Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΚΟΡΣΙΚΗΣ



Οἱ δύο μεγάλες οἰκογένειες τῆς Μάνης, οἱ Μέδικοι ἤ Γιατριᾶνοι (μὲ πιθανὴ καταγωγὴ ἀπὸ τοὺς Μεδίκους τῆς Φλωρεντίας), καὶ οἱ Στεφανόπουλοι, (μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα τοῦ Πόντου), ἡγεμόνευσαν στὴν Μάνη γιὰ αἰῶνες καὶ σὲ συνεργασία μὲ τὴν Βενετία, ἐπιχείρησαν (γιὰ ἄλλη μία φορὰ) ν’ ἀπελευθερώσουν τὴν Πελοπόννησο ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό. Ἐνῷ ὅμως ἀρχικὰ ἡ Βενετία ἔστειλε τὸν Μοροζίνι στὴν Πελοπόννησο, τελικὰ οἱ Μανιᾶτες ἐγκαταλείφθηκαν, διότι οἱ Βενετοὶ στράφηκαν στὴν ὑπεράσπιση τῆς Κρήτης ἡ ὁποῖα πολιορκεῖτο ἀπὸ τοὺς ὀθωμανούς.

Ἀπογοητευμένοι οἱ Μανιᾶτες καὶ μπροστὰ στὶς ἀναμενόμενες συνέπειες ποὺ θὰ ὑφίσταντο ἀπό τοὺς ὀθωμανούς, ἀποφάσισαν, μὲ πρωτοβουλία τῶν δύο μεγάλων οἰκογενειῶν, νὰ ἔρθουν σ’ ἐπαφὴ μὲ τὴν οἰκογένεια τῶν Μεδίκων τῆς Φλωρεντίας, προκειμένου νὰ μεταναστεύσουν στὴν Τοσκάνη (1663). Τὸ αἴτημά τους ἐγκρίθηκε, ἀλλὰ τελικὰ ἡ συμφωνία δὲν ὑλοποιήθηκε καὶ ἕνας λόγος ἦταν καὶ ὁ ἐμφύλιος πόλεμος ποὺ ξέσπασε ἀνάμεσα στὶς δύο Μανιάτικες οἰκογένειες.
Τελικά, οἱ μὲν Μέδικοι μετανάστευσαν στὴν Φλωρεντία (Τοσκάνη) τῷ 1670-71, οἱ δὲ Στεφανόπουλοι τῷ 1674-75, στὴν περιοχὴ τῆς Γένοβας ἀρχικὰ, και στὴν συνέχεια στὴν Κορσική. Ἀπό τὶς δύο οἰκογένειες, αὐτή ποὺ κατάφερε νὰ διατηρήσῃ προγονικὲς μνῆμες καὶ νὰ μὴν ἀφομοιωθῆ πλήρως ἀπό τοὺς λατίνους καὶ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, εἶναι τῶν Στεφανόπουλων τῆς Κορσικῆς.
Οἱ Στεφανόπουλοι τῆς Κορσικῆς.
Οἱ Γενοβέζοι, γνωρίζοντας πολὺ καλὰ τὶς πολεμικὲς ἀρετὲς τῶν Μανιατῶν, τοὺς πρότειναν τὴν ἐγκατάσταση στὴν (ὑπὸ κυριαρχία τους) Κορσική. Τὴν 20η Σεπτεμβρίου 1675, οἱ Στεφανόπουλοι ὑπέγραψαν συμφωνητικὸ μὲ τὸν πλοίαρχο Daniel τοῦ γαλλικοῦ πλοίου «Σωτῆρ», γιὰ τὴν μεταφορὰ τῶν Μανιατῶν. Το πλοῖο εἶχε ἀράξει στὸν κόλπο τοῦ Οἰτύλου καὶ ὁ καπετάνιος ὑποσχέθηκε ὅτι σὲ δέκα περίπου μέρες θὰ τοὺς μετέφερε στὸ Λέγκεχορν ἤ στὴν Γένοβα, ὅπου καὶ θὰ ξεχείμαζαν. Οἱ Οἰτυλιῶτες ἐπιβιβάστηκαν στὸ πλοῖο στὶς 3 καὶ 4 Ὀκτωβρίου. Σχετικὰ μᾶς πληροφορεῖ τὸ «Βιβλίο τῶν Στεφανόπουλων».

“Καὶ ἐμπῆκαν 430 Στεφανόπουλοι, οἱ πλέον διαλεκτοὶ καὶ ἄξιοι σὺν ταῖς συμβίαις καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν καὶ πῆραν μαζὶ τους καὶ μερικὲς φαμελιές, 300 ἄτομα ἀπὸ ἄλλα χωριά, τῷ ὅλον ἑφτακόσιες τριάντα ψυχές”.

Ἡ ἀναχώρησή τους ἦταν δραματική. Μὲ φορτωμένα τὰ ὑπάρχοντά τους στοὺς ὥμους, πῆραν τὰ μονοπάτια γιὰ τὸ καραβοστάσι. Μὲ βᾶρκες μεταφέρθηκαν στὸ πλοῖο, ποὺ τοὺς περίμενε μεσοπέλαγα, φορτισμένοι συναισθηματικὰ γιὰ τὴν πατρίδα ποὺ ἦταν ἀναγκασμένοι νὰ ἀφήσουν, μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ νὰ κλαῖνε. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ μοιρολόι τῆς ἐποχῆς, τὸ ὁποῖο μᾶς περιγράφει τὰ αἰσθήματα τῶν Μανιατῶν, ποὺ ἀναγκάστηκαν νὰ ξεριζωθοῦν ἀπό τὸ ἀγαπημένο τους Οἴτυλο:
«Σαράντα βρύσες μὲ νερὸ κι ἑξῆντα δυὸ πηγάδια, δὲν μᾶς τὴν σβήνουν τὴ φωτιά, μὲς ἀπ’ τὰ φυλλοκάρδια. Φύγαμε ἀπό τὸν τόπο μας κι ἀπὸ τὰ γονικὰ μας, μᾶς διώξαν ἀπ’ τὰ σπίτια μας κι ἀπ’ ὅλα τὰ καλὰ μας». 


Τὸ πλοῖο ἔφτασε στὴν Γένοβα τὴν 1η Ἰανουαρίου 1676. Κατὰ τὴν διαδρομὴ ὅμως τῆς Μεγάλης Ἐξόδου, ἀπό τοὺς συνολικὰ 730, πέθαναν οἱ 120. Οἱ Οἰτυλιῶτες μὲ σφιγμένα τὰ δόντια ξεχείμασαν στὴν Γένοβα κι ἔπειτα ἐπιβιβάστηκαν σὲ τρεῖς γαλέρες γιὰ νὰ μεταφερθοῦν στὴν Κορσική. Στὴν συμφωνία μὲ τοὺς Ἕλληνες, οἱ Γενοβέζοι ἐπέβαλαν σκληροὺς ὅρους, ὅπως νὰ ἐργάζονται γιὰ τὴν Γαληνοτάτη Πολιτεία (Βενετία), ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες ποὺ θὰ προέκυπταν. Ἔπρεπε ἐπίσης νὰ ἀποδεχτοῦν τὴν Παπικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ δόγμα τῶν «Ἑλληνόρυθμων Οὐνιτῶν». Οἱ Ἕλληνες ἀποβιβάστηκαν στὸν κόλπο τῆς Παόμια στὶς 14 Μαρτίου 1676. Μαζὶ τους ἔφεραν τὰ ἱερᾶ τους κειμήλια, μερικὲς εἰκόνες, μία καμπάνα, καὶ τὴν πίστη γιὰ μία ἐλεύθερη ζωή.
Ἡ Παόμια ὅπου ἐγκαταστάθηκαν οἱ Ἕλληνες, βρισκόταν σὲ ἄγρια κατάσταση, ὅμως, ὅπως μᾶς ἐνημερώνει τὸ «Χρονικὸ τῶν ἀποίκων» ποὺ ἔγραψε ὁ ἱερέας Νικόλαος Στεφανόπουλος τῷ 1738,


“ἔκαναν τέντες, ἔδωκαν ἀρχὴν νὰ κτίζουν τὴν χώραν, νὰ ἐργάζονται, καὶ νὰ καλλιεργοῦν τὴν γῆν…Ἄρχιζαν νὰ κάμουν φραχτᾶ, νὰ φυτεύουν ἀμπέλια καὶ κήπους. Καὶ ἔως πέντε ἤ ἕξι χρόνους ἔκτισαν ὅλοι τὰ σπίτια τους…Ἔκτισαν καὶ ἐκκλησίες, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὁ Ἅγιος Ἠλίας, ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ Ἅγιος Δημήτριος, ὁ Ἅγιος Γεώργιος…Ἔκαμαν καὶ τὴν Μητρόπολιν ἡ Γέννησις τῆς Θεοτόκου…”.
(Αίάκειο)Τρῦγος στὴν Κορσικὴ.

Τὸ μέρος ὅπου ἀποβιβάστηκαν οἱ Ἕλληνες ὀνομάζεται ἀπό τότε «Σκάλα Γκρέσια» καὶ χώρα τῶν Καλογήρων, διότι μαζὶ μὲ τὸν δεσπότη τῆς Μάνης, Παρθένιο Καλκανδῆ, ἀκολούθησαν ἀρκετοὶ καλόγεροι καθὼς καὶ καλόγριες καὶ ἦταν οἱ πρῶτοι ποὺ πάτησαν τὸ πόδι τους στὴν Κορσική. Ἡ χώρα ἦταν ἀκαλλιέργητη, γεμάτη ἀπό θάμνους καὶ ἄγρια δέντρα. Μέσα σὲ λίγα χρόνια ὅμως, μὲ σκληρὴ δουλειᾶ καὶ προσπάθεια, κατόρθωσαν οἱ νεόφερτοι ἄποικοι νὰ μετατρέψουν τὴν μορφὴ τοῦ ἄγριου τοπίου σὲ εὔφορη γῆ. Ἔμαθαν στοὺς ντόπιους διάφορα νέα πράγματα, ὅπως νὰ κατασκευάζουν εἴδη οἰκοτεχνίας καὶ νὰ συντηροῦν τὶς τροφές.

Ἡ ἡρωική ἔξοδος τῶν πολιορκημένων Μανιατῶν τὸ Μεγάλο Σάββατο τοῦ 1731
Ἡ Γένουα κατεῖχε μὲν τότε τὴν Κορσική, ἀλλά οἱ Κορσικανοὶ ἦταν λαὸς σκληρὸς καὶ στὸ νησὶ ξεσποῦσαν συχνὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα. Σ’ αὐτὸ τὸν πόλεμο μεταξὺ Κορσικανῶν καὶ Γενοβέζων, οἱ Μανιᾶτες βρέθηκαν στὸ μέσον, ἔχοντας ἀποδεχθεῖ τοὺς ὅρους ποὺ ἔθεσαν οἱ Γενοβέζοι πρὶν τὴν μετοικεσία τους. Ἡ Γένουα, ἤλπιζε ὅτι οἱ Μανιᾶτες μὲ τὴν πολεμικὴ τους πείρα θὰ βοηθοῦσαν ἀποτελεσματικὰ στὴν καταστολὴ τῶν κινημάτων.

Οἱ Ἕλληνες ἔμειναν στὴν Παόμια 55 χρόνια μέχρι τῷ 1731, ὅταν ξέσπασε ἡ μεγάλη Κορσικανικὴ Ἐπανάσταση ἐναντίον τῆς Γένοβας. Πιστοὶ στὴν συμφωνία ποὺ ὑπέγραψαν μὲ τοὺς Γενουᾶτες, οἱ Μανιᾶτες τῆς Κορσικῆς ἀρνήθηκαν νὰ συνεργαστοῦν μὲ τοὺς ἐπαναστᾶτες, οἱ ὁποῖοι τοὺς κήρυξαν τὸν πόλεμο. Μετὰ ἀπὸ πολεμικὲς συγκρούσεις μὲ τοὺς πολυπληθέστερους Κόρσους, οἱ Ἕλληνες μὲ ἀρχηγὸ τὸν Θεόδωρο Στεφανόπουλο, ἐπιχείρησαν ἡρωικὴ ἔξοδο ἀπὸ τὸ κάστρο τῆς Ὄμίνιας, τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης τοῦ 1731, καὶ ἔφθασαν σῶοι, χωρὶς καμμία ἀπώλεια στὶ Αἰάκειο, ὅπου καὶ παρέμειναν 44 χρόνια. Αὐτὴ ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὸ κάστρο, εἶναι ἀναμφισβήτητα μία ἀπό τὶς ἡρωικότερες σελίδες τῶν Ῥωμιῶν τῆς Κορσικῆς.
Οἱ Μανιᾶτες εἶχαν φροντίσει ἐγκαίρως νὰ στείλουν τὰ γυναικόπαιδα στὸ Αἰάκειο καὶ στὸν πύργο τῆς Μίνιας κλείστηκαν ἐνενῆντα διαλεχτὰ τουφέκια. Τοὺς πολιόρκισαν πέντε χιλιάδες Κόρσοι. Στὶς ἐπιθέσεις τους, οἱ Μανιᾶτες ἀμύνονταν σὰν λιοντάρια, ἀφήνοντας ἑκατοντᾶδες νεκροὺς Κόρσους στὰ βράχια ἔξω ἀπὸ τὸν πύργο.

Στὸ Αἰάκειο ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ἱερεῖς, μὲ τοὺς ὑπόλοιπους Μανιᾶτες, ἔκαναν ἀσταμάτητες δεήσεις στὴν Παναγία καὶ ἀνυπόδητοι ὅλοι προσκυνοῦσαν τὴν χάρη της, ἰκετεύοντάς την νὰ βοηθήσῃ τὰ λιοντάρια ποὺ ἦταν κλεισμένα στὸν πύργο τῆς Μίνιας.
Εἶχε ξημερώσει τὸ Μεγάλο Σάββατο καὶ οἱ Ἕλληνες, ἔχοντας εἰδοποιηθεῖ γιὰ ἐπικείμενο αἰφνιδιασμὸ τους ἀπό τοὺς Κορσικανοὺς, ἀποφάσισαν νὰ ἀντιστρέψουν τοὺς ὅρους, καὶ ἀφοῦ ἐξουδετέρωσαν τὶς πρῶτες χωσιὲς τῶν πολιορκούντων, χύθηκαν σὰν ἀστραπή, προκαλῶντας τὸν πανικὸ στοὺς ἐχθρούς τους· ὅσοι γλύτωσαν τὴν ζωὴ τους, ἐγκατέλειψαν τὶς θέσεις τους, τὰ ὅπλα καὶ τὰ βόλια, καὶ ἔτρεχαν μὲ τὰ πόδια στοὺς ὧμους νὰ γλυτώσουν ἀπό τὰ μόλις ἑνενῆντα ἑλληνικά τουφέκια.

Οἱ Μανιᾶτες μάζεψαν ὅλα τὰ λάφυρα, συλλαμβάνοντας καὶ ἑπτὰ αἰχμαλώτους. Τὸ πρωὶ ἔκαναν δοξολογία καὶ ἔψαλαν ἀναστάσιμη ἀκολουθία γιορτάζοντας διπλὰ καὶ κατόπι ἀποφάσισαν νὰ γυρίσουν στὸ Αἰάκειο.
Μονάχα ποὺ τοὺς ἔβλεπαν οἱ τριγύρω χωρικοὶ νὰ περπατοῦν ζωντανοὶ καὶ ἀχάλαστοι, ἔτρεμαν, καὶ ἀπὸ τότε, ὅποιους τοὺς ἀδικοῦσε, τοῦ ἔδιναν τὴν ἑξῆς φοβέρα: “ Ὁ Θεὸς νὰ σὲ ρίξῃ στὰ χέρια τῶν Γραικῶν καὶ δικαιοσύνην”.

Στὸ Αἰάκειο βγῆκαν ὅλοι νὰ τοὺς προϋπαντήσουν παραληρῶντας ἀπὸ χαρὰ καὶ τοὺς ἔγιναν μεγάλες τιμὲς ἀπὸ τὴν Γένοβα, ποὺ τοὺς χαρακτήρισε : “Τὸ δεξιὸν ὁμμάτι τῆς πολιτείας της”.

Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα στὸ Καργκέζε. Ὁ ἑορτασμὸς τῆς Ἀνάστασης στὸ Καργκέζε τῆς Κορσικῆς, ἔχει ὀρθόδοξες ψαλμωδίες καὶ μπόλικους πυροβολισμοὺς. Ἡ ἑλληνικὴ παροικία κρατᾶ τὴν παράδοση.

Ἀπὸ τότε, κάθε χρόνο, γιορτάζεται στὴν Κορσικὴ αὐτὸ τὸ θαύμα, αὐτή ἡ ἡρωικὴ ἔξοδος στὴν ὁποῖα κανεὶς ἀπό τοὺς ἑνενῆντα, οὔτε κἄν τραυματίστηκε. Ἡ γιορτὴ-λιτανεία, γίνεται τὴν Δευτέρα τῆς Ἀναστάσεως. Μὲ ἐπικεφαλῆς τὴν πρώτη σημαία τῶν ἀποίκων, τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἀπὸ τὸ Οἴτυλο, τοὺς παπᾶδες καὶ τὴν τιμητικὴ συνοδεία νέων ὁπλοφόρων ἀπογόνων Μανιατῶν, ποὺ πυροβολοῦν ἀκατάπαυστα στοὺς δρόμους τοῦ Καργκέζε, ἡ λιτανεία περιφέρεται σ’ ὅλη τὴν κωμόπολη, συγκεντρώνοντας ἐπισκέπτες ἀπ’ ὅλη τὴν Κορσικὴ καὶ τὴν Γαλλία, παρουσίᾳ δεκάδων ραδιοφωνικῶν καὶ τηλεοπτικῶν συνεργείων.
Πηγὲς ἄρθρου:
1) Τὸ βιβλίο τοῦ Δημήτρη Ν. Ἀλεξάνδρου μὲ τίτλο «Οἱ Ἕλληνες τῆς Κορσικῆς»,
2) ἄρθρο τοῦ Κωνσταντίνου Α.Καρακάση στὸ Ἑλληνικὸ Πανόραμα (τεῦχος 11 Δεκ.1998).




ellinoistorin.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου