γι' αυτόν, μαζί με όλα τα άλλα, για να υπάρχει έτσι η πιθανότητα να τον υλοποιήσουμε. Έτσι μόνο τελικά υλοποιείται ένας μεγάλος σκοπός –αλλιώς πώς;

Να τον υπηρετούμε επίσης για λογαριασμό πραγμάτων που μας ξεπερνούν, για χάρη της επιβίωσης των μεγάλων καλών ιδεών μας ή για τη διάδοσή τους, για χάρη της εξερεύνησης, για χάρη των παιδιών μας, για χάρη της οικογένειας μας, για χάρη της πατρίδας μας, για χάρη της ανθρωπότητας, για χάρη των μεγάλων σχημάτων, για χάρη όλων των χωροχρόνων που ξεπερνούν τον δικό μας, και οι οποίοι δημιουργούνται ακριβώς από τέτοιες ενέργειες και από τις αλυσιδωτές αντιδράσεις τους.

Σε αυτόν τον άδικο και σκληρό κόσμο, όμως, πώς να αντέξεις τις συνεχείς κακουχίες και να τις υπερνικήσεις τόσο ώστε να αγαπήσεις μεγάλα οράματα, πώς να νιώσεις τους μεγάλους σκοπούς του κόσμου, πώς να βρεις το νόημα να πολεμήσεις για κάτι ανώτερο, για κάτι που σε ξεπερνά; Πώς να ενθουσιαστείς, πώς να πονέσεις τόσο πολύ για κάτι που δεν μπορείς έτσι εύκολα να κατακτήσεις; Πώς να το καταφέρεις αυτό; Με τί καρδιά; Η μικρή καρδιά μας λαχταρά τα απλά πράγματα, λίγο φαγητό, λίγη ησυχία, λίγη ξεκούραση σε καλό μαξιλάρι, ένα ποτήρι κρασί, λίγο ύπνο, ένα φιλί, ένα καθαρό βλέμμα, ένα καλό βιβλίο, μια καλή είδηση, ένα δώρο, ένα παιχνίδι με τα λόγια, μια βόλτα σε ένα όμορφο μέρος, ένα μωρό, μια σοκολάτα, μια συντροφιά, μια θέα από ψηλά, ένα καλό ζευγάρι παπούτσια. Ακόμη κι η καρδιά πρέπει να εκπαιδευτεί να ονειρεύεται τα πιο μεγάλα πράγματα. Δεν είναι για εμάς. Πρέπει να μας μάθει κάποιος να τα θέλουμε, να τα ποθούμε.

Κι όμως υπάρχουν. Και υπάρχουν ακριβώς επειδή κάποιοι είχαν την κατανόηση, τη μάθηση και τη δύναμη να τα θέλουν, να τα ποθούν, και να πολεμούν γι' αυτά. Και, επειδή οι άνθρωποι δεν τα γνωρίζουν και δεν τα νιώθουν έτσι απλά από μόνοι τους αυτά τα πράγματα, και μόνο αν καταφέρουμε να τα διδάξουμε, στον εαυτό μας αλλά και σε όποιον και όπου και όπως μπορούμε, αυτό είναι ήδη μια μεγάλη κατάκτηση, είναι ήδη ένα μεγάλο πράγμα, από εκείνα που μένουν, που μετράνε πολύ, τα πιο σημαντικά.

Αυτή είναι η πάλη για την αιωνιότητα και τη μεγαλοσύνη, κι όχι για τη μικρότητα και το πρόσκαιρο. Κι έτσι εμείς οι άνθρωποι έχουμε ανακαλύψει τις σημασίες, αλλιώς δεν θα υπήρχαν.

Η ζωή μας είναι πολύ μικρή. Και η ευτυχία, που παντού ακούμε για τον μύθο της σε όλη μας τη ζωή, δεν υπάρχει πουθενά φανερά εδώ γύρω μας, δεν την έχω δει πουθενά. Και, αν έχω καταλάβει κάτι, έχω καταλάβει ότι βρίσκεται στα πολύ μεγάλα πράγματα, σ' εκείνα που μας ξεπερνούν, αλλά και στα πολύ μικρά πράγματα, εκείνα που δεν προσέχουμε και τα θεωρούμε αμελητέα. Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στην αιωνιότητα, είναι μέσα στις συμφωνίες του Μπετόβεν, που είναι αιώνιες πια, την ακούς, είναι μέσα στη μεγάλη ποίηση, είναι μέσα στα συγγράμματα των αρχαίων σοφών, σου μιλάει. Είναι στις πορείες των ταξιδευτών και των ονειροπόλων, που βρήκαν πράγματα ανέλπιστα. Είναι στις διηγήσεις των βάρδων που έφτιαξαν τις πιο όμορφες ιστορίες του κόσμου, που ασταμάτητα εμπνέουν τους καλούς ανθρώπους για τα πάντα.

Με έμπνευση, με αυταπάρνηση, με υπέρβαση, με ένα άλμα του εαυτού, με υπέρτατη και απρόβλεπτη γενναιότητα, άρπαξε τη σημασία των μεγάλων πραγμάτων, των μεγάλων οραμάτων, κυνήγησέ τα!

Η ζωή μας αποτελείται από στιγμές, μικρές στιγμές. Μην αφήνεις αυτές τις στιγμούλες αμελητέες και απαρατήρητες. Αφυπνίσου, νιώθε αληθινά τις στιγμές σου, δες αυτό που σου αναλογεί στις στιγμούλες. Κι οι στιγμούλες μας φεύγουν, χάνονται, ίσως για πάντα, και μαζί τους η μικρή ζωούλα μας. Με έμπνευση, δίνε σημασία στις στιγμές σου. Είναι μόνο μία στιγμή κάθε φορά, αυτό είναι η ζωή μας, σταγόνα-σταγόνα.

Δεν υπάρχει στ' αλήθεια παρελθόν, υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό σου. Δεν υπάρχει στ' αλήθεια μέλλον, υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό σου. Δεν υπάρχει στ' αλήθεια παρόν, μέχρι να πεις τη λέξη «παρόν», το παρόν έχει φύγει, είναι άπιαστο. Είναι όλα μία παραίσθηση! Υπάρχει μόνο μία στιγμή, μία στιγμούλα κάθε φορά. Σταγόνα-σταγόνα.

Πρέπει να εξερευνήσουμε το νόημα της σταγόνας. Και η ίδια η σταγόνα σίγουρα έχει τη μεγαλύτερη σημασία, η κάθε δική μας στιγμή, γιατί άλλη στιγμή δεν ξέρουμε. Προσπάθησε να φτιάξεις ένα ευτυχισμένο αραβούργημα με τις στιγμές σου, με ελπίδα, έμπνευση, καλοσύνη, διορατικότητα. Βήμα-Βήμα.



Μη φοβάσαι τίποτα. Τι έχεις να φοβηθείς; Από τί να φοβηθείς; Όλοι θα πεθάνουμε, και όλοι θα πονέσουμε τον πόνο που μας αντιστοιχεί, κι όλοι είμαστε μόνοι μας μέσα μας, και τα πάντα είναι μια τραγωδία. Τι να φοβηθείς; Μη φοβάσαι τίποτε.

Πρέπει να είμαστε γενναίοι. Γιατί δεν είμαστε ανόητοι. Θα αποδράσουμε από τη φυλακή μας, ο καθένας με τον τρόπο του. Θα πολεμήσουμε σε ό,τι χρειαστεί, μέχρι τελευταίας ρανίδας, και δεν φοβόμαστε τίποτα. Μολών Λαβέ.

Θα κάνουμε τα πάντα, θα εξερευνήσουμε τα πάντα, θα ανακαλύψουμε τα πάντα, θα μάθουμε τα πάντα, θα δικαιώσουμε τα πάντα. Ή έστω θα προσπαθήσουμε αληθινά να το κάνουμε. Ακόμη και να αποτύχουμε, ω, θα είναι μια θριαμβευτική αποτυχία, μια τραγική αξιόλογη αποτυχία που είχε τους μεγαλύτερους στόχους. Το ταξίδι είναι αυτό που μετράει, όχι ο προορισμός.

Κατάλαβε όσα μπορείς να καταλάβεις, μη σαμποτάρεις τον εαυτό σου, δικαίωσε τον. Ό,τι μπορείς να κάνεις, κάνε το, για την καλυτέρευση όλων των πραγμάτων. Βήμα-Βήμα έστω. Πάντα για το καλό. Κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς, στον λίγο χρόνο που έχεις, με τις λίγες σου δυνάμεις, με τα λιγοστά σου μέσα. Κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς. Και, για ό,τι μετανιώνεις, για ό,τι δεν έκανες καλά: να το διορθώνεις, όσο μπορείς.

Να σκέφτεσαι ότι θα τα καταφέρουμε. Δεν είσαι μόνος σου σε όλο αυτό, τελικά. Έστω, ακόμη κι αν είμαστε ανθρωπάκια, ας είναι κι έτσι, αλλά θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Αυτό θα είναι κάτι αληθινά αξιοθαύμαστο, ακόμη πιο πολύ. Η ομορφιά του κόσμου είναι στα θεμέλια της ανθρώπινης καρδιάς. Ο τελευταίος κακόμοιρος άνθρωπος έχει μια αθάνατη ψυχή. Διάβασα στον Wordsworth ότι η Αυτοκρατορία του Πνεύματος είναι η πιο μεγάλη απ’ όλες, και δεν έχει χάρτη…

Το πρώτο μέρος της συνέντευξης μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.



Το Τεχνικό Σύστημα





Είναι αδύνατον να καταλάβουμε τη σύγχρονη κοινωνία, αν δεν γνωρίζουμε με σαφήνεια τον παράγοντα που κατά κύριο λόγο την καθορίζει, δηλαδή την Τεχνική. Η Τεχνική είναι πολύ ευρύτερη από τηντεχνολογία: συνιστά το σύνολο των μέσων και των μεθόδων που επινοούνται και επιλέγονται ορθολογιστικά σε κάθε τομέα της ζωής, με αποκλειστικό κριτήριο την αποτελεσματικότητα σε κάθε δεδομένη στιγμή. Οφείλουμε αυτόν τον απλό και διαυγή ορισμό στον Ζακ Ελλύλ (1912-1994), ο οποίος υπήρξε ένας από τους πρώτους (1935) που αντιλήφθηκε τη βαρύτητα του τεχνικού φαινομένου στην κοινωνία μας και οπωσδήποτε ο πρώτος (1954) που περιέγραψε την Τεχνική και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της: αυτονομία, ενότητα, καθολικότητα, ολοποίηση, αυτομεγέθυνση, αυτοματισμός και αέναη πρόοδος, μεταξύ άλλων.


















Στο Τεχνικό Σύστημα (1977) ξεκινώντας από έναν ευρύτατο διάλογο με μια πληθώρα σημαντικών στοχαστών -από τον Μάμφορντ, τον Μπωντριγιάρ και τον Λεφέβρ έως τον Αρόν, τον Μακλούαν και τον Ντεμπόρ- ο Ελλύλ καταδεικνύει διεξοδικά ότι σήμερα η Τεχνική έχει αναπτυχθεί όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά. Δεν αποτελεί απλώς τον καθοριστικό παράγοντα της σύγχρονης κοινωνίας. Η Τεχνική, κυρίως μέσω της διασύνδεσης όλων των επιμέρους τεχνικών παραγόντων που επέτρεψε η πληροφορική, έχει μετασχηματιστεί σε Σύστημα. Οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης για τον άνθρωπο είναι πολυάριθμες και ζωτικής σημασίας.

Άραγε, μέσα από την ανατομία του Τεχνικού Συστήματος, ο Ζακ Ελλύλ «προέβλεψε σχεδόν τα πάντα», όπως θεωρεί ο μελετητής του, Ζαν-Λυκ Πορκέ; Πιστεύουμε πως η μελέτη του παρόντος βιβλίου θα βοηθήσει σημαντικά τον αναγνώστη να δώσει τη δική του απάντηση σε αυτό το ενδιαφέρον ερώτημα. >Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου

Ποια είναι η θέση του ανθρώπου σε σχέση με την Τεχνική;

Εδώ και τριάντα χρόνια ο κόσμος αναρωτιέται: ποια είναι η θέση του ανθρώπου σε σχέση με την Τεχνική; Μπορούμε να διακρίνουμε δύο ρεύματα. Για κάποιους το θέμα είναι η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στη μηχανή. Αυτό το ρεύμα υποδιαιρείται σε εκείνους που θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξει μια σύνθεση μεταξύ ανθρώπου και μηχανής κι εκείνους για τους οποίους η μηχανή εξοστρακίζει τον άνθρωπο.

Αυτές οι τάσεις υποδιαιρούνται, με τη σειρά τους, σε άλλες δύο. Ορισμένοι μιλούν για σύζευξη «ανθρώπου-μηχανής» – μια άποψη που μοιάζει να είναι η περισσότερο εύλογη, ο άνθρωπος και η μηχανή προσαρμόζονται τέλεια ο ένας στον άλλον και λειτουργούν ο ένας σε συνάρτηση με τον άλλον. Άλλοι, στην επιστημονική φαντασία, μιλούν για μετάλλαξη του ανθρώπου, ο οποίος θα παραμείνει απλώς εγκέφαλος και νευρικό σύστημα, ενώ η μηχανή θα αντικαταστήσει το ανθρώπινο σώμα·συνεπώς, θα υπάρξει πλήρης ενσωμάτωση, κάτι σαν μεταμόσχευση.

Στην τάση που υποστηρίζει τον εξοστρακισμό του ανθρώπου από τη μηχανή, συναντάμε την αισιόδοξη άποψη, ο άνθρωπος απαλλάσσεται από όλες τις επίπονες εργασίες και μπορεί να αφιερωθεί στις υψηλές πνευματικές ασχολίες και τις χαρές της δημιουργικότητας και την απαισιόδοξη άποψη, ο άνθρωπος αποκλείεται από κάθε είδους δραστηριότητα και μετατρέπεται σε άχρηστο παράσιτο ή εξοντώνεται τελικά από την εξέγερση των ρομπότ.

Όλες αυτές οι απόψεις είναι πολύ επιφανειακές, διότι στηρίζονται σε μια αποσπασματική θεώρηση των μηχανών: εκατοντάδες χιλιάδες μηχανές νοούνται ως ξεχωριστές η μία από την άλλη, ενώ ο άνθρωπος νοείται απλώς ως άτομο. Δεν αντιλαμβάνονται καθόλου τη σημερινή και την προσεχή πραγματικότητα – ούτε το Τεχνικό Σύστημα ούτε το τεχνικό φαινόμενο– και, συνεπώς, μπορούμε να τις προσπεράσουμε.

Στο δεύτερο μεγάλο ρεύμα -με εξαίρεση τους μυστικιστές, όπως ο Τεγιάρ ντε Σαρντέν- συναντάμε μια προσπάθεια για σφαιρικότερη εποπτεία της Τεχνικής. Αυτό το ρεύμα δέχεται περισσότερο ή λιγότερο την ιδέα μιας τεχνικής κοινωνίας, αλλά δεν έχει να πει κάτι λιγότερο αόριστο, κάτι πιο συγκεκριμένο. Εδώ εντάσσονται όσοι μιλούν περί κατανάλωσης, ελεύθερου χρόνου κ.ο.κ. Το θέμα όμως είναι πως πλέον δεν έχουμε να κάνουμε με μηχανές και εκμηχάνιση, αλλά με το γεγονός ότιζούμε μέσα σε ένα Τεχνικό Σύστημα. Συνεπώς, η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στην Τεχνική δεν μπορεί να τεθεί πια με τους παραδοσιακούς τρόπους.

Δεν πρόκειται να προτείνω λύσεις […]· ούτε θα ασχοληθώ με τις δυσλειτουργίες και τις ζημίες που προκαλεί το Σύστημα, οι οποίες μπορεί να θεωρηθούν αφετηρία της ανάδρασης που θα το ολοκληρώσει […]. Εδώ θα αναρωτηθώ απλώς τι θα απογίνει πραγματικά ο άνθρωπος μέσα στο Τεχνικό Σύστημα και αν μπορούμε να διατηρήσουμε ζωντανή την ελπίδα, που έχει διατυπωθεί τόσο συχνά με ιδεαλιστικό τρόπο, ότι ο άνθρωπος θα «πάρει στα χέρια του», θα διευθύνει, θα οργανώσει, θα επιλέξει και θα προσανατολίσει την Τεχνική.

Ο Σέλιγκμαν τόνισε ιδιαίτερα, με μια εντυπωσιακή φράση, την τεχνική μετάλλαξη σε αυτόν τον τομέα: ο homo faber έπαψε να υπάρχει· έδωσε τη θέση του στο εργατικό ζώο. Ο άνθρωπος κάποτε βρισκόταν στο επίκεντρο της εργασίας και η εργασία είχε γι’ αυτόν καθοριστικό νόημα (όπως επισήμαινε διαρκώς ο Μαρξ). Πλέον εξοστρακίζεται σιγά σιγά από την εργασία και εγκαθίσταται «στην περιφέρειά της». Πρέπει λοιπόν να αναρωτηθούμε πολύ σοβαρά: Ποιος είναι ο άνθρωπος για τον οποίον λέμε ότι έχει τη δύναμη να επιλέγει, να αποφασίζει, να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και να κατευθύνει τα πράγματα; Δεν είναι πια ούτε ο Έλληνας της εποχής του Περικλή, ούτε ένας Ιουδαίος προφήτης, ούτε ο μοναχός του 12ου αιώνα. Είναι ένας άνθρωπος βουτηγμένος από την κορυφή ως τα νύχια στη σφαίρα της Τεχνικής. Δεν είναι αυτόνομος ως προς τα τεχνικά αντικείμενα. Δεν είναι κυρίαρχος, ούτε και διαθέτει μια ακλόνητη προσωπικότητα.

Αυτή η κατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σύστημα μπορεί να αναλυθεί σε πέντε προτάσεις. Πρώτα πρώτα, μόλις ο άνθρωπος αποκτήσει συνείδηση, βρίσκει μπροστά του την Τεχνική που είναι «ήδη εκεί». Η Τεχνική είναι το περιβάλλον στο οποίο εισέρχεται και εντάσσεται.1

Είναι μάταιο να λέμε ότι η Τεχνική δεν αποτελεί πραγματικό περιβάλλον

Οτιδήποτε βλέπει ή χρησιμοποιεί ο σημερινός άνθρωπος είναι ένα τεχνικό αντικείμενο. Δεν έχει να επιλέξει κάποια άλλη οδό. Βρίσκεται ευθύς αμέσως ενταγμένος μέσα σε αυτό το σύμπαν μηχανών και προϊόντων, ακόμη και τα πιο αθώα αντικείμενα –ο ηλεκτρικός διακόπτης ή η βρύση– αποτελούν τους αμεσότερους μάρτυρες αυτής της τεχνικότητας. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε, το τεχνικό περιβάλλον διαμορφώνει τις συμπεριφορές και τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς μας. Υπάρχει κανείς που να αμφισβητεί αυτό το «είναι ήδη εκεί»;

Το τεχνικό περιβάλλον θεωρείται δεδομένο. Η χρήση των ταχείων μέσων μεταφοράς ή των φαρμάκων είναι δεδομένη, κανείς δεν την αμφισβητεί. Γιατί να μην τα χρησιμοποιούμε; Έτσι, πολύ γρήγορα ο σημερινός άνθρωπος μαθαίνει να σκέφτεται σύμφωνα με το τεχνικό περιβάλλον. Τον ενδιαφέρει η άνεση και η αποτελεσματικότητα. Δεν διανοείται να αρνηθεί ή να αμφισβητήσει το τεχνικό περιβάλλον, όπως ο άνθρωπος του 12ου αιώνα δεν διανοούνταν να αμφισβητήσει τα δέντρα, τη βροχή, τον καταρράκτη. Όλα αυτά τα αυτονόητα πράγματα προσαρμόζουν πολύ γρήγορα τον άνθρωπο στην κατακλύζουσα πραγματικότητα του φαινομένου.

Βέβαια, ο σημερινός άνθρωπος δεν βλέπει καθαρά με τι έχει να κάνει, δεν διακρίνει το «Τεχνικό Σύστημα», τους «νόμους» της Τεχνικής. Αλλά ούτε και ο άνθρωπος του 12ου αιώνα γνώριζε τους φυσικούς, χημικούς και βιολογικούς «νόμους», καθώς και τις διαδικασίες που ενοποιούσαν σε ένα σύνολο όλα τα φαινόμενα που αντιλαμβανόταν ως διαχωρισμένα. Η καλύτερη προϋπόθεση για να ενσωματωθεί κανείς στο τεχνικό σύμπαν, για να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του χωρίς καν να το συνειδητοποιήσει, είναι να βρίσκεται μέσα σε αυτό και ταυτόχρονα να μην το αντιλαμβάνεται.

Αυτή η κατάσταση συμπληρώνεται από ένα δεύτερο γεγονός: ολόκληρη η θεωρητική εκπαίδευση προετοιμάζει τον σημερινό άνθρωπο για να εισέλθει θετικά και αποτελεσματικά στον τεχνικό κόσμο. Ο τεχνικός κόσμος έχει γίνει σε τέτοιον βαθμό περιβάλλον, ώστε προσαρμόζεται σε αυτόν όλη η κουλτούρα, οι διδακτικές μέθοδοι και οι γνώσεις των νέων. Ο ανθρωπισμός έχει ξεπεραστεί· έδωσε τη θέση του στην επιστημονική και την τεχνική εκπαίδευση, διότι, καταρχάς, το περιβάλλον στο οποίο θα ενταχθεί ο απόφοιτος δεν είναι ένα ανθρώπινο, αλλά ένα τεχνικό περιβάλλον. Τον προετοιμάζουμε λοιπόν ώστε να «τα βγάζει πέρα», δηλαδή να ασκεί ένα επάγγελμα, το οποίο όμως προϋποθέτει τη γνώση ορισμένων τεχνικών και τη χρήση τεχνικών εξοπλισμών. 2


Τίποτα πλέον δεν «χαρίζεται» στην εκπαίδευση και τη μαθητεία.

Τα πάντα οφείλουν να υπηρετούν την αποτελεσματικότητα.

Όλες οι κριτικές εναντίον του εκπαιδευτικού συστήματος καταλήγουν πάντοτε στο εξής: «Μαθαίνουμε χιλιάδες άχρηστα πράγματα, ενώ το σημαντικό είναι να προετοιμαστούμε για ένα επάγγελμα (δηλαδή για τις τεχνικές του επαγγέλματος)». Ολόκληρη η σημερινή εκπαίδευση τείνει να γίνει τεχνική και δικαιολογείται στα μάτια της κοινής γνώμης μόνο αν θεμελιώνεται σαφώς σε κάτι συγκεκριμένο και απτό. Πώς, λοιπόν, θα μπορέσει ο νεαρός μαθητής να κάνει επιλογές και να πάρει αποφάσεις σχετικά με το ζήτημα της Τεχνικής; Όχι μόνο έχει γεννηθεί μέσα σε ένα τεχνικό περιβάλλον, παίζει με μηχανικά παιχνίδια, χρησιμοποιεί αυτοκίνητα, κράνη και ηλεκτρικές μηχανές από παιδική ηλικία, αλλά και στο σχολείο ακόμη προετοιμάζεται για να εκτελεί τεχνικές λειτουργίες. Δεν παίρνει κανενός άλλου είδους γνώσεις.

Η βαθύτερη ρίζα της περιβόητης «κρίσης» του γαλλικού πανεπιστημίου δεν είναι άλλη από την ανεπαρκή προσαρμογή του στην τεχνική εκπαίδευση – αυτό εννοούν όταν λένε: «Προετοιμάζουμε τη νεολαία για να μπει στην κοινωνία». Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή η εκπαίδευση γίνεται όλο και πιο εξειδικευμένη, όλο και πιο αυστηρή. Για παράδειγμα, οι σπουδές ενός προγραμματιστή υπολογιστών περιλαμβάνουν έξι διαφορετικές ειδικότητες (προγραμματισμός συστημάτων, προγραμματισμός διαχείρισης, προγραμματισμός πραγματικού χρόνου κ.ο.κ.), που διαφέρουν πολύ μεταξύ τους.

Πώς είναι δυνατόν να αναμένουμε την παραμικρή κριτική του Τεχνικού Συστήματος από έναν άνθρωπο που έχει εκπαιδευτεί με αυτόν τον τρόπο; Άλλωστε, όταν αρχίσει να εργάζεται επαγγελματικά, θα ασχοληθεί αποκλειστικά με την άσκηση ορισμένων τεχνικών. Το επάγγελμά του –όποιο κι αν είναι– είναι καταρχάς συμμετοχή στο Τεχνικό Σύστημα, είτε από την πλευρά του παραγωγού είναι από την πλευρά του διανομέα τεχνικών προϊόντων. Είναι δυνατόν να αμφισβητήσει την ίδια τη σταδιοδρομία του; Με λίγα λόγια, ο τεχνικός άνθρωπος παρουσιάζεται διχασμένος ανάμεσα σε δύο τρόπους ύπαρξης.3

Από τη μια μεριά, βρίσκεται σε «άμεση επαφή» με την τεχνική του, με την ειδικότητά του

Είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικός στον τομέα του, γνωρίζει και βλέπει καθαρά αυτό που έχει να κάνει και το κάνει με διαρκώς μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Αυτά όμως ισχύουν μόνο για έναν πολύ περιορισμένο τομέα. Από την άλλη, ξαναπέφτει στο επίπεδο όπου βρισκόταν οι πάντες: δεν ξέρει τον κόσμο, μαθαίνει τα πολιτικά και τα οικονομικά προβλήματα μόνο μέσα από αποσπασματικές και μονόπλευρες πληροφορίες, «μισοκαταλαβαίνει» τα ζητήματα, γνωρίζει ελάχιστα τα γεγονότα και οι επαγγελματικές ικανότητές του δεν του χρησιμεύουν σε τίποτα για να κατανοήσει ή να γνωρίσει καλύτερα τα γενικά φαινόμενα, από τα οποία σε τελική ανάλυση εξαρτάται. Αυτή η επιρροή είναι πολύ πιο ισχυρή από εκείνη που ασκεί το σχολείο και το επάγγελμα.

Το Τεχνικό Σύστημα εμπεριέχει τους δικούς του παράγοντες προσαρμογής. Η διαφήμιση, οι διάφορες μορφές ψυχαγωγίας μέσω των ΜΜΕ, η πολιτική προπαγάνδα, οι ανθρώπινες και δημόσιες σχέσεις -όλα αυτά, με ελάχιστες αποκλίσεις, έχουν μία και μόνο λειτουργία: να προσαρμόσουν τον άνθρωπο στην Τεχνική, να του προσφέρουν ψυχολογικές ανταμοιβές και κίνητρα που θα του επιτρέψουν να ζει και να εργάζεται αποτελεσματικά μέσα στο τεχνικό σύμπαν.

Όλο το νοητικό πανόραμα που έχει μπροστά στα μάτια του ο σύγχρονος άνθρωπος δημιουργείται από τεχνικούς και συμμορφώνει τον άνθρωπο στο τεχνικό σύμπαν, το μοναδικό σύμπαν που προβάλλουν προς το μέρος όλες οι προσφερόμενες παραστάσεις. Ο σημερινός άνθρωπος δεν ζει μόνο εκ των πραγμάτων μέσα στο τεχνικό περιβάλλον· η διαφήμιση και η «ψυχαγωγία» του παρουσιάζουν την εικόνα, την αντανάκλαση, την υπόσταση αυτού του περιβάλλοντος. Αυτός ο τρόπος ψυχικής εξάρτησης έχει ήδη δημιουργήσει έναν καινούριο ψυχολογικό τύπο. 4

Έναν τύπο που φέρει από τη γέννησή την σφραγίδα της μεγατεχνολογίας σε όλες τις μορφές της.Έναν τύπο ανίκανο να αντιδρά άμεσα στα αντικείμενα της όρασης ή της ακοής, στις μορφές των συγκεκριμένων πραγμάτων, ανίκανο να λειτουργεί χωρίς άγχος σε οποιονδήποτε χώρο, ανίκανο ακόμη και να νιώθει ζωντανός, εκτός κι αν του το επιτρέπει ή του το προστάζει η μηχανή και πάντοτε με τη συμπαράσταση του τεχνικού εξοπλισμού που του προσφέρει η θεά Μηχανή. Σε πάμπολλες περιπτώσεις αυτή η ψυχική εξάρτηση έχει μεταβληθεί σε απόλυτη εξάρτηση.

Αυτή η κατάσταση δουλικού κομφορμισμού χαιρετίστηκε από τους πιο σκοτεινούς προφήτες του καθεστώτος ως υπέρτατη «απελευθέρωση» του ανθρώπου! Απελευθέρωση από τί; Απελευθέρωση από τις συνθήκες στις οποίες αναπτύχθηκε ο άνθρωπος, δηλαδή από τη ζωντανή σχέση, από την αμοιβαία ευεργετική σχέση ανταλλαγής με το ανθρώπινο και το φυσικό περιβάλλον, που δεν είναι «προγραμματισμένο», που ποικίλλει, αντιδρά, είναι γεμάτο αντιξοότητες, πειρασμούς, δύσκολες επιλογές, προκλήσεις, εκπλήξεις και απρόσμενες ανταμοιβές. 5

Για άλλη μια φορά, τα πρώτα βήματα προς την εδραίωση του ελέγχου έδειχναν εντελώς αθώα. Δείτε τη μηχανή-διδάσκαλο του Σκίννερ. Μοιάζει τόσο καλή! Κι όμως, δεν είναι παρά ένα μέσο συμμόρφωσης στην Τεχνική. Ασφαλώς οι διαφημιστές ή όσοι κάνουν «δημόσιες σχέσεις» δεν έχουν καμιά βαθύτερη, σκοτεινή πρόθεση.6 Ωστόσο, το τελικό και πραγματικό αποτέλεσμα της εργασίας τους πάντοτε υπονομεύει τις αυθόρμητες αντιδράσεις εναντίον του Τεχνικού Συστήματος, προωθεί την πληρέστερη ενσωμάτωση του θεατή ή του καταναλωτή σε αυτό και τον προτρέπει να εργάζεται προς όφελος της τεχνικής μεγέθυνσης.

Ορισμένοι μάλιστα διαφημιστές εργάζονται ρητά για την επίτευξη αυτών των στόχων. Όσοι ασχολούνται με την αυριανή κοινωνία θεωρούν πως το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να προετοιμάσουν συνειδητά τον άνθρωπο για να ζήσει μέσα στη μελλοντική Τεχνική. Έτσι, δεδομένου ότι η τηλεόραση οπωσδήποτε θα προοδεύσει και εφόσον γνωρίζουμε περίπου τις προόδους που θα υπάρξουν στα επόμενα είκοσι χρόνια, δεν χρειάζεται παρά να ετοιμάσουν τον άνθρωπο εκ των προτέρων: «Πρέπει να οργανωθούμε σήμερα για την τηλεόραση του αύριο» Κλοζέ.


Παρ’ όλα αυτά, οραματίζονται το μέλλον ως ένα μέλλον κουλτούρας και ελευθερίας

Τούτο είναι αξιοσημείωτο: όταν τα φαινόμενα μάς οδηγούν στο να φανταζόμαστε μία μη τεχνική εικόνα για το μέλλον, τότε η ενσωμάτωση στο Τεχνικό Σύστημα διευκολύνεται ακόμη περισσότερο.Τα ΜΜΕ δεν αντανακλούν πάντοτε το τεχνικό σύμπαν με άμεσο και ξεκάθαρο τρόπο, ούτε μας το παρουσιάζουν πάντοτε όπως ακριβώς είναι, καθώς υμνούν τις αρετές του. Πολύ συχνά προβάλλουν αντεστραμμένες εικόνες της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, η ιδέα των δραστηριοτήτων ελεύθερου χρόνου διαδίδεται ολοένα και περισσότερο. Είναι βέβαια σωστό ότι στη σύγχρονη κοινωνία ο άνθρωπος έχει στη διάθεσή του περισσότερα μέσα διασκέδασης και ίσως περισσότερες δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου (αν κι αυτό είναι πολύ συζητήσιμο).

Όμως, η συγκεκριμένη εικόνα είναι μια αντεστραμμένη παράσταση της πραγματικότητας, διότι στον σημερινό κόσμο ο άνθρωπος εργάζεται περισσότερο από ποτέ. Αυτή η όμορφη απεικόνιση του ελεύθερου χρόνου προβάλλεται για να μας κάνει να αντέξουμε την υπερβολική εργασία και την πλήξη που μας προκαλεί. Όσο πιο επαχθής γίνεται η εργασία τόσο πιο μεγαλειώδης και υπέρλαμπρη παρουσιάζεται η εικόνα του ελεύθερου χρόνου.

Για την εργασία δεν λένε λέξη. Είναι απλώς η «θλιβερή καθημερινότητα». Το «νόημα» της ζωής είναι, λένε, ο ελεύθερος χρόνος: αυτός είναι η σωτηρία που μας «δωρίστηκε». Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχει αντίθεση μεταξύ ελεύθερου και εργάσιμου χρόνου: η εικόνα του ελεύθερου χρόνου απλώς διευκολύνει την ενσωμάτωση και την προσαρμογή του ανθρώπου στην τεχνική αναγκαιότητα.

Τα περί ελεύθερου χρόνου, που υποτίθεται ότι μας πρόσφερε η τεχνικότητα, πρέπει να παραλληλιστούν με την εξύμνηση της Τεχνικής επειδή ανέπτυξε και βελτίωσε την κουλτούρα. Δεν θα συζητήσω αν αυτό είναι ακριβές και αν, αντίθετα, στην πραγματικότητα η Τεχνική προκαλεί πτώχευση της κουλτούρας. Ούτε θα συζητήσω κατά πόσο η έννοια της κουλτούρας είναι αμφίσημη. 7

Εξετάζω μόνο το γεγονός ότι της πλέκουν αυτό το εγκώμιο και πως υπάρχει η βαθύτατη πεποίθηση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος προόδευσε πνευματικά και καλλιτεχνικά χάρη στην Τεχνική. Αυτή η τόσο διαδεδομένη στάση εκφράζει απλώς την ευγνωμοσύνη του ανθρώπου προς την Τεχνική, καθώς και την ισχυρή πίστη όλων μας στην αξία και την αυθεντικότητά της. Ευγνωμονούμε αυθόρμητα την τηλεόραση, το μαγνητόφωνο ή τη θαυμαστή αναμετάδοση εικόνων· νιώθουμε τρομερή ματαίωση αν τύχει και στερηθούμε όλα αυτά τα αναπόσπαστα πλέον κομμάτια της ζωής μας. Αυτή η ευγνωμοσύνη περιβάλλει την Τεχνική με ένα φωτοστέφανο και αποκαλύπτει πόσο βαθιά μέσα της έχουμε ενσωματωθεί.

Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε πως ο άνθρωπος για τον οποίο μιλούν σήμερα· είναι πάντοτεο εκτεχνικευμένος άνθρωπος και ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος προσανατολισμός. 8 όταν διευρύνουν την «κουλτούρα» ή τον ανθρωπισμό μέσα στην τεχνική κοινωνία, το κάνουν προϋποθέτοντας ότι ο άνθρωπος είναι πριν απ’ όλα φτιαγμένος για την Τεχνική και πως το μοναδικό πρόβλημα είναι η προσαρμογή σε αυτήν.

Το εντυπωσιακό είναι ότι ακόμη και άνθρωποι που αντιλαμβάνονται σωστά τη βαρύτητα του ζητήματος και φοβούνται την «τεχνοκρατία», δεν βρίσκουν άλλη λύση από τη «δια βίου εκπαίδευση» των εργαζομένων υπό την ευθύνη του εργοδότη -μια «εκπαίδευση» που ουσιαστικά και σε τελική ανάλυση είναι τεχνική. 9


Υπάρχει περίπτωση μια κοινωνία ελεύθερου χρόνου ή κουλτούρας να μην είναι τεχνική;

Καμία! Είναι ολοφάνερο.

Λένε ασταμάτητα ότι η πρόσβαση στις δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου ή στην κουλτούρα συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη τεχνικών που θα αντικαταστήσουν τη δραστηριότητα του ανθρώπου και θα τον απαλλάξουν απ’ τον μόχθο. Μήπως όμως δεν θα είναι εκτεχνικευμένες και οι ίδιες οι δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου; Μα αυτές οι δραστηριότητες δεν έχουν να κάνουν με τίποτα άλλο από τη χρησιμοποίηση τεχνικών πραγμάτων: μέσα μεταφοράς, παιχνίδια κλπ.

Πολύ γρήγορα επίσης, στον βαθμό που γίνονται «μαζικές» (δεν θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς) θα χρειαστεί να οργανωθούν –είναι αδιανόητο να αφεθεί ο καθένας τελείως ελεύθερος να κάνει ό,τι του περνάει απ’ το μυαλό. Η οργάνωση των δραστηριοτήτων ελεύθερου χρόνου είναι βασικά τεχνικό ζήτημα. Απαιτεί μάλιστα έναν υψηλό βαθμό τεχνικότητας για να φέρει ικανοποιητικά αποτελέσματα, για να δίνει δηλαδή την εντύπωση ότι όλα είναι ελεύθερα και να συγκαλύπτει την τεχνική προσταγή. Το αποκορύφωμα της τεχνικής ανάπτυξης είναι η εξαφάνιση του αντιαισθητικού και ενοχλητικού τεχνικού εξοπλισμού, που θυμίζει υπερβολικά την υλικότητα.

Πράγματι, στα σύγχρονα διαμερίσματα δεν υπάρχουν πια εμφανείς εστίες θέρμανσης. Τα ηλεκτρικά καλώδια έχουν εξαφανιστεί. Όλα τα μηχανικά πράγματα κρύβονται, ώστε να νιώθουμε ότι ζούμε μέσα σε ένα θαυμαστά ξεκούραστο περιβάλλον, όπου κάθε χειρονομία μας ικανοποιείται χωρίς να αποκαλύπτεται και να φανερώνεται το τεχνικό μέσο. Έτσι, το Τεχνικό Σύστημα περικλείει τον άνθρωπο χωρίς αυτός να το αντιλαμβάνεται. Το μόνο που λαμβάνει ο άνθρωπος είναι απεριόριστη ικανοποίηση.

Όμως, ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τεχνικού σύμπαντος είναι πως διαδίδει αντεστραμμένες εικόνες της πραγματικότητάς του: η μέγιστη τεχνική πολυπλοκότητα παράγει την εικόνα μιας μέγιστης απλότητας. Η έντονη δραστηριοποίηση του ανθρώπου στην εργασία τον κάνει να πιστεύει στην κοινωνία του ελεύθερου χρόνου. Η καθολικότητα του τεχνικού περιβάλλοντος παράγει την εικόνα μιας Φύσης.

Έρχομαι λοιπόν στην επόμενη πρόταση. Όλοι θεωρούν δεδομένο και αυτονόητο ότι η Τεχνική ανταποκρίνεται σε ανάγκες και σε σταθερές επιθυμίες του ανθρώπου. Δεν χρειάζεται να επιμείνω σ’ αυτό. Ο άνθρωπος, λένε, κυνηγούσε ανέκαθεν αυτό που θα του έσβηνε την πείνα, έψαχνε πάντα περισσότερο αποτελεσματικά μέσα, πάσχιζε να λυτρωθεί από τον μόχθο και να ζήσει με ασφάλεια. Προσπάθησε να γνωρίσει και να κατανοήσει. Ονειρεύτηκε να περπατήσει στη Σελήνη, να ταξιδέψει στο Διάστημα και να υποτάξει το αστροπελέκι… Η Τεχνική λοιπόν ανταποκρίνεται στις αρχαιότερες ανάγκες του και κάνει πραγματικότητα τις νεότερες βλέψεις του, δίνει σάρκα και οστά στα όνειρά του, είναι η απάντηση στις επιθυμίες του.

Δεν καταλαβαίνω καθόλου το δόγμα ορισμένων που εγκωμιάζουν την επιθυμία ως μια μορφή ανεξαρτησίας και απελευθέρωσης του ανθρώπου από το τεχνικό σύμπαν… λες και η επιθυμία μπορεί να έχει σήμερα άλλο αντικείμενο και άλλο μέσο πραγμάτωσής της από την Τεχνική! Είναι παιδαριώδες να μιλάει κανείς για απελευθέρωση της επιθυμίας, θεωρώντας ότι αυτή εκφράζει επιτέλους το ανθρώπινο που εναντιώνεται στο αυστηρά οργανωμένο περιβάλλον της τεχνικής κοινωνίας. Η επιθυμία βρίσκει ανταπόκριση στις διάφορες τεχνικές.

Αν κάποιοι εξυμνούν την απελευθέρωση της σεξουαλικής επιθυμίας, καλό θα ήταν να αναρωτηθούν τι ήταν εκείνο που την επέτρεψε: το αντισυλληπτικό χάπι, ασφαλώς – δηλαδή ένα τεχνικό προϊόν. Η Τεχνική δεν είναι μόνο άτεγκτη και αυστηρή με τον απλοϊκό τρόπο ο οποίος μας ωθεί ακόμη βαθύτερα μέσα στο Τεχνικό Σύστημα. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι επιμένουν να αντιπεραθέτουν την επιθυμία στην Τεχνική και να παρουσιάζουν, βασιζόμενοι στις αναλύσεις του Φρόιντ, την επιθυμία ως απάντηση, αντίδραση και διάνοιξη των ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Αυτή η ιδέα είναι διπλά απατηλή, και στην πραγματικότητα οδηγεί ανεπαίσθητα σε μια μεταφυσική θέση.

Ασφαλώς η επιθυμία είναι θεμελιώδης

Υπερβαίνει απείρως όλα τα επιτεύγματα του ανθρώπου, τον ωθεί ακατάπαυστα προς τα εμπρός και είναι γεγονός πως οτιδήποτε ικανοποιεί την επιθυμία σήμερα, θεωρείται ήδη παρωχημένο. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που διαφεύγει από το αποχαυνωτικό όραμα περί απόλυτης απελευθέρωσης της επιθυμίας: ο άνθρωπος της κοινωνίας μας δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να φανταστεί παρά μόνο μία οδό πραγμάτωσης και ικανοποίησης των επιθυμιών του: την τεχνική οδό.

Η Τεχνική κάνει τόσα απρόσμενα θαύματα, ώστε όταν μια επιθυμία εμφανίζεται αυθόρμητα στον άνθρωπο, εκείνος αναζητάει εκ των πραγμάτων την ικανοποίησή της στο τάδε ή το δείνα τεχνικό προϊόν. Ούτε οι φοιτητικές εξεγέρσεις και οι κριτικές της καταναλωτικής κοινωνίας ξεφεύγουν από αυτόν τον κανόνα – αντιθέτως! Έτσι, η εξύμνηση της επιθυμίας μάς ωθεί με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα στην τεχνική μεγέθυνση.

Από εδώ μπορούμε να διακρίνουμε ένα ακόμη σφάλμα. Επειδή η Τεχνική είναι ορθολογική, κάποιοι φαντάζονται ότι έρχεται σε αντίφαση με τη θεμελιώδη ενόρμηση του ανθρώπινου όντος. Αυτή η άποψη είναι λανθασμένη. Η Τεχνική είναι πολύ βαθύτερα έκφραση της Ύβρεως. Εδώ δεν μπορώ παρά να παραπέμψω στην αξιοσημείωτη μελέτη του Ζαν Μπρεν, ο οποίος δείχνει με μεγάλη διαύγεια ότι η Τεχνική δεν είναι τυφλή και ψυχρή μηχανή, αλλά εκστατικός διονυσιακός χορός. 10

Με άλλα λόγια, η Τεχνική και η επιθυμία συνδυάζονται θαυμάσια

Η εξύμνηση της επιθυμίας μέσα στην κοινωνία μας επιταχύνει απλώς τα βήματα μας στην τεχνική οδό. Για να δείξουμε τη βαθιά σχέση ανάμεσα στις ανάγκες του ανθρώπου και στην ικανοποίησή τους από την Τεχνική, δεν χρειάζεται να κάνουμε τεράστιες αναλύσεις γύρω από αυτό που ορισμένοι αποκαλούν «καινούριες ή τεχνητές ανάγκες», τις οποίες υποτίθεται ότι δημιουργεί η Τεχνική και η διαφήμιση, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν πως δεν υπάρχει τίποτα το καινούριο και ότι δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τις φυσικές ανάγκες από τις τεχνητές.

Αρκεί να πούμε ότι με τα σύγχρονα προϊόντα και τις σημερινές μεθόδους, από τη μια μεριά οι βασικές ανάγκες έχουν ικανοποιηθεί (τροφή, προστασία από την κακοκαιρία και τους κινδύνους) και, από την άλλη, έχουν θρυμματιστεί σε άπειρες δευτερεύουσες ανάγκες. Αυτές οι δευτερεύουσες ανάγκες προσκολλώνται στις επιθυμίες, στα όνειρα, στις αρχαιότερες και ουσιαστικότερες τάσεις του ανθρώπου, αλλά σύντομα γίνονται και αυτές «φυσικές» και απαραίτητες.11 Γεννήθηκαν όμως από την Τεχνική, διότι αυτό που τις κάνει επείγουσες είναι ακριβώς τα τεχνικά μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας προκειμένου να τις ικανοποιήσουμε. 12

Ο άνθρωπος «ονειρευόταν» να πάει στη Σελήνη. Η Τεχνική τού το επέτρεψε. Ένας διαρκώς μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων θα νιώσουν την ανάγκη να ταξιδέψουν εκεί. Αυτού του είδους οι ανάγκες γεννιούνται από την Τεχνική και μόνο η Τεχνική μπορεί να τις ικανοποιήσει.

Οι φράσεις που χρησιμοποιούσαν ο Βιένερ και ο Καν για να χαρακτηρίσουν αυτό το γεγονός είναι άκρως εντυπωσιακές: «Αυτές οι τεχνικές εξελίξεις δημιουργούν ανάγκες πέρα από τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος για να εκπληρωθούν οι δυνατότητες της τεχνολογίας […] Κάθε καινούρια τεχνική παράγει ένα δευτερεύον αποτέλεσμα και γενικά όλες αυτές οι αλλαγές θα θεωρηθούν θεμιτές και ευεργετικές».

Η τεχνική μεγέθυνση στηρίζεται στην εκ των προτέρων συγκατάθεση του ανθρώπου, που βλέπει τις δωρεές κάθε τεχνικής ως απάντηση σε μια ανάγκη του, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχει παρά μόνο για να χρησιμοποιηθεί κάποια τεχνολογική δυνατότητα. Είναι δυνατόν να πιστέψουμε ότι ο άνθρωπος, σε αυτές τις συνθήκες, θα θελήσει να αμφισβητήσει, να απορρίψει και να καταγγείλει αυτό που μοιάζει (όχι ξεκάθαρα αλλά αυτονόητα) να είναι η μοναδική πηγή των ικανοποιήσεων και των απολαύσεών του, και το οποίο μάλιστα φαίνεται να του εξασφαλίζει ένα βιώσιμο μέλλον, δηλαδή ένα μέλλον στο οποίο οι ανάγκες και οι επιθυμίες του θα ικανοποιούνται απόλυτα;

Ιδού λοιπόν και η τελευταία πρόταση: ο άνθρωπος της κοινωνίας μας δεν έχει κανένα διανοητικό, ηθικό και πνευματικό σημείο αναφοράς για να κρίνει την Τεχνική και να της ασκήσει κριτική.13

Ο Ιβάν Ίλλιτς σημειώνει πολύ σωστά ότι τα τεχνικά εργαλεία τείνουν να δημιουργήσουν απόλυτα μονοπώλια: Μονοπώλιο της κατανάλωσης από τη διαφήμιση· μονοπώλιο της κυκλοφορίας από τα μέσα μεταφοράς· της υγείας από την επίσημη ιατρική· της γνώσης από το σχολείο […] Η κυριαρχία του εργαλείου εγκαθιδρύει την καταναγκαστική κατανάλωση και έτσι περιορίζει την αυτονομία του προσώπου […] Από τη στιγμή που ο ρόλος γίνει αποδεκτός, ακόμα και οι απλούστερες ανάγκες μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο από υπηρεσίες, οι οποίες, για επαγγελματικούς λόγους, υποτάσσονται στη σπάνη.

Έχει επίσης ενδιαφέρον η διαπίστωση του Βιλλενέρ ότι μέσω της Τεχνικής ο άνθρωπος μαθαίνει να γνωρίζει καλύτερα τον εαυτό του, να συνειδητοποιεί καλύτερα ποιος θέλει να γίνει και, έτσι, να βρίσκει έναν τρόπο για να διαμορφώσει την ταυτότητά του.14 Με άλλα λόγια, θεωρεί πως η τεχνική εμπειρία μαθαίνει στον άνθρωπο ποιος είναι (αντικαθιστώντας έτσι την παλιά εμπειρία του διαλόγου!). Επομένως, ο Βιλλενέρ καταλήγει σε ένα είδος τεχνομορφισμού και τεχνοκεντρισμού του ανθρώπου – πράγμα οπωσδήποτε εντυπωσιακό για έναν συγγραφέα ο οποίος υποτίθεται πως θέλει να αποδείξει ότι χάρη στο βίντεο ο άνθρωπος κερδίζει σε ελευθερία, επιλογή και αυτονομία!

Αυτές οι δύο παρατηρήσεις, που γίνεται να συμπληρωθούν από πολλές παρόμοιες, μαρτυρούν απλώς ότι ο άνθρωπος είναι «από τη μεριά» (dieseits) του Τεχνικού Συστήματος και ότι δεν υπάρχει κάτι πέρα από αυτό – δηλαδή κάτι στο οποίο θα μπορούσαμε να στηριχτούμε και από το οποίο θα μπορούσαμε να «δούμε» το Σύστημα ώστε να του ασκήσουμε κριτική. Η κοινωνιολογία του «θανάτου των ιδεολογιών» (Ντάνιελ Μπελ) και η θεολογία του «θανάτου του Θεού» μαρτυρούν και αυτές την εξαφάνιση ενός σημείου αναφοράς.

Η διαδικασία της τεχνικής μεγέθυνσης επιφέρει από μόνη της είτε την καταστροφή όσων είναι ξένα προς την Τεχνική είτε την αφομοίωσή τους. Το Ιερό, το μη τεχνικό θρησκευτικό στοιχείο, έχει εξοντωθεί. Συνεπώς, ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει κανένα σημείο αναφοράς από το οποίο θα μπορούσε να αποτιμήσει την τεχνική διαδικασία. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά άλλη «οπτική γωνία». Αν κανείς σκέφτεται διαλεκτικά, η Τεχνική δεν εντάσσεται στους όρους της διαλεκτικής: είναι ένα σύμπαν μέσα στο οποίο κινείται η διαλεκτική. Αν σκέφτεται θρησκευτικά, πασχίζει πριν απ’ όλα να εναρμονίσει την καινούρια μορφή της θρησκείας με το τεχνικό σύμπαν (κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα στον στρουκτουραλισμό και στις προσπάθειες της σύγχρονης ερμηνευτικής)


Τεχνική και Ελευθερία

Αυτός είναι ο άνθρωπος που καλείται να ζήσει, να σκεφτεί και να δράσει μέσα στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό και πέφτουμε σ’ έναν φαύλο κύκλο όποτε οι υμνητές της Τεχνικής υποστηρίζουν πως η Τεχνική υποχρεώνει τον άνθρωπο να γίνει υπεύθυνος, να αποφασίζει από μόνος του και να κάνει επιλογές. Ο Κλοζέ αναπτύσσει εκτενώς αυτό το επιχείρημα μιλώντας, παραδείγματος χάρη, για την πολιτική στον τομέα της υγείας, για τα ηθικά προβλήματα που πρόκειται να υπάρξουν εδώ εξαιτίας της Τεχνικής (όπως η επιλογή υπέρ ή κατά της ευθανασίας) και για την κατεύθυνση που θα δοθεί στις τεχνικές που αφορούν την υγεία.

Ασφαλώς, δεν έχω πει ποτέ ότι ο άνθρωπος θα γίνει μηχανή ή σκλάβος εξαιτίας της Τεχνικής. Ο άνθρωπος όμως, που υποτίθεται ότι θα γίνει πιο υπεύθυνος και θα κάνει επιλογές, θα είναι πάντοτε ένας εκτεχνικευμένος άνθρωπος, ο οποίος θα παίρνει τις αποφάσεις του με βάση την Τεχνική και με στόχο την τεχνική μεγέθυνση. Το κεντρικό πρόβλημα εδώ είναι το «Τεχνική και Ελευθερία» και εκδηλώνεται στον τρόπο με τον οποίο επιλέγει ο άνθρωπος.

Οι οπαδοί της Τεχνικής επιδιώκουν να τη δικαιολογήσουν, λέγοντας ότι απελευθερώνει τον άνθρωπο από τους παλιούς καταναγκασμούς (πράγμα που ισχύει), πως του επιτρέπει να κάνει έναν σωρό πράγματα που δεν μπορούσε να κάνει παλιότερα (να περπατήσει στο φεγγάρι, να πετάξει, να μιλάει από απόσταση κ.ο.κ.) και να κάνει αμέτρητες επιλογές.15 Όταν ο Τόφλερ δηλώνει ότι η τεχνική κοινωνία ανοίγει τον δρόμο στη μέγιστη δυνατή ελευθερία, εννοεί αποκλειστικά τις δυνατότητες να αλλάξει, να επιλέξει ανάμεσα σε «διαφορετικά στυλ» (;), να εγκαταλείψει τις παλιές συνήθειες και να καταναλώσει ένα μεγάλο φάσμα προϊόντων.

Οι πάντες αντιλαμβάνονται ότι λόγω της Τεχνικής ο άνθρωπος έχει περισσότερες επιλογές, συμπεριφέρεται απελευθερωμένα, πηγαίνει οπουδήποτε και έρχεται σε επαφή με οποιονδήποτε πολιτισμό. Χάρη σε τεχνικά μέσα, όπως το αντισυλληπτικό ή την έκτρωση, ο άνθρωπος (η γυναίκα) χειραφετείται. Είναι πια ελεύθερος να επιλέξει αν θα κάνει παιδιά ή όχι. Μήπως όμως όλα αυτά είναι μια τεράστια αυταπάτη; Ο χρονογράφος της Monde, λόγου χάρη, έγραφε για την ταινία L’ Histoire d’A: Παρουσιάζοντας τις εικόνες της διακοπής μιας κύησης σαν ένα εντελώς φυσιολογικό φαινόμενο –φυσιολογικό επειδή εξηγείται με σαφήνεια, προσεγγίζεται χωρίς φόβο, με πλήρη ελευθερία ατομικής επιλογής και υπό ιατρικό έλεγχο– αυτή η ταινία αποδραματοποιεί και απενοχοποιεί την έκτρωση.

Δεν έχει νόημα να επιμείνω. Είναι ολοφάνερο πως ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να πηγαίνει όπου θέλει, να επιλέγει τι θα καταναλώσει κλπ. (δεν υπολογίζω εδώ τις πολιτικού τύπου απαγορεύσεις). Όμως, αυτό συνεπάγεται πραγματικά περισσότερη ελευθερία; Πρέπει να αναρωτηθούμε: ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που καλείται να επιλέξει; Η επιλογή είναι αυτόνομη; Τι αφορά; Ποια είναι εδώ η σημασία των διάφορων τεχνικών;

Ο Μάμφορντ γράφει: Κάθε καινούρια τεχνική εφεύρεση μπορεί να αυξήσει το πεδίο της ανθρώπινης ελευθερίας μόνο εφόσον οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να τη δεχτούν, να την τροποποιήσουν ή να την απορρίψουν, να τη χρησιμοποιήσουν όποτε και όπως ταιριάζει στις δικές τους προθέσεις και σε ποσότητες σύμφωνες με αυτές. Αυτό όμως δεν έχει συμβεί ποτέ μέσα στο τεχνικό σύμπαν.

Ακόμη κι ο Τόφλερ δηλώνει: Θα έρθει ο καιρός που η επιλογή, αντί να απελευθερώνει το άτομο, θα γίνει τόσο πολύπλοκη, τόσο δύσκολη και τόσο δαπανηρή, ώστε πολύ συχνά θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Με λίγα λόγια, είμαστε κοντά στην εποχή όπου η επιλογή θα γίνει τρομακτικά χαοτική και η ελευθερία αντι-ελευθερία.

Ας ξεκινήσω από τα απλούστερα προβλήματα. Καταρχάς, ελευθερία δεν σημαίνει απαραίτητα επιλογή ανάμεσα σε πολλά καταναλωτικά προϊόντα. Μπορεί να είναι κανείς εντελώς ελεύθερος, ακόμη κι αν το μόνο που έχει να φάει είναι ρύζι· και μπορεί να είναι τελείως αλλοτριωμένος, ενώ έχει μπροστά του τον κατάλογο ενός εστιατορίου από τον οποίο μπορεί να διαλέξει μεταξύ χίλιων διαφορετικών πιάτων.

Στην πραγματικότητα υπάρχουν τύποι επιλογής – για παράδειγμα, η επιλογή του άντρα ή της γυναίκας μαζί με τον/την οποία μπορείς να χτίσεις τη ζωή σου, είναι διαφορετικού τύπου από την επιλογή μιας μάρκας μηχανής του καφέ. Επίσης, υπάρχουν ζώνες επιλογής και η ζώνη των επιλογών μας οριοθετείται εξ ολοκληρου από το Τεχνικό Σύστημα· όλες οι επιλογές γίνονται στο εσωτερικό του Συστήματος και τίποτα δεν ξεφεύγει από αυτό.

Από εδώ προκύπτει η απλοϊκή διεκδίκηση του «ελεύθερου έρωτα» και η απόρριψη των μακροχρόνιων δεσμών. Οι ταλαίπωροι οι νέοι, που νομίζουν πως με αυτόν τον τρόπο διατρανώνουν την ελευθερία τους, δεν αντιλαμβάνονται ότι το μόνο που εκφράζουν με αυτόν τον τρόπο είναι η συμμετοχή τους στο Σύστημα. Ανάγουν τον σύντροφό τους σε ένα αντικείμενο που τους προσφέρει ικανοποίηση, σαν οποιοδήποτε τεχνικό προϊόν, ενώ οι αλλοπρόσαλλες επιλογές τους αντανακλούν απλώς το καλειδοσκόπιο της κατανάλωσης. Δεν κάνουν καμία διαφορετική επιλογή από εκείνη που προτείνει το Τεχνικό Σύστημα.

Στο πεδίο της κατανάλωσης, ο Μπωντρυγιάρ έκανε μια εντυπωσιακή απόδειξη, κατά τη γνώμη μου. Ας τη δούμε από την αρχή. Τα πάντα βρίσκονται παγιδευμένα ανάμεσα σε δύο πόλους. «Το άτομο είναι ελεύθερο ως καταναλωτής, αλλά δεν είναι ελεύθερο ως άτομο». Ένα το κρατούμενο. «Τελικός σκοπός της καταναλωτικής κοινωνίας είναι η δημοσιοϋπαλληλοποίηση του καταναλωτή, η μονοπώληση των αναγκών του, μια καταναλωτική ομοφωνία η οποία αντιστοιχεί τελικά στον συγκεντρωτισμό και τον απόλυτο αυταρχισμό της παραγωγής». Έτσι, «η λογοκρισία ασκείται τώρα μέσω ελεύθερων συμπεριφορών (αγορά, επιλογή, κατανάλωση)· εσωτερικεύεται κατά κάποιον τρόπο μέσα στην ίδια την απόλαυση, μέσω μιας αυθόρμητης επένδυσης». Δύο και όπερ έδει δείξαι.

Εδώ δεν γίνεται να μην αναφέρω για άλλη μια φορά τον Κλοζέ, με τις τόσες αντιφάσεις του. Αναγνωρίζει απροβλημάτιστα ότι η τεχνική πρόοδος συνεπάγεται διαρκώς περισσότερες ρυθμίσεις, απαγορεύσεις, στενότερη επίβλεψη, φακελώματα, ιδρυματοποίηση των ατομικών συμπεριφορών και ρίχνει στο πυρ το εξώτερον «το παλιό φιλελεύθερο ιδεώδες». Ωστόσο, την ίδια στιγμή διακηρύσσει γεμάτος ελπίδες πως «οι ατομικές βλέψεις επικρατούν, ενώ οι συλλογικές απαιτήσεις, τα αυταρχικά καθεστώτα, η δογματική ηθική και οι επιβεβλημένες συμπεριφορές υποχωρούν, στον βαθμό που προοδεύουν οι τεχνικές», καθώς και ότι «κάθε τεχνική πρόοδος φέρνει ένα πλεόνασμα ελευθερίας».

Αυτή η ολοφάνερη, εκτυφλωτική αντίφαση είναι πολύ πιο συχνή από όσο νομίζουμε και εξηγείται εύκολα. Στο πρώτο σκέλος, ο Κλοζέ μιλάει σαν τεχνικός, στο επίπεδο των γεγονότων και των διαπιστώσεων. Στο δεύτερο, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι αλλάζει ιδιότητα, διατυπώνει τις ελπίδες, τις προσδοκίες και τα πιστεύω του: Δεν είναι δυνατόν, θα ήταν πολύ θλιβερό αν ο άνθρωπος έπαυε να είναι ελεύθερος… Φαντάζεται όμως ότι οι επιθυμίες του είναι ήδη πραγματικότητα και πως το ανθρωπιστικό ευχολόγιο του είναι του ίδιου τύπου με τις διατυπώσεις που κάνει σαν τεχνικός. Αλίμονο! 16


Πρέπει να διαλύσουμε τον μύθο ότι η Τεχνική αυξάνει τις δυνατότητες επιλογής

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε εκατό διαφορετικές μάρκες αυτοκινήτων και χίλια είδη υφάσματος -δηλαδή ανάμεσα σε προϊόντα. Στο επίπεδο της κατανάλωσης υπάρχει ένα πολύ μεγάλο φάσμα επιλογών, αλλά στο επίπεδο των ρόλωνμέσα στο κοινωνικό σώμα, στο επίπεδο των λειτουργιών και των συμπεριφορών, υπάρχει σημαντικήπτώχευση.

Η επιλογή μεταξύ τεχνικών αντικειμένων δεν είναι της ίδιας φύσης με την επιλογή μιας ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η «επιλογή» δεν έχει καμιά θεωρητική κατηγορία που να εκφράζει την ελευθερία. Η λέξη «επιλογή» δεν έχει κανένα ηθικό περιεχόμενο από μόνη της και η ελευθερία δεν εκφράζεται ασφαλώς στην επιλογή μεταξύ διαφόρων αντικειμένων. Η τεχνική κοινωνία μπορεί να μας επιτρέπει την επιλογή ανάμεσα σε δύο αντικείμενα, από τα οποία μπορούμε να πάρουμε το ένα και να αφήσουμε το άλλο, αλλά δεν μας προσφέρει ποτέ κάποια πιο θεμελιώδη επιλογή, όπως ανάμεσα σε μια δυνατότητα και στην απόρριψη μιας άλλης, ή σχετικά με το τι θα παράγεται και τι θα καταστρέφεται κατά τη διαδικασία μεγέθυνσης του Συστήματος.

Η επιλογή είναι του τύπου «ή το αυτοκίνητο ή την τηλεόραση» ποτέ, για παράδειγμα «ή περισσότερο ηλεκτρικό ρεύμα ή μείωση των κινδύνων από την πυρηνική ενέργεια». Οι επιλογές που προτείνονται είναι πάντοτε πλαστές, διότι η περί Τεχνικής συζήτηση εξαντλείται συνήθως στη διαβεβαίωση ότι δεν είναι υποχρεωτικό να επιλέξουμε, εφόσον μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα: να γίνουμε περισσότερο πλούσιοι, πνευματώδεις, ισχυροί, αλληλέγγυοι κ.ο.κ.

Σε διαφορετικό επίπεδο, μπορούμε να πούμε πως οι επιλογές μέσα στην τεχνική κοινωνία γίνονται στο περιθώριο της πραγματικότητας του ανθρώπου που επιλέγει. Ο καταναλωτής μπορεί να επιλέξει από πολλά διαφορετικά αντικείμενα για να καταναλώσει. Ωστόσο, η κατανάλωση υπαγορεύεται και καθορίζεται από τις επενδύσεις, και ο καταναλωτής ποτέ δεν επιλέγει πού θα γίνουν επενδύσεις.

Έτσι, οι προτεινόμενες αναρίθμητες επιλογές (ανάμεσα σε διάφορα ταξίδια και κρουαζιέρες, θεάματα και μηχανές κλπ.) γίνονται πάντοτε στο επίπεδο των τελικών συνεπειών του Συστήματος, ποτέ στις απαρχές του. Γίνονται πάντοτε για πράγματα που μας είναι σχεδόν αδιάφορα (κανείς δεν κόπτεται για το αν είναι υπέρ ή κατά των αντισυλληπτικών) και μάλιστα τις «ντύνουμε» με έντονα χρώματα για να τις κάνουμε να φαίνονται σπουδαίες – πράγμα που αποδεικνύει ότι δεν μας νοιάζουν πραγματικά.

Μπορείτε να διαλέξετε μεταξύ αμέτρητων επαγγελμάτων, όμως στην πραγματικότητα αυτή η επιλογή δεν είναι ποτέ και πουθενά ελεύθερη, επειδή υπάρχουν εξαιρετικά άκαμπτοι μηχανισμοί που την καθορίζουν. Το Τεχνικό Σύστημα περιστέλλει όλες τις επιλογές σε μια και μόνο: «την επιλογή ανάμεσα σε μια μεγαλύτερη ή μικρότερη ταχύτητα μεγέθυνσης. Οι κοινωνικές αλλαγές εμφανίζονται εδώ μόνο ως χρήσιμοι παράγοντες και ως αναγκαίες συνέπειες της λεγόμενης μεγέθυνσης» (Ντε Ζουβενέλ).

Η σύγχρονη μέθοδος, όπως λέει ωραία ο Ντε Ζουβενέλ, είναι «να λαβαίνεις χωρίς να καταλαβαίνεις.Ό,τι έκαναν οι βάρβαροι δηλαδή. Να καταλάβεις μόνο και μόνο για να λάβεις – αυτό δεν είναι παρά η εκλογίκευση της βαρβαρότητας. Κι όμως, αυτό είναι το πνεύμα του πολιτισμού μας. Το πνεύμα του άρπαγα και όχι της φιλίας».

Μήπως όμως υπάρχει ακόμη η δυνατότητα για μια άλλη επιλογή, δηλαδή η δυνατότητα να αντιπαραθέσουμε στις κοινωνικές συνιστώσες οι οποίες αποτελούν παράγοντες τεχνικής μεγέθυνσης και έχουν μόνο εργαλειακή αξία εκείνες που θεωρούμε επιθυμητές και έχουν αξία ως τελικοί σκοποί; Η ολοκλήρωση του Τεχνικού Συστήματος τείνει να καταστήσει αδύνατη και αυτήν την επιλογή. Οι διαφορετικές επιλογές οριοθετούνται από το Σύστημα και προτείνονται σε έναν άνθρωπο που κατακλύζεται από τεχνικές αξίες· είναι αδύνατον να τεθούν σε όλες τους τις διαστάσεις και, επομένως, προσδιορίζονται και καθοδηγούνται από τους τεχνικούς. Ας δούμε αυτά τα σημεία.

Η ελευθερία επιλογής αφορά μια κατάσταση, μια κατάσταση στην οποία «τοποθετούν» τον άνθρωπο.

Δεν είναι ένας αγώνας κατάκτησης της ελευθερίας.

Επιπλέον, ένα σύνολο από καταναγκασμούς αντικαθιστά ένα άλλο, και το Σύστημα καταργεί τη δυνατότητα να μείνει κανείς «έξω», σε απόσταση από όλα αυτά. «Ο άνθρωπος της βιομηχανικής πόλης δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να μείνει έξω, σε απόσταση: είναι αλυσοδεμένος σε αναρίθμητες, μεταβαλλόμενες και πιεστικές κοινωνικές σχέσεις» (Ντε Ζουβενέλ). Πρόκειται γι’ αυτό που άλλοι αποκαλούν αλλοτρίωση. Όμως, αυτές τις αλλαγές δεν τις προκαλεί ο άνθρωπος. Προκύπτουν από τηνπρόοδο του Συστήματος και αυτές καθορίζουν τον άνθρωπο: ο «πιεστικός» χαρακτήρας τους περιορίζει την ανθρώπινη ελευθερία.

Ο άνθρωπος καθορίζεται ολοένα και περισσότερο από τη θέση του μέσα στο Σύστημα και έχει ολοένα και λιγότερο τη δυνατότητα να το καθορίσει αυτός – κάτι που θα τον καθιστούσε ελεύθερο απέναντι στο Σύστημα. Ο «μέσος» άνθρωπος αδυνατεί να θέσει σωστά τα προβλήματα και τους όρους της επιλογής: είναι ανίκανος γι’ αυτό (όπως λέγεται συνήθως) επιβιώνει ακόμη η μαγική νοοτροπία, ακόμη περισσότερο, επειδή δεν μπορούμε να δούμε τις αρνητικές όψεις των μέσων που χρησιμοποιούμε. Έχουμε τέτοια εμμονή με την ισχύ και την ευτυχία, ώστε είμαστε ανίκανοι να θέσουμε σωστά το πρόβλημα της επιλογής, η οποία προϋποθέτει να βλέπουμε ξεκάθαρα ότι «η επιλογή του Χ συνεπάγεται αναγκαστικά το Ψ». Εδώ λοιπόν βρίσκεται το πρόβλημα, και όχι στην επιλογή ανάμεσα σε ένα προϊόν Χ και ένα προϊόν Ψ, τα οποία έχω άμεσα στη διάθεσή μου.
Ο υπολογισμός των συνεπειών είναι ασύλληπτα πολύπλοκος

Επομένως, οι επιλογές δεν είναι ποτέ πραγματικές· αφορούν μόνο ό,τι μας επιτρέπει η τεχνική κοινωνία. Η τελειοποίηση των επιλογών, ο λεγόμενος «εξορθολογισμός του κρατικού προϋπολογισμού», φανερώνει ακόμη περισσότερο ότι οι επιλογές δεν είναι υπόθεση των πολιτών!Στους αναρίθμητους συνδυασμούς των διάφορων παραμέτρων ή αποφάσεων αντιστοιχούν άλλες τόσες εφικτές λύσεις του προβλήματος.

Θα έπρεπε συνεπώς να εξετάσει κανείς την τεχνικο-οικονομική συγκρότηση κάθε απόφασης, μαζί με όλες τις συνέπειές της – πράγμα ασφαλώς αδύνατον. Ακόμη και στο υψηλότερο τεχνικό επίπεδο, οι αποφάσεις λαμβάνονται και οι επιλογές γίνονται στην τύχη. Μπορούμε να πούμε πως όσο περισσότερο αυξάνονται τα μέσα ισχύος, τόσο πιο ανορθολογικές είναι οι αποφάσεις και οι επιλογές σε όλα τα επίπεδα.

Το γεγονός αυτό αποκτά ακόμη σοβαρότερες διαστάσεις όταν έρχεται στο προσκήνιο η απαίτηση για μια ορισμένη ποιότητα ζωής, την οποία δεν μπορεί να ικανοποιήσει η σημερινή Τεχνική. Ο Ντε Ζουβενέλ θέτει το πρόβλημα ως εξής: δεν έχουμε να επιλέξουμε αν θα χτίσουμε ή όχι κατοικίες, αλλά αν θα τις χτίσουμε όσο πιο γρήγορα και φθηνά γίνεται ή με βραδύτερους ρυθμούς, με περισσότερα έξοδα και πιο καλαίσθητα. Με βάση τις σημερινές επιλογές, το επίπεδο της ζωής των Γάλλων θα διπλασιαστεί το 1985, αλλά οι μισοί από αυτούς θα μένουν σε καινούργια σπίτια κάκιστης ποιότητας. Σε τελική ανάλυση οι επιλογές που μας προτείνονται έχουν στην πραγματικότητα επιβληθεί από τα τεχνικά μέσα και από το τεχνικό πνεύμα.

Τι γίνεται λοιπόν με το πρόβλημα των υπαρξιακών επιλογών, όπως, για παράδειγμα, αν θα κάνουμε παιδί ή αν θα προτιμήσουμε την έκτρωση; Είναι ολοφάνερο ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μέσα τα οποία (θεωρητικά, μεταφυσικά) επιτρέπουν στον άνθρωπο να κάνει μια υπαρξιακή επιλογή, αλλά ταυτόχρονα, επειδή εντάσσονται στο Τεχνικό Σύστημα, τα ίδια τα μέσα του αρνούνται τη δυνατότητα μιας τέτοιας επιλογής.

Η γυναίκα που επιλέγει να κάνει έκτρωση ωθείται σε αυτήν την επιλογή, όταν όλα αυτά υπαγορεύονται από την πίστη στη φυσικότητα και στην αντικειμενικότητα της επιστήμης και της Τεχνικής; Μπορεί να υπάρξει ελευθερία επιλογής, όταν όλοι οι επιστήμονες και οι τεχνικοί είναι στραμμένοι προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση; Αρκεί μια σαφής εξήγηση; Ξαναγυρίζουμε στις επιστημονικές ψευδαισθήσεις του 1900. Επιδιώκουμε την απενοχοποίηση βάζοντας τέλος σε μια εν δυνάμει ζωή; Αυτό δεν είναι μια απίστευτη μεγέθυνση της ανευθυνότητας που χαρακτηρίζει το Τεχνικό Σύστημα; Η έκτρωση δεν είναι πράξη ελευθερίας, αλλά η δυνατότητα να σβήνουμε τις συνέπειες των πράξεων μας και, επομένως, να αυξάνουμε την ανευθυνότητα.17


Έρχομαι τώρα στο ανάλογο πρόβλημα της επιλογής του θανάτου

Η Τεχνική μας επιτρέπει να επεκτείνουμε τεχνητά τη ζωή, να κάνουμε, λόγου χάρη, ανάνηψη αλλά και να διατηρούμε στη ζωή ανθρώπους που φυσιολογικά θα ήταν νεκροί. Αυξάνει αυτή η δυνατότητα την ελευθερία; Αυξάνει επίσης την ελευθερία το ότι τα τεχνικά μέσα μάς επιτρέπουν να οδηγήσουμε έναν άνθρωπο στον θάνατο αναισθητοποιώντας τον, τη στιγμή που σε φυσιολογικές συνθήκες θα μπορούσε, όχι χωρίς πόνους ασφαλώς, να έχει ζωντανές τις αισθήσεις του και να αντιμετωπίσει τον θάνατο του συνειδητά; Δεν είναι σαν να κλέβουμε, όπως λένε, την πιο σημαντική στιγμή της ζωής ενός ανθρώπου,τον θάνατό του; Δεν μειώνει αυτό την υπευθυνότητα και την ικανότητα επιλογής μπροστά στη ζωή και τον θάνατο, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση;

Το ερώτημα είναι απλό: οι τεχνικές αυξάνουν την ελευθερία στον υπαρξιακό τομέα;

Δεν αρνούμαι ότι μας επιτρέπουν να υποφέρουμε λιγότερο και να επιμηκύνουμε τη ζωή μας. Δεν είναι το θέμα μας, όμως. Το πραγματικό ζήτημα τέθηκε εντυπωσιακά κατά τη διάρκεια του «Συμποσίου για τις Νέες Εξουσίες και τις Νέες Υποχρεώσεις της Επιστήμης» (20-24 Σεπτεμβρίου 1974, Σορβόννη). Αυτό που διαπιστώσαμε κυρίως ήταν ότι επικρατεί η άποψη των τεχνικών: παρά τις όποιες καλές προθέσεις, οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται από τους «αρμόδιους ειδήμονες», που μπορούν να «εκτιμήσουν» την αναγκαιότητα των πειραμάτων, τις πιθανότητες επιβίωσης, την ποιότητα της παρατεινόμενης ζωής κ.ο.κ. Κοντολογίς, ο ίδιος ο ασθενής δεν θα αποφασίζει ουσιαστικά ποτέ. Μόνο ο Τεχνικός!

Στην πραγματικότητα η Τεχνική αυξάνει την ελευθερία – δηλαδή την εξουσία, την ισχύ – του τεχνικού. Η λεγόμενη ελευθερία που μας παρέχει η Τεχνική ανάγεται σε αυτήν τη συγκεκριμένη μεγέθυνση ισχύος· η Τεχνική οδηγεί πάντοτε στη μεγέθυνση του ρόλου του τεχνικού. Ο τεχνικός νομιμοποιείται από την εξειδίκευσή του και θεωρεί ότι στον δικό του τομέα έχει όλα τα δικαιώματα, ακόμη και το δικαίωμα ζωής και θανάτου.

Πρέπει να καταλάβουμε πως αυτό είναι απόλυτα σύμφωνο με την Τεχνική ως περιβάλλον και ως Σύστημα: στο μέτρο που η Τεχνική επιτρέπει την τροποποίηση, την παράκαμψη και την ανάσχεση της φυσικής διαδικασίας (η οποία θα οδηγούσε π.χ. στο θάνατο), είναι προφανές ότι η απόφαση του ανθρώπου μπορεί να πάρει τη θέση της «απόφασης» της «Φύσης». Σε αυτή την περίπτωση όμως, η απόφαση δεν ανήκει στον άμεσα ενδιαφερόμενο άνθρωπο, αλλά στον άνθρωπο που έχει στα χέρια του την Τεχνική. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με άσκηση εξουσίας από άνθρωπο σε άνθρωπο. Γι’ αυτό και παλώνται οικτρά όσοι θέλουν να «δοθεί ο λόγος στον χρήστη ή στον απλό άνθρωπο»!

Για τον ίδιο λόγο τα «ανθρωπιστικά» προβλήματα είναι ψευδή προβλήματα.

Με ποιον τρόπο αυτός ο άνθρωπος (ο πραγματικός άνθρωπος, όχι αυτός που φαντασιώθηκαν ο Σαρτρ ή ο Χάιντεγκερ), θα μπορούσε να ασκήσει αυτεξούσια όλα όσα περιμένουν απ’ αυτόν – δηλαδή να επιλέγει, να κρίνει και να αμφισβητεί την Τεχνική και τους τεχνικούς; Πώς και υπό ποιους όρους θα μπορούσε να δώσει έναν διαφορετικό προσανατολισμό στην Τεχνική από αυτόν που δίνει η Τεχνική στον εαυτό της καθώς αυτομεγεθύνεται; Ποια πρωτοβουλία θα μπορούσε να αναλάβει που να μην είναι πρωτίστως τεχνική;

Επαναλαμβάνω ότι όλα αυτά δεν σημαίνουν πως ο σημερινός άνθρωπος έχει εκμηχανιστεί ολότελα, πως έχει γίνει ρομπότ. Ποτέ δεν έχω πει κάτι τέτοιο. Μπορεί ακόμη να επιλέγει, να αποφασίζει, να τροποποιεί, να προτείνει προσανατολισμούς… πάντοτε όμως μέσα στο τεχνικό πλαίσιο και προς την κατεύθυνση της τεχνικής προόδου. Μπορεί να επιλέγει, ωστόσο οι επιλογές του θα έχουν πάντοτε να κάνουν με δευτερεύοντα στοιχεία και ποτέ με το συνολικό τεχνικό φαινόμενο. Οι κρίσεις του θα καθορίζονται σε τελική ανάλυση από τα τεχνικά κριτήρια, ακόμη κι εκείνες που μοιάζουν ανθρωπιστικές – η συζήτηση γύρω από την αυτοδιαχείριση είναι πολύ χαρακτηριστική ως προς αυτό το σημείο.

Μπορεί να επιλέγει, αλλά μέσα σε ένα σύστημα επιλογών που έχει διαμορφωθεί από την τεχνική διαδικασία. Μπορεί να προτείνει προσανατολισμούς, αλλά πάντοτε σε συνάρτηση με το τεχνικό δεδομένο. Σε καμιά στιγμή δεν βγαίνει έξω από αυτό και τα θεωρητικά συστήματα που κατασκευάζει είναι, σε τελική ανάλυση, πάντοτε εκφράσεις ή δικαιολογήσεις της Τεχνικής (για παράδειγμα, ο στρουκτουραλισμός ή η επιστημολογική έρευνα του Φουκώ).

Είδαμε βέβαια ότι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει ενσωματωθεί ή προσαρμοστεί ολοκληρωτικά στο Τεχνικό Σύστημα. Όμως, εδώ αρκεί να δει κανείς το γεγονός ότι η παρουσία του ανθρώπου δεν εμποδίζει την τεχνική να συγκροτηθεί σε Σύστημα. Ο άνθρωπος που δρα και σκέφτεται σήμερα δεν στέκεται ως ανεξάρτητο υποκείμενο απέναντι στο τεχνικό αντικείμενο. Βρίσκεται στο Τεχνικό Σύστημα και μετασχηματίζεται ο ίδιος από τον τεχνικό παράγοντα.18 Ο άνθρωπος που χρησιμοποιεί σήμερα την Τεχνική είναι, εξαιτίας αυτού ακριβώς του γεγονότος, εκείνος που την υπηρετεί. Αντίστροφα, μόνο ο άνθρωπος που υπηρετεί την Τεχνική είναι ικανός και να τη χρησιμοποιεί.

@Ζακ Ελλύλ – Το Τεχνικό Σύστημα



@Ζακ Ελλύλ – Το Τεχνικό Σύστημα


Ο Ελλύλ έγραψε “Το Τεχνικό Σύστημα” το 1977, είκοσι τρία χρόνια μετά το “Η Τεχνική ή το Στοίχημα του Αιώνα” (1954), όπου κατέγραφε πιο πρώιμες πτυχές του ίδιου προβληματισμού κι ενώ ακόμα η εποχή της πληροφορικής βρισκόταν στα σπάργανα. Στο “Τεχνικό Σύστημα” συνδιαλέγεται με πολλούς μεγάλους στοχαστές (Χάμπερμας, Αρόν, Ρίχτα, Λεφέβρ, Μποντριγιάρ, Τόφλερ, Μακλούαν, Γκάλμπρεϊθ), ξεχερσώνοντας σταδιακά το ιδεολογικό-φιλοσοφικό τοπίο από όσες θεωρίες του φαίνονται παραπλανητικές, μέχρι να ορίσει τον σύγχρονο κόσμο υπό το πρίσμα του Τεχνικού Συστήματος. [κυκλοφορεί στα ελληνικά]

Tα gadgets απαραίτητα για την επιβίωση στο τεχνικό περιβάλλον

«Τα gadgets» είναι εντελώς απαραίτητα για να τα βγάλει κανείς πέρα σε μια κοινωνία διαρκώς πιο απρόσωπη, τα τονωτικά είναι αναγκαία για τις απαιτούμενες αναπροσαρμογές κ.ο.κ. Κοντολογίς, ο προσανατολισμός των παραγωγικών δυνάμεων προς αυτά τα προϊόντα, που θεωρούνται είδη πολυτελείας ή εντελώς άχρηστα, δεν οφείλεται τόσο στην καπιταλιστική απληστία ή στις ανώμαλες και διαστρεβλωμένες ανάγκες του κοινού, όσο στις ανάγκες που αισθάνεται έντονα ο άνθρωπος μέσα στο εκτεχνικευμένο περιβάλλον. Αν δεν ικανοποιούνταν, απλώς δεν θα άντεχε να ζήσει σ’ αυτό» (σελ.97).

Για τον Ελλύλ, η παραδοσιακή αριστερή κριτική είναι ξεπερασμένη (και τα γράφει αυτά το 1977!), καθώς το Τεχνικό Σύστημα καταργεί τις τάξεις και δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα. Τα προβλήματα δεν οφείλονται στο καπιταλιστικό ή στο κομμουνιστικό σύστημα, ούτε στο κεφάλαιο, τις πολυεθνικές κ.λπ. αλλά σε αυτό το καινούργιο τεχνητό σύμπαν που έχει καταργήσει τη φύση, τις θρησκείες, τα ήθη κι έθιμα ακόμα και τη γλώσσα. «Η Τεχνική προμηθεύει τα gadgets, την τηλεόραση, τα τουριστικά ταξίδια, σαν αντιστάθμισμα για μια άχρωμη ζωή ρουτίνας χωρίς περιπέτεια» (σελ.158). Και ολ’ αυτά καθώς «το καινούργιο περιβάλλον δρα διεισδύοντας και διαλύοντας τα παλιά» (σ.74).

Ανατρεπτική προσέγγιση, προφητικές αναλύσεις

«Μια από τις μεγαλύτερες απώλειες για τον σύγχρονο άνθρωπο αφορά την ικανότητα συμβολισμού. Η ικανότητα συμβολισμού μπορούσε να λειτουργήσει και όντως λειτουργούσε, μόνο μέσα στο φυσικό περιβάλλον […] Ο σύγχρονος άνθρωπος βιώνει λοιπόν τον ακόλουθο σπαραγμό: από τη μία πλευρά, δεν μπορεί να εκμηδενίσει την ικανότητα του συμβολισμού, καθώς έχει εγγραφεί μέσα του επί χιλιετίες – από την άλλη, αυτή η ικανότητα έχει περιπέσει σε κατάσταση αχρηστίας και αναποτελεσματικότητας» (σελ.69). Πέρα όμως από τις απώλειες, μεταβάλλεται και η δομή της κοινωνίας, ενώ «το βέβαιο είναι ότι ο υπολογιστής θα φέρει σε ακόμα περισσότερο προνομιούχο θέση τους τεχνικούς, τους υπερεξειδικευμένους υπαλλήλους και τους νέους, ενώ οι μεσήλικες θα οδηγηθούν εκτός της αγοράς εργασίας, μια και οι δεξιότητές τους θα περιπέσουν σύντομα σε αχρηστία» (σελ.136).

Το εντυπωσιακό είναι πόσο καίρια περιγράφει τις επιπτώσεις του υπολογιστή στη σύγχρονη ζωή, σε μια εποχή όπου, ακόμα, η χρήση του δεν ήταν ούτε κατά διάνοια τόσο διαδεδομένη όσο σήμερα – ο κόσμος που περιγράφει είναι ο σημερινός και τα ερωτήματα που θέτει παραμένουν αναπάντητα: «Οι τεχνικές αυξάνουν την ελευθερία στον υπαρξιακό τομέα;» «Με ποιον τρόπο αυτός ο άνθρωπος (ο πραγματικός άνθρωπος, όχι αυτός που φαντασιώθηκαν ο Σαρτρ ή ο Χάιντεγκερ), θα μπορούσε να ασκήσει αυτεξούσια όλα όσα περιμένουν απ’ αυτόν – δηλαδή να επιλέγει, να κρίνει και να αμφισβητεί την Τεχνική και τους τεχνικούς;» Και, τέλος: «Πώς και υπό ποιους όρους θα μπορούσε να δώσει έναν διαφορετικό προσανατολισμό στην Τεχνική από αυτόν που δίνει η Τεχνική στον εαυτό της, καθώς αυτομεγεθύνεται;»

———–

Παραπομπές

1 Για τον μετασχηματισμό του ανθρώπου από το τεχνικό περιβάλλον, βλ. την εξαιρετική μελέτη: Georges Friedman, Sept études sur l’ homme et la technique, Gonthier, Παρίσι, 1966.

2 Για ένα βιβλίο που είναι πολύ σχετικό με αυτό το θέμα (και με τη σύγχυση μεταξύ Τεχνικής και νέου ανθρωπισμού), βλ. Fernard Canogne – René Ducel, La pédagogie devant le progrès technique, Presses Universitaires de France, Παρίσι 1969. Οι συγγραφείς του εξετάζουν τη θεωρητική και την πρακτική εκπαίδευση που πρέπει να δοθεί στα παιδιά, προκειμένου αυτά να υιοθετήσουν τις τεχνικές αλλαγές και να συνεισφέρουν στην τεχνική πρόοδο. Δείχνουν με ποιον τρόπο η χειρωνακτική εκπαίδευση υποκύπτει στην τεχνική αποτελεσματικότητα, η οποία στηρίζεται στην τεχνική σκέψη, τη λογική δραστηριότητα, τον μεθοδικό συλλογισμό και την τεχνική έρευνα.

Τα παιδιά εκπαιδεύονται να φαντάζονται σχήματα, να κωδικοποιούν όλα τα δεδομένα, ενώ ταυτόχρονα τους παρέχονται τα απαραίτητα κίνητρα ώστε να ενταχθούν στο Σύστημα. Αυτή η αξιόλογη μελέτη αποδεικνύει (άθελά της) ότι ο άνθρωπος που εκπαιδεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν πρόκειται να κυριαρχήσει ποτέ πάνω στην Τεχνική, διότι εκπαιδεύεται για μια τεχνική, είναι εντελώς προσαρμοσμένος στην Τεχνική και δεν διαθέτει καθόλου κριτικό πνεύμα. Αυτό είναι πολύ πιο καθοριστικό από τις έρευνες που πασχίζουν να αποδείξουν ότι η εκπαίδευση έχει στόχο τη συνέχιση της κυρίαρχης κουλτούρας!

3 Σε σχέση με την αισιόδοξη οπτική του Ρίχτα, ο οποίος πιστεύει πως οι πάντες θα κληθούν να πάρουν μέρος στην επιστημονική και τεχνική ανάπτυξη όταν θα έχουν ελεύθερο χρόνο, το επιθετικό και στρατευμένο βιβλίο του Φιλίπ Ροκπλό είναι πολύ πιο ρεαλιστικό (βλ. Philippe Roqueplo, Le partage du savoir: Science, culture et vulgarisation, Seuil, Παρίσι, 1974). Υποστηρίζει ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει εκλαίκευση της επιστήμης. Αυτό που διαδίδεται ως επιστημονική γνώση από την τηλεόραση, τα βιβλία και τα περιοδικά, δεν έχει καμιά πολιτισμική αξία. Δεν υπάρχει καμιά διάδοσης της γνώσης σε όλον τον κόσμο.

Η επιστημονική γνώση βρίσκεται πάντοτε πάνω και πέρα από τις αποσπασματικές γνώσεις που διαδίδονται. Υπάρχει ποιοτική διαφορά ανάμεσα σε αυτό το θραύσμα γνώσης και στην επιστημονική γνώση ή την κριτική θεωρητική εκπαίδευση. Όλα αυτά είναι θαυμάσια. Αλλά δεν συμφωνώ και τόσο με τον Ροκπλό όταν υποστηρίζει ότι η εκλαίκευση είναι «μια ιδεολογική χειραγώγηση στην υπηρεσία της κυρίαρχης τάξης». Αν πούμε ότι πρόκειται για μια αυθόρμητη λειτουργία ενσωμάτωσης των ανθρώπων στην τεχνική κοινωνία, εντάξει. Αν όμως πούμε πως πρόκειται για σκοτεινό μακιαβελισμό, μια συνειδητή προσπάθεια χειραγώγησης των καταπιεζόμενων, αυτό είναι ιστοριούλα τρίτης κατηγορίας. Ούτε ενστερνίζομαι τις ελαφρώς απλουστευτικές ελπίδες του Ροκπλό ότι με μια πολιτική αλλαγή (το πέρασμα στον σοσιαλισμό!) θα υπάρξει πραγματική και γενικευμένη ισότητα στη γνώση. Αλίμονο, το ζήτημα είναι πολύ πιο πολύπλοκο. Εκτός κι αν, το επαναλαμβάνω αδιάκοπα, το καινούργιο καθεστώς είναι επίσης καθεστώς αρετής!

4 Βλ. τη διεξοδική ανάλυση του Μάμφορντ στο Ο μύθος της Μηχανής.

5 Ασφαλώς δεν πρέπει να αγνοούμε τις δυνάμεις της συγκεκριμένης και εκούσιας ενσωμάτωσης του ανθρώπου στην Τεχνική· για παράδειγμα, ο μεγάλος φόβος ότι θα φακελωθεί ολόκληρη η ζωή των ανθρώπων. Ο Μεσσαντιέ θέτει και αναλύει σωστά αυτό το ζήτημα (βλ. Gérald Messadié, La fin de la vie privée, Calman-Lévy, Παρίσι 1974). Δείχνει το τεράστιο εύρος των αυξανόμενων ελέγχων, τον πολλαπλασιασμό των φακέλων, την «ηλεκτρονική επιδημία» – πράγματα που προκαλούν την έκπτωση των παραδοσιακών νομικών κανόνων, όπως το επαγγελματικό απόρρητο, και την προοδευτική απώλεια, από ψυχολογική άποψη, της αίσθησης της ιδιωτικής σφαίρας.

Γι’ αυτό όμως δεν ευθύνονται μόνο οι τεχνικές αλλά και η μαζική κοινωνία, η κοινωνία του «συνωστισμού». Οι νέοι που «θέλουν» να ζουν σε κοινόβια, που κάνουν «τα πάντα» δημοσίως και χάνουν την αίσθηση της ιδιωτικής ζωής, δεν είναι ούτε καινοτόμοι ούτε επαναστάτες. Αντανακλούν απλώς στο ηθικό και το ψυχολογικό επίπεδο τις συνθήκες ζωής που επιβάλλει η τεχνική κοινωνία. Ο πολλαπλασιασμός των φακέλων, οι οποίοι είναι πλέον περασμένοι σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, είναι οπωσδήποτε τρομακτικός.

Όμως, για μια ακόμη φορά, οι απαντήσεις που δίνονται και οι λύσεις που προτείνονται είναι απογοητευτικές. Ο Μεσσαντιέ καταφεύγει σε κάποια νομικά μέτρα: προσδιορισμός των ορίων που δεν πρέπει να παραβιάζονται· έλεγχος του συγκεντρωτισμού· απαγόρευση δαφημίσεων (σε αυτή την περίπτωση η εξουσία κερδίζει διπλά!), προστασία του απόρρητου… Αλλά ποιος θα μπορέσει να εφαρμόσει τέτοια μέτρα; Ποιος θα περιορίσει τη χρήση των τεχνικών μέσων; Το πρόβλημα δεν είναι η καλή χρήση της Τεχνικής! Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς να υπάρξει ριζική αμφισβήτηση, μια και το Τεχνικό Σύστημα είναι ολικό! Ο νόμος έχει χάσει τα ερείσματά του!

6 Η διαφήμιση φανερώνεται ως τεχνική όχι μόνο στις αντικειμενικές πρακτικές της αλλά και στο πνεύμα των ίδιων των διαφημιστών. Αρκεί να θυμηθούμε τη διαφήμιση που διαφήμιζε τη διαφήμιση: «Ο άνθρωπος που δεν πιστεύει στη διαφήμιση είναι ο ίδιος που το 1900 δεν πίστευε στο αυτοκίνητο (ή τον κινηματογράφο, ή το αεροπλάνο)». Το σημείο σύγκρισης είναι πάντοτε ένα τεχνικό αντικείμενο· με άλλα λόγια, αυτό που δεν πιστεύει στη διαφημιστική τεχνική είναι σαν εκείνον που το 1900 δεν πίστευε στη μηχανική τεχνική.

7 Bernard Charbonneau, Le paradoxe de la culture, Denoel, Παρίσι, 1965.

8 Ο Πίτερ Χοφστάτερ μελέτησε επιστημονικά την εκπληκτική μετάλλαξη που προκαλεί στον άνθρωπο η Τεχνική, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο των συνηχήσεων που δημιουργούνται από την εκφώνηση λεκτικών κλιμάκων, πολώσεων και αντιθέσεων – αυτή η μέθοδος δίνει μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα του τεχνικού ανθρώπου και των αξιών του. Βλ. Peter R. Hoffstatter, «Das Stereotyp der Technik», στο Hans Freyer – Johannes C. Papalekas – Georg Weippert, Technik im technischen Zeitalter, Joachim Schilling, Ντίσελντορφ, 1965

9 Βλ. Cathelin Kaufmann, Le gaspillage de la liberté, Dunod, Παρίσι 1964· Francois de Closets, En danger de progrès, Denoel, Παρίσι 1970.

10 Jean Brun, Le retour de Dionysos, Desclee de Brouwer et Cie, Παρίσι 1969.

11 Πρέπει να υπογραμμίσω μια σημαντικότατη παρατήρηση του Ντε Ζουβενέλ: κατά τους περασμένους αιώνες η παραγωγή ήταν ζωτικής σημασίας, αλλά περιφρονούνταν: «Παραδόξως, η παραγωγή αποκτά μια ηθική υπόσταση χωρίς προηγούμενο, ακριβώς σε μια εποχή όπου τα επιτεύγματά της απευθύνονται σε ανάγκες ολοένα και λιγότερο ζωτικής σημασίας».

12 Για τη μελέτη της σχέσης μεταξύ Ανάγκης και Τεχνικής, παραπέμπω στο εξαιρετικό κείμενο: Eugen Leitherer, «Technik und Konsum», στο Hans Freyer – Johannes C. Papalekas – Georg Weippert (επιμ.),Technik im technischen Zeitalter, Joachim Schilling, Ντίσελντορφ 1965. Ο συγγραφέας του διακρίνει με μεγάλη οξυδέρκεια, αφενός, την εμφάνιση καινούργιων αναγκών που προκύπτουν απλώς από το γεγονός της τεχνικής ανάπτυξης, την τροποποίηση του «καταναλωτικού περιβάλλοντος» από την Τεχνική και, αφετέρου, την τεχνητή δημιουργία αναγκών μέσω της εκούσιας παρέμβασης των πωλητών, η οποία προφανώς έχει πολύ μικρότερη σημασία και βαρύτητα από την πρώτη. Έχει λοιπόν δίκιο να υποστηρίζει ότι οι ανάγκες που δημιουργούνται από την Τεχνική (και στις δύο περιπτώσεις) δεν είναι «αντι-φυσικές» αλλά φαίνεται να αναγγέλλουν μια άλλη «Φύση».

13 Δεν θα αναφερθώ εδώ στη θεωρία του Μαρκούζε για τον «μονοδιάστατο άνθρωπο», διότι αυτή η θεωρία δεν είναι καινούργια. Πολλοί διανοητές πριν από τον Μαρκούζε είχαν πει το ίδιο ακριβώς πράγμα (με πρώτο ίσως τον Αρνώ Νταντιέ το 1929). Ο Μαρκούζε πρόσθεσε απλώς ένα ψευτο-φροϋδομαρξισμό, που απλώς περιπλέκει τα πράγματα χωρίς να συνεισφέρει σε κάτι. Γοητεύει βέβαια, χάρη σε μια φιλοσοφική γλώσσα που δίνει την εντύπωση εμβίθειας ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια διανοητική σύγχυση, και χάρη σε έναν λεκτικό εξτρεμισμό που κάνει τον αναγνώστη να πιστεύει στην επαναστατική στράτευση του συγγραφέα. Ευτυχώς οι ψευδαισθήσεις γύρω από τον Μαρκούζε έχουν αρχίσει να διαλύονται.

14 Βλ. Alfred Willener – Guy Milliard – Alex Ganty, Vidéo et société virtuelle: vidéologie et utopie, Tema-editions, Παρίσι 1972. Είναι φανερό ότι το βίντεο μοιάζει σαν ένα μέσο απελευθέρωσης που οφείλεται στην Τεχνική. Ωστόσο, από μια άλλη άποψη, το βίντεο προκαλεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ενσωμάτωση των ανθρώπων στην Τεχνική. Με το βίντεο οι θεατές «ζουν» το θέαμα, ενώ στις παραδοσιακές μορφές θεάματος υπήρχε η δυνατότητα της αποστασιοποίησης, η αίσθηση ότι αυτό που βλέπουμε «δεν είναι αληθινό». Μπορούσαμε λοιπόν να είμαστε πιο ελεύθεροι. Το βίντεο μάς κάνει να εισδύσουμε στο «βίωμα»: αυτό που έχει σημασία είναι η διαδικασία και όχι το «τελικό θέαμα». Ζώντας αυτήν τη διαδικασία, ταυτιζόμαστε απόλυτα με την κοινωνία που την προτείνει και, κατά συνέπεια, χάνουμε ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα αντίδρασης και κριτικής.

15 Βλ. Alvin Toffler, Future Shock, Amereon Ltd., Νέα Υόρκη [ελληνική έκδοση: To σοκ του μέλλοντος(μετάφραση: Έλσα Νικολάου), Κάκτος, Αθήνα 1994, κεφ. 12]· Claudio Finzi, Il potere tecnocratico, Bulzoni,Ρώμη 1977.

16 Σε μια καλή μελέτη, ο Γκαμπόρ δείχνει με ακρίβεια τις δυνατότητες και τους περιορισμούς στις επιλογές, καθώς και την τάση του ανθρώπου να κρίνει τη σημερινή συμπεριφορά του, το περιορισμένο δικαίωμα που έχει να προσδιορίζει τις επιθυμίες του (σε σχέση με την τεχνική κοινωνία) και την απόλυτη απουσία του «δικαιώματος» να κρίνει τα μέσα και τους μακροπρόθεσμους προσανατολισμούς (βλ. Dennis Gabor, «La liberte dans une société industrielle avancée» στο Analyse et Prevision, SEDEIS, Παρίσι 1966). Εννοείται ότι σχετικά με αυτό το κεντρικό θέμα, οι σημαντικότεροι συγγραφείς είναι οι εξής δύο: ο Ρεϊμόν Αρόν (βλ. Les désillusions du progrès, Calman-Lévy, Παρίσι, 1969) και ο Τζον Γκάλμπρεϊθ (βλ. The Affluent Society, Houghton Mifflin, Βοστώνη, 1958).

17 Πραγματεύτηκα μακροσκελώς αυτό το πρόβλημα στον δεύτερο τόμκο του L’Éthique de la liberté. Εδώ απλώς το υπενθυμίζω.

18 Για να καταλάβει κανείς σε ποιον βαθμό ο σύγχρονος άνθρωπος «χειραγωγείται» από την Τεχνική και πόσο πολύ την επιδοκιμάζει, πρέπει να διαβάσει βιβλία όπως: Alain Touraine, Les travailleurs et les chengements techniques, Organisation de coopération et de développement économiques, Ελβετία 1965·Alain Touraine κ.α., Les ouvriers et le progrès technique, Arman Colin, Παρίσι 1966. Οι εργάτες αντιδρούν όλο και λιγότερο στην τεχνική πρόοδο, μιλούν για διεύρυνση των αρμοδιοτήτων τους, νιώθουν ότι αποκτούν υψηλότερη εξειδίκευση και ερμηνεύουν την τεχνική καινοτομία με όρους τεχνικής προόδου, την οποία βλέπουν θετικά, επειδή πιστεύουν ότι ανοίγει καινούργιες δυνατότητες και όλα αυτά παρόλο που διατηρούν μια απαισιόδοξη άποψη για το βιοτικό επίπεδο και για το μέλλον τους. Είναι ένα ιδιαίτερα ενδεικτικό παράδειγμα συμμόρφωσης στην Τεχνική. Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η εξής διαπίστωση: το 1975 τα συνδικάτα της Ανατολικής Γερμανίας θεωρούσαν ότι το εργατικό πρόβλημα θα «λυθεί» με την τεχνική μεγέθυνση και συγκεκριμένα χάρη στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές – κι όχι χάρη σε μια πολιτική αλλαγή και σε οικονομικά μέτρα.