Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2017

ΟΙ ΜΑΓΕΜΕΝΕΣ:ΕΡΩΣ ΘΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ (Βίντεο)


Όπως η Ελλάδα ήταν η Κυρία των Τεχνών και η Ρώμη τίποτα περισσότερο από μαθητευόμενη της, εύκολα τεκμαίρεται ότι όλα τα θαυμαστά κτίρια που κοσμούσαν την Αυτοκρατορική πόλη δεν ήταν παρά αντιγραφές των προτότυπων ελληνικών. Ως εκ τούτου θεωρήσαμε ότι αν οι ακριβείς αναπαραστάσεις αυτών των πρωτοτύπων δημοσιεύονταν, ο Κόσμος θα είχε τη δυνατότητα να διαμορφώσει, όχι μόνο μια πιο εκτεταμένη αλλά και πιο ακριβή ιδέα για την Αρχιτεκτονική και την κατάσταση στην οποία βρισκόταν τις καλές μέρες της αρχαιότητας. Ακόμα θεωρήσαμε ότι μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να συμβάλει στη βελτίωση της ίδιας της Τέχνης, η οποία προς το παρόν φαίνεται να στηρίζεται σε πολύ μερικό και ανεπαρκές σύστημα αρχαίων προτύπων”

Με αυτά τα λόγια ο ζωγράφος Τζέϊμς Στιούαρτ (James Stuart) και ο αρχιτέκτονας Νίκολας Ρέβετ (Nicholas Revett) αρχίζουν το μνημειώδες τρίτομο έργο τους The Antiquities of Athens (Οι Αρχαιότητες των Αθηνών) που εκδόθηκε από το 1762 έως το 1794. Ακόμη και σήμερα οι γραμμές αυτές αποτελούν ίσως τη καλύτερη εισαγωγή σε ένα κείμενο που αφορά την αρχαία ελληνική τέχνη, όπως το ομορφότερο δείγμα της στη Θεσσαλονίκη, τα Είδωλα για τους Χριστιανούς, οι Μαγεμένες ή Las Incantadas για τους Εβραίους και τα Σουρέτ-Μαλέ (Sureth-Maleh γράφει ο Beaujour) για τους Μουσουλμάνους. Έχουν γραφεί ήδη πολλά και πολύ ενδιαφέροντα για το μνημείο αυτό. Στόχος εδώ είναι μια αναδρομή στις πρωτότυπες πηγές και, όπου είναι δυνατόν, ο φωτισμός ορισμένων πτυχών που είχαν περάσει ως τώρα απαρατήρητες.

Ι. Οι απεικονίσεις των Ειδώλων από Ευρωπαίους περιηγητές

1. Ετιέν Γκραβιέ ντ’Ορτιέρ (Etienne Gravier d’Ortières).

Η παλιότερη γνωστή απεικόνιση του μνημείου είνα του έτους 1686 όταν ο Γάλλος πράκτορας του Λουδοβίκου 14ου (του βασιλιά Ήλιου) καπετάνιος Γκραβιέ ντ’Ορτιέρ πέρασε και από την Θεσσαλονίκη. Σκοπός της αποστολής του δεν ήταν η ανεύρεση αρχαιοτήτων αλλά η συλλογή πληροφοριών για πιθανή εκστρατεία της Γαλλίας εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την ήττα της τελευταίας στη δεύτερη πολιορκία της Βιέννης, τον Σεπτέμβριο του 1683, άρχισε να εδραιώνεται η πεποίθηση στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ότι οι Οθωμανοί δεν ήταν πια ανίκητοι. Έτσι άλλωστε ξεκίνησε την επόμενη κιόλας χρονιά η Bενετία τον πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που οδήγησε και στην προσωρινή κατάληψη – με τι κόστος! – της Αθήνας από τον Μοροζίνι.

Ο Λουδοβίκος ο 14ος έτρεφε κι αυτός κρυφό όνειρο να γίνει κύριος της Βασιλεύουσας. Ο καπετάνιος Γκραβιέ με μια ομάδα ειδικών θα επισκεφτεί με το πλοίο Jason (Ιάσων) μεταξύ 1685 και 1687 όλα τα μεγάλα λιμάνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, από το Πορτ-Σαΐδ και την Κύπρο μέχρι την Θεσσαλονίκη και τη Κωνσταντινούπολη για να εξετάσει τις οχυρώσεις τους. Θα επιστρέψει με τρεις μεγάλους φακέλους γεμάτους από σχέδια και σκαριφήματα. Έχει έτοιμο μάλιστα και ένα σχέδιο διαμελισμού της αυτοκρατορίας του Σουλτάνου μεταξύ Γαλλίας, Πολωνίας και Βενετίας. Τέσσερα από τα σκαριφήματα αφορούν την Θεσσαλονίκη : Πλάνο της πόλης που δείχνει τα τείχη γύρω από την πόλη, Άποψη της πόλης από θάλασσα με το θαλάσσιο τείχος, Αψίδα του Θριάμβου (σημ: Γαλερίου) και Ερείπια Αρχαίου Παλατιού (σημ. Μαγεμένες).

Ο πρώτος και ο τρίτος φάκελος με τα χειρόγραφα βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Ο δεύτερος, που θεωρείται χαμένος από την Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.



Οι Μαγεμένες (Ερείπια Αρχαίου Παλατιού) κατά Γκραβιέ ντ’Ορτιέρ, 1686


2. Επίσκοπος Ρίτσαρντ Πόκοκ (Richard Pococke)

Δεύτερη αναφορά των Μαγεμένων βρίσκουμε στο βιβλίο του Άγγλου κληρικού Πόκοκ “Περιγραφή της Ανατολής” (R. Pococke, A Description of the East) που εκδόθηκε το 1745. Ο Πόκοκ πέρασε από την Θεσσαλονίκη το 1739-40 και σχεδίασε τρία μνημεία: τις Μαγεμένες, την Αψίδα του Θριάμβου (σημ: Γαλερίου) και την Ροτόντα. Για τις Μαγεμένες αναφέρει: “Ένα άλλο αρχαίο κομμάτι είναι τα ερείπια μιας πολύ ωραίας Κορινθιακής κιονοστοιχίας. Αποτελείται από πέντε κολόνες από cipolino (σημ: πρασινωπού μαρμάρου, verd antique, ίσως μάρμαρο Καρύστου). Τα κιονόκρανα είναι εξαιρετικής καλλιτεχνικής δουλειάς, οι κολόνες έχουν δυό πόδια διάμετρο και απέχουν η μια από την άλλη εννέα πόδια και δυο ίντσες. Η ζωφόρος είναι αυλακωτή, επί του θριγκού υπάρχουν πεσσοί πάνω στους οποίους βρίσκεται ένα επιστύλιο.

Αλλά η μεγαλύτερη ομορφιά της κιονοστοιχίας είναι τέσσερα ανάγλυφα και στις δυο πλευρές από ανθρώπινες μορφές σε φυσικό μέγεθος.” Κατά περίεργο τρόπο ο λιθογράφος δεν ακολούθησε το κείμενο ή τα σχέδια του Πόκοκ γιατί στη λιθογραφία του βιβλίου η επάνω κιονοστοιχία εμφανίζεται χτισμένη ενώ οι ανθρώπινες μορφές – οι οποίες περιγράφονται αναλυτικά στο κείμενο – απουσιάζουν εντελώς. Επί πλέον το μνημείο παρουσιάζεται μέσα σε ένα φανταστικό περιβάλλον μη έχοντας σχέση με την πραγματικότητα. Οι κίονες στο σχέδιο δεν είναι θαμμένοι στο χώμα έτσι ώστε να μπορεί να δοθεί μια ιδέα του ύψους του μνημείου σε σύγκριση με το ύψος ενός ανθρώπου.





Οι Μαγεμένες (Κορινθιακή κιονοστοιχία) κατά Πόκοκ, A Description of the East, 1740

3. Ζωγράφος Τζέϊμς Στιούαρτ (James Stuart) και αρχιτέκτονας Νίκολας Ρέβετ (Nicholas Revett)

Οι Στιούαρτ και Ρέβετ πήραν το πλοίο από τη Βενετία στις 19 Ιανουαρίου του 1751 και έφτασαν στον Πειραιά διασχίζοντας τον Κορινθιακό κόλπο στις 17 Μαρτίου. Αφού έμειναν στην Αθήνα δυο χρόνια να μελετήσουν και να σχεδιάσουν τις αρχαιότητες αναχώρησαν το 1753 για την Θεσσαλονίκη όπου φιλοξενήθηκαν στον εκεί Βρετανό πρόξενο Πήτερ Πάρανταϊζ (Peter Paradise). “(Στη Θεσσαλονίκη) σχεδιάσαμε τα ερείπια μιας αρχαίας κιονοστοιχίας κορινθιακού ρυθμού. Θα έπρεπε να προστεθούν και μερικά άλλα αξιόλογα κτίρια που υποτίθεται ότι είναι της εποχής του Θεοδοσίου, αλλά μια πολύ βαρειά επιδημία πανώλης, η οποία ξέσπασε ενώ ήμασταν εκεί, κατέστησε τη μέτρηση τους ανασφαλή και ανέφικτη”. Η επιδημία αυτή είπανε ότι είχε περίπου 30.000 θύματα (in the space of a few months, near 30,000 people are said to have perished). H πανώλη και ο τύφος επισκέπτονταν συχνά πυκνά τη νύφη του Θερμαϊκού πριν από τον 20ο αιώνα. Μετά την Θεσσαλονίκη ταξίδεψαν στη Σμύρνη και στα νησιά του Αιγαίου πριν επιστρέψουν στο Λονδίνο το 1755. Η κορινθιακή κιονοστοιχία βρισκόταν στην αυλή ενος Εβραίου εμπόρου – το όνομα του οποίου γνωρίζουμε τώρα ότι ήταν Λάτσι Αρδίττη.

Ο Στιούαρτ, δεινός σχεδιαστής, απαθανάτισε τις Μαγεμένες (Γοητεία, στα ελληνικά στο κείμενο) με εξαιρετική ακρίβεια όπως ορθώνονταν στα μέσα του 18ου αιώνα στην αυλή του εμπόρου. Είναι η σκηνή της πρώτης επίσκεψης και την ζωντανεύει η επεξήγηση που δίνει ο ίδιος ο Στιούαρτ: στο μέσον της εικόνας βρίσκεται ο πρόξενος τον οποίο καλωσορίζει ο Εβραίος έμπορος έτοιμος να του προσφέρει καφέ που βαστά σε ένα δίσκο ένα αγόρι. Από το μπαλκόνι η γυναίκα του εμπόρου παρατηρεί στον άνδρα της ότι προσφέρει καφέ πριν ακόμη τους προσκαλέσει να καθίσουν, όπως θα ήτανε σωστό. Δίπλα της στέκονται οι δυο κόρες του εμπόρου και στο τέλος της σκάλας η υπηρέτρια τρέχει να βοηθήσει για τον καφέ.

Στα δεξιά της εικόνας κοντά στη είσοδο της αυλής βρίσκονται ο ζωγράφος Στιούαρτ που κρατά από το χέρι τον δεκαετή γιό του προξένου, ο αρχιτέκτονας Ρέβετ και ο Έλληνας δραγομάνος (διερμηνέας) του προξένου. {Σημ. Ο ορθόδοξος γιος του προξένου Τζων έγινε πολύγλωσσος και εξαιρετικός γνώστης της ελληνικής. Αργότερα ο Τζων έδωσε μαθήματα ελληνικών στον Τόμας Τζέφερσον – μετέπειτα πρόεδρο των ΗΠΑ – όταν ο τελευταίος ήταν πρέσβης στο Παρίσι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1780}.



Οι Μαγεμένες όπως βρίσκονταν το 1753 στη Θεσσαλονίκη σε σχέδιο του Στιούαρτ


Οταν ρώτησαν τι σήμαιναν οι ανθρώπινες φιγούρες της κιονοστοιχίας άκουσαν τον μύθο που ήταν συνδεδεμένος με το μνημείο και που μάλλον ερχόταν από παλιά: Οταν ο Αλέξανδρος ετοιμαζόταν για τη μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Περσών, ζήτησε και τη συνδρομή ενός βασιλιά της Θράκης που δέχτηκε να ενώσει τις δυνάμεις του με αυτές του Μακεδόνα βασιλιά. Ήρθε μάλιστα με την γυναίκα του και τη συνοδεία τους στη Θεσσαλονίκη και ο Αλέξανδρος τους φιλοξένησε σε ένα παλάτι που επικοινωνούσε με το δικό του μέσω μιας στοάς. Η σπάνια ομορφιά της θρακιώτισσας βασίλισσας όμως θάμπωσε τον Αλέξανδρο και δεν άργησε να την κάνει ερωμένη του. Άρχισε λοιπόν να την επισκέπτεται τις νύχτες διασχίζοντας την περίφημη στοά.

Ο βασιλιάς της Θράκης όμως πληροφορήθηκε από τη συνοδεία του τα καθέκαστα και αποφάσισε να τιμωρήσει με σκληρό τρόπο τον οικοδεσπότη που πρόδωσε τους κανόνες της φιλοξενίας. Είχε στη συνοδεία του ένα μάγο νεκρομάντη από τον Πόντο που έριξε τα μάγια του στη στοά έτσι ώστε όποιος προσπαθούσε να την διαβεί μια συγκεκριμένη ώρα το βράδυ να πέτρωνε. Ο σοφός Αριστοτέλης όμως, κατά πολύ εξυπνότερος του νεκρομάντη, ανακάλυψε τον κίνδυνο και έπεισε τον Αλέξανδρο να μην επισκεφτεί την ερωμένη του εκείνο το βράδυ. Η βασίλισσα που δεν γνώριζε τίποτα άρχισε να αδημονεί όσο περνούσε η ώρα το βράδυ και δεν εμφανιζότανε ο εραστής της. Έστειλε λοιπόν τις πιστές συνοδούς της να πάνε να δουν γιατί αργεί ο Αλέξανδρος και μετά από λίγο ακολούθησε και η ίδια. Ο άνδρας της που βιαζόταν να δει την τιμωρία, βέβαιος ότι τα μάγια είχαν κάνει το έργο τους, πήγε κι αυτός με τους υπηρέτες του να βεβαιωθεί ότι οι δυο εραστές ήταν πετρωμένοι. Και τη στιγμή που οι δυο ομάδες συναντήθηκαν στη στοά πέτρωσαν ξαφνικά και στέκονται έτσι στους αιώνες τους άπαντες σαν σύμβολα του ζηλιάρη άνδρα και της άπιστης γυναίκας!

Πέρα από το σκηνικό της επίσκεψης, η απεικόνιση δίνει και ορισμένα άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία. Η κιονοστοιχία σχηματίζει μια μικρή οξεία γωνία με τον εξωτερικό τοίχο της αυλής ο οποίος οριοθετεί τον δρόμο στον οποίο βρίσκεται η είσοδος της κατοικίας. Ο δρόμος πρέπει να είναι αρκετά στενός αν κρίνουμε από το πόσο καντά βρίσκεται το απέναντι σπίτι.

Οι Στιούαρτ και Ρέβετ σχεδίασαν με μοναδικό τρόπο όλες τις λεπτομέρειες του μνημείου. Έσκαψαν βαθειά στο χώμα για να μετρήσουν το συνολικό ύψος της κιονοστοιχίας, από τις βάσεις των κιόνων μέχρι την κορυφή του άνω επιστυλίου. Το ύψος ήταν 41 πόδια 7 ίντσες και 4/10 της ίντσας (12,68 μέτρα) ενώ το μήκος ταυ τμήματος όπως παρουσιάζεται στο χαρακτικό υπολογίζεται σε περίπου 15 μέτρα.






Τα σχέδια των Στιούαρτ και Ρέβετ αποτελούν την καλύτερη και ευκρινέστερη εικόνα που έχουμε σήμερα για τις μορφές πριν αυτά υποστούν τις μεγάλες φθορές των επόμενων ετών. Πράγματι, οι Γενίτσαροι συνήθιζαν να πυροβολούν τα αγάλματα για διασκέδαση ενώ φθορές υπέστησαν και κατά τον τεμαχισμό και μεταφορά τους στη Γαλλία τον επόμενο αιώνα.



Η θεά Νίκη, η νύμφη Αύρα με φουσκωμένο από τον αέρα πέπλο και ένας Διόσκουρος





Η αρπαγή του Γανυμήδη από αετό (Δίας), η Λήδα με τον κύκνο (Δίας) και ο θεός Διόνυσος



Η Αριάδνη, μια Μαινάδα με τον αυλό και απεικόνιση του ακραίου κιονόκρανου


4. Λουί Φωβέλ ( Louis-François-Sébastien Fauvel)

Ο Λουί Φωβέλ ήταν Γάλλος ζωγράφος που έζησε από τα μέσα του 18ου αιώνα έως περίπου τα μέσα του 19ου. Η ζωή του συνδέθηκε με την Ελλάδα όταν ο Marie Gabriel Florent Auguste, κόμης de Choiseul-Gouffier, κοινώς κόμης Σουαζέλ-Γκουφφιέ του ζήτησε να επισκεφτεί την Ελλάδα, από την οποία μόλις είχε επιστρέψει, για να ζωγραφίσει αρχαιότητες για τον δεύτερο τόμο του μπεστ-σέλλερ βιβλίου του “Ειδυλλιακό ταξίδι στην Ελλάδα” (Voyage pittoresque de la Grèce). Ο Φωβέλ έφυγε για την Ελλάδα το 1780 και επέστρεψε το 1782 με ένα μεγάλο πακέτο σχεδίων. Προς το τέλος του ταξιδιού του επισκέφτηκε και την Θεσσαλονίκη. Η πόλη αυτή άλλωστε ήταν η τελευταία στάση του κόμη κατά το ταξίδι του το 1786 πριν επιστρέψει οδικώς στο Παρίσι και σίγουρα του ζήτησε να ζωγραφίσει ορισμένες αρχαιότητες που είχε δει εκεί.

Ο Φωβέλ θα επιστρέψει στην Ελλάδα δυο χρόνια αργότερα, το 1984, όταν ο κόμης ονομάστηκε πρέσβης της Γαλλίας στη Κωνσταντινούπολη – χάρη και στο βιβλίο του – και θα μείνει σχεδόν όλη την υπόλοιπη ζωή του στην Ελλάδα – όπου επί Ναπολέοντα Βοναπάρτη ονομάστηκε και πρόξενος στην Αθήνα. Θα αφήσει τη τελευταία του πνοή στη Σμύρνη. Ο Φωβέλ ζωγράφισε δυο ακουαρέλες των Μαγεμένων. Η πρώτη είναι του 1782 και εμφανίζεται σε λιθογραφία του βιβλίου του προξένου της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη Εσπρί Κουζινερύ (Esprit-Marie Cousinèry) Ταξίδι στη Μακεδονία (Voyage dans la Macèdoine) στο οποίο έχουμε αναφερθεί παλιότερα. Είναι άγνωστο αν η ακουαρέλα αυτή έχει διασωθεί. Ο Γάλλος πρόξενος ονομάζει το μνημείο ‘Ερείπια ενός αμφιθεάτρου στη Θεσσαλονίκη’ (Ruines d’un Cirque à Salonique): “Στο μέσο περίπου της οδού των θριάμβων (Εγνατία) βλέπουμε να στέκονται όρθιες σε ευθεία γραμμή πέντε κίονες κορινθιακού ρυθμού από λευκό μάρμαρο με μπλέ κύματα (marbre blanc vainé de bleu) και με θριγκό δουλεμένο στις δύο πλευρές.

Οι πεσσοί έχουν ύψος γύρω στα οκτώ με εννιά πόδια, είναι από λευκό μάρμαρο, και πάνω τους έχουν σκαλιστεί και στις δυο πλευρές ανάγλυφες μορφές σε φυσικό μέγεθος”. Ο Κουζινερύ πιστεύει ότι είναι του τρίτου αιώνα αν και δεν αποκλείει να είναι και παλιότερες. “Τα κάτω μέρη των κιόνων είναι χωμένα στο σπίτι ενός Εβραίου. Αυτός μου είπε ότι ο πατέρας του, θέλοντας να σκάψει ένα πηγάδι, συνάντησε μεγάλα μπλόκ από μάρμαρο. Οι εργάτες του είπαν ότι μάλλον πρόκειται για σκαλοπάτια” και συνεχίζει: “Συμπεραίνω λοιπόν ότι το μνημείο αποτελούσε μέρος αμφιθεάτρου που στη περίοδο της (ρωμαϊκής) δημοκρατίας και κυρίως στην αυτοκρατορική περίοδο χρησιμοποιόταν για δημόσια θεάματα”.



Οι Μαγεμένες κατά Φωβέλ, ακουαρέλα του 1782, όπως παρουσιάζεται υπό μορφή λιθογραφίας στο βιβλίο ‘Ταξίδι στη Μακεδονία’ του Κουζινερύ (1831)


Η δεύτερη ακουαρέλα είναι μάλλον του 1793 όταν ο Φωβέλ φιλοξενήθηκε από τον Κουζινερύ στο δεύτερο ταξίδι του στη Θεσσαλονίκη μετά τη διαφυγή του κόμη Σουαζέλ-Γκουφιέ από την Κωνσταντινούπολη στην αυλή της Μεγάλης Αικατερίνης.



Η δεύτερη ακουαρέλα του Φωβέλ (μάλλον 1793, ιδιωτική συλλογή)


Από τις δυο ακουαρέλες του Φωβέλ η δεύτερη είναι ακριβέστερη και πλησιάζει πολύ στο χαρακτικό του Στιούαρτ. Παρατηρούμε ότι ο τοίχος που χωρίζει την αυλή από τον δρόμο είναι σε κακή πια κατάσταση, φαίνεται μισογκρεμισμένος, ενώ η είσοδος στην αυλή έχει υποστεί ζημίες. Αντίθετα το απέναντι σπίτι δεν φαίνεται να έχει αλλοιωθεί από το πέρασμα των χρόνων. Η κιονοστοιχία έχει την μικρή οξεία γωνία με τον τοίχο της αυλής όπως στο σχέδιο του Στιούαρτ.

ΙΙ. Η αρπαγή του μνημείου από τον Μιλέρ

Η ομορφιά του μνημείου είχε συγκινήσει πολλούς περιηγητές. Ο συνταγματάρχης Leake που επισκέφτηκε την Θεσσαλονίκη το 1806 αναφέρει για τη Λήδα και τον Γανυμήδη ότι είναι πολύ ωραία γλυπτά χωρίς φθορές από τον χρόνο (Travels in Northern Greece, vol. III, 1835). Ο Κουζινερύ θεωρεί το μνημείο “αντάξιο των καλύτερων χρόνων της Ελλάδος” ενώ ο διάδοχός του στο γαλλικό προξενείο της Θεσσαλονίκης, Φελίξ Μπωζούρ (Felix Beaujour) γράφει “θα ήθελα να ξεσηκώσω τη Λήδα και τον Γανυμήδη του πεσσού που έχει διατηρηθεί καλύτερα, αλλά οι προσφορές που έκανα στον πασά δεν έγιναν αποδεκτές” [J’aurais bien desiré pouvoir enlever le Ganimède et la Léda, qui sont le groupe le mieux conservé; mais j’ai fait au pacha des offres qui n’ont pu être acceptées – Tableau du Commerce de la Grèce, 1800].

Η φράση αυτή του Μπωζούρ επιβεβαιώνει την πληροφορία που δίνει ο Κλάρκ (Clarke, Travels in various countries, 1818) ότι “πολλές προσπάθειες έγιναν τόσο από τους Άγγλους όσο και από τους Γάλλους να αποσπάσουν τα ανάγλυφα αλλά ο Τούρκος πασάς δεν έδιδε την άδεια – many attempts have been made, both on the part of the English and French, to get them removed; but the Turkish Pasha, to whom applications were made for this purpose, would not give his consent”. Αυτό που δεν πέτυχε όμως ο Μπωζούρ τη περίοδο 1794-1798 που ήταν πρόξενος θα το πετύxει ο Εμμανουέλ Μιλέρ (Emmanuel Miller) το 1864, εβδομήντα χρόνια αργότερα.

(ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ)





Ο Μιλέρ δεν ήταν αρχαιολόγος αλλά ένας ειδικός στα παλιά χειρόγραφα, ένας παλαιογράφος όπως λεγόταν. Ήταν 21 χρονών όταν μετά τις σπουδές του μπήκε στη Βασιλική Βιβλιοθήκη, στο τμήμα χειρογράφων. Αυτό του επέτρεψε να περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής του μέσα σε βιβλιοθήκες, κελάρια μοναστηριών και πύργων – σε Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και Ρωσία – προσπαθώντας να ξετρυπώσει μέσα σε σεντούκια ξεχασμένα χειρόγραφα με κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Κάθε έρευνα του ήταν και μια ειδική αποστολή χρηματοδοτημένη από το επίσημο γαλλικό κράτος. Κατά παράξενη σύμπτωση, αιτία για το ενδιαφέρον του Μιλέρ για την Ανατολή υπήρξε άθελα του ένας μεγάλος Έλληνας φιλόλογος και μάλιστα συντοπίτης Εδεσσαίος: ο Μηνωίδης Μηνάς.

Γεννημένος το 1788, ο Μηνωίδης Μηνάς (πραγματικό όνομα Κωνσταντίνος Μηνάς) τέλειωσε το Ελληνομουσείο Βεδενών που είχε ιδρύσει τέλη του 1782 ο γνωστός μας Μητροπολίτης Μελέτιος. Ο Μηνάς μετά τις σπουδές του δίδαξε σε διάφορα σχολεία. Το 1811 ένας άλλος συντοπίτης Εδεσσαίος (από το Γραμματικό Έδεσσας), ο Μητροπολίτης Σερρών – και μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης – Χρύσανθος τον έπεισε να διδάξει στη Σχολή των Σερρών πράγμα το οποίο και έκανε. Εκεί δίδαξε μέχρι το 1819 οπότε οι επιστημονικές του ανησυχίες αλλά και η απάνθρωπη διοίκηση του Γιουσούφ, μπέη των Σερρών, τον οδήγησαν στη Γαλλία. Οι γνώσεις του εκεί δεν πέρασαν απαρατήρητες. Το 1840 ο Γάλλος υπουργός Παιδείας Βιγεμαίν (Villemain) του αναθέτει σαν αποστολή να ερευνήσει στα μοναστήρια της Ανατολικής Εκκλησίας την ύπαρξη αρχαίων χειρογράφων. Η αποστολή είχε τέτοια επιτυχία που επαναλήφθηκε άλλες δυο φορές.

Ο Μηνωίδης επέστρεφε με αρχαία κείμενα που θεωρούνταν μέχρι τότε χαμένα, όπως οι Μύθοι του Βαβρίου, το περί Γυμναστικής του Φιλοστράτου, την Ρητορική του Αριστοτέλη κλπ. Οι επιτυχίες του Μηνωίδη δεν πέρασαν απαρατήρητες από τον Μιλέρ. Του έγινε έμμονη ιδέα να πάει κι αυτός στον μυστηριώδη Άθω εκεί από όπου ο Μηνωΐδης έφερε τόσο πολύτιμα χειρόγραφα. Το 1863, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Μηνωίδη, θα καταφέρι, μέσω της προστάτιδας του κυρίας Κορνού (Hortence Lacroix-Cornu ομογάλακτης του αυτοκράτορα – η μητέρα της θήλασε μαζί με αυτήν και τον συνομήλικο αυτοκράτορα – και στενής του φίλης), να πάρει την άδεια και μια γενναία επιχορήγηση από τον Ναπολέοντα Γ’ για την τελευταία επαγγελματική αποστολή του, μιαν αποστολή στην Ανατολή. Γνωρίζουμε με κάθε λεπτομέρεια τις κινήσεις του Μιλέρ στην αποστολή αυτή χάρη των λεπτομερέστατων επιστολών που έστελνε τακτικά στη σύζυγό του. Οι επιστολές αυτές εκδόθηκαν σε βιβλίο μετά τον θάνατο του, “Το Oρος Άθως, το Βατοπέδι και η νήσος Θάσος” (Le Mont Athos, Vatopedi et l’île de Thassos, 1889) το οποίο αποτελεί τη πηγή όλων των δημοσιευμάτων που αφορούν την αρπαγή του μνημείου.

Τα αποτελέσματα της αποστολής ήταν λαμπρά αφού βρήκε μιαν Ιστορία του Αριστόβουλου της Ίμβρου, ένα χειρόγραφο του Ήρωνα της Αλεξανδρείας, εφευρέτη της ατμομηχανής, ένα χειρόγραφο με χάρτες του Πτολεμαίου ενώ από την Θάσο έφυγε με πολλά ανάγλυφα και επιγραφές. Το σημείο όμως που παραμένει σκοτεινό είναι αν η αφαίρεση των γλυπτών από την Θεσσαλονίκη ήταν ένας από τους αρχικούς σκοπούς της αποστολής του και πως αυτός, ένας μελετητής χειρογράφων, ανέλαβε μιαν επιχείρηση τόσο παράτολμη όπως η μεταφορά ενός μνημείου σχεδόν 13 μέτρων σε ύψος και 15 μέτρων σε μήκος.

Την απάντηση μα δίνει η επίσημη Έκθεση (πεπραγμένων) της αποστολής του στον αυτοκράτορα που υπέβαλε στις 2 Φεβρουαρίου του 1865 (Mission scientifique en Orient, rapport à l’Empereur, Academie des Inscriptions et Belles-Lettres; 1865): “η αποστολή μου ήταν να εξερευνήσω τις βιβλιοθήκες των ελληνικών Μονών της Ανατολής, κυρίως αυτές του όρους Άθω, και να εφαρμόσω τις παλαιογραφικές μου γνώσεις σε χειρόγραφα που διέλαθαν της προσοχής των σοφών που προηγήθηκαν από μένα όπως του Βιλουαζόν, του Κουρσόν κλπ…..και κυρίως του Μηνωΐδη Μηνά που έμεινε πολύ καιρό στα μοναστήρια και έφερε ένα μεγάλο αριθμό πολύτιμων χειρογράφων”. Η αποστολή λοιπόν ήταν καθαρά παλαιογραφικής φύσεως με στόχο μάλιστα να ξεπεράσει κι αυτόν ακόμη τον διάσημο Εδεσσαίο λόγιο. Στην αποστολή συνοδευόταν από ένα ζωγράφo, τον Γκιγεμέ (Pierre-Désiré Guillemet) ο οποίος “εφήρμοσε κατά προτεραιότητα την τέχνη του στις απαράμιλλες εικόνες του Πανσέληνου”.

Κατά περίεργο τρόπο, αυτός που ξήλωσε όπως-όπως τις Μαγεμένες κατηγορεί τους μοναχούς ότι “με ένα ακατανόητο ζήλο παραχωρούν τη δουλειά της συντήρησης των εκκλησιών τους σε καλλιτέχνες χωρίς κανένα ταλέντο που καλύπτουν με απαίσια σοβαδίσματα (badigeons) τα υπέροχα απομεινάρια της βυζαντινής τέχνης: η Ιβήρων, το Βατοπέδι και η Παντοκράτορος υπέστησαν ήδη αυτή την ελεεινή επέμβαση και στη Μεγίστης Λαύρας ετοιμάζονται να κάνουν την ίδια ιεροσυλία”. Τον καιρό που έμεινε στον Άθω εξέτασε περίπου 6.000 χειρόγραφα και επισκέφθηκε και τις είκοσι μονές και αρκετές – αλλά όχι όλες όπως παρατηρεί με λύπη – σκήτες. Όλως παραδόξως στη πολυσέλιδη έκθεση πεπραγμένων αφιερώνει μια παράγραφο όλη κι όλη για την αφαίρεση των Μαγεμένων από τη Θεσσαλονίκη.

Εξηγεί το σκεπτικό της πράξης του ως εξής: “Κι ενώ ετοιμαζόμασταν να σαλπάρουμε (σημ. από τη Θάσο στις 10 Οκτωβρίου) έλαβα ένα νέο που μου προξένησε τη μεγαλύτερη χαρά και που θα προκαλούσε ζωηρό ενδιαφέρον στους φωτισμένους φίλους των τεχνών (εννοεί μάλλον την κ Κορνού). Επρόκειτο για το φημισμένο μνημείο της Θεσσαλονίκης στο οποίο βρίσκονται τέσσερις ομάδες από αγάλματα. Γνωρίζουμε ότι τα γλυπτά αυτά ήταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση αλλοίωσης. Κάθε μέρα γινόταν ένας επί πλέον ακρωτηριασμός και ήταν προβλέψιμη η άμεση και πλήρης καταστροφή. Εγώ ο ίδιος το διαπίστωσα όταν ήμουν στη Θεσσαλονίκη. Με πρόθεση να σώσω αυτά τα πολύτιμα απομεινάρια της αρχαίας τέχνης, έκανα μια συμφωνία με τον Γάλλο πρόξενο, μαρκήσιο Πουσαρά (Poucharra), και τον πασά της Θεσσαλονίκης.

Χάρη στις δικές μου προσπάθειες και της παρέμβασης του πρέσβη της Γαλλίας στη Κωνσταντινούπολη κατόρθωσα να πάρω επιστολή από τον Μεγάλο Βεζύρη που μου επέτρεπε να σηκώσω τα γλυπτά και να τα μεταφέρω στη Γαλλία. Φόρτωσα γρήγορα τα μάρμαρα της Θάσου και έβαλα πλώρη για την Θεσσαλονίκη με τη Truite (πλοίο Τρουΐτ – Πέστροφα). Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον υποναύαρχο Νταμποβίλ (D’Aboville) και τον κύριο Μορέλ (Morel) για την βοήθεια που μου έδωσαν”. Αυτή είναι η μοναδική παράγραφος που αφορά την αφαίρεση των Μαγεμένων στην έκθεση του. Η αφήγηση όμως είναι διαφωτιστική για τους εξής λόγους. Πρώτα από όλα σκοπός του ταξιδιού δεν ήταν η αφαίρεση των ειδώλων της Θεσσαλονίκης. Η σκέψη για την αφαίρεση τους προέκυψε όταν ο παλαιογράφος πέρασε και τα είδε σε τραγική κατάσταση στη Θεσσαλονίκη.

Ο Μιλέρ φαίνεται ότι δεν αγόρασε τα γλυπτά όπως συχνά λέγεται αλλά του τα παραχώρησαν δωρεάν οι οθωμανικές αρχές! Εαν είχαν αγοραστεί δεν θα είχε κανένα ενδοιασμό να το γράψει ή τουλάχιστον να αναφέρει ότι ήταν προϊόν δοσοληψίας όπως είχε αναφερθεί και ο πρόξενος Μπωζούρ στις δικές του άκαρπες ενέργειες μερικές δεκαετίες νωρίτερα. Η πρωτοβουλία της αφαίρεσης και της μεταφοράς δεν προέρχεται από το Παρίσι αλλά από αυτόν τον ίδιο αποκλειστικά. Αν το Παρίσι είχε την παραμικρή ανάμειξη στην όλη επιχείρηση το ελάχιστο που θα είχε κάνει θα ήταν να τους ευχαριστήσει για τις ενέργειες τους – και ιδιαίτερα την προστάτιδα του κυρία Κορνού και φυσικά τον αυτοκράτορα στον οποίο απευθυνόταν η έκθεση. Τους μόνους που ευχαριστεί είναι ο πρόξενος της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη, ο πασάς της πόλης και ο Γάλλος πρέσβης στη Κωνσταντινούπολη. Είναι όμως ειλικρινής η ανησυχία του για την προοδευτική φθορά και πιθανή καταστροφή του μνημείου; Από την οργισμένη αναφορά στους μοναχούς του Αγίου Όρους ότι δεν κάνουν τίποτα για τη διάσωση των τοιχογραφιών αλλά αντιθέτως αφήνουν να τις καταστρέφουν άσχετοι τεχνίτες φαίνεται πως ναι.

Γνωρίζουμε επίσης ότι ήταν συχνό φαινόμενο η αφαίρεση από τον Λατσι Αρδίττη κομματιών μαρμάρου από το μνημείο για πώληση ή δωρεάν προσφορά σε δυτικούς περιηγητές καθώς επίσης και ο πυροβολισμός των γλυπτών από τους περαστικούς γενίτσαρους. Ο Κλαρκ βεβαιώνει στο βιβλίο του ότι όταν πέρασε από τη Θεσσαλονίκη το 1801 διαπίστωσε σημάδια από βόλια στα σώματα των αγαλμάτων. Πως όμως ο πασάς της Θεσσαλονίκης, που τον περιγράφει στην αρχή του βιβλίου σαν κάποιον βλοσυρό και απόμακρο, έγινε τόσο φιλικός βοηθώντας τον στο παράτολμο εγχείρημα; Του έδωσε ένα γερό μπαχτσίσι; Διαβάζοντας το βιβλίο Le Mont Athos καταλαβαίνουμε ότι κατά τις διάφορες ολιγοήμερες παραμονές του στη Θεσσαλονίκη ο Μιλέρ κέρδισε τη προσωπική φιλία και εμπιστοσύνη του Οθωμανού με το οξύ χιούμορ που διέθετε.

Ο σοβαρός πασάς ξεσπούσε συχνά στα γέλια με τα φερσίματα και κυρίως με τον πνευματώδη και έξυπνο λόγο του Μιλέρ πολύ πριν ανακύψει το θέμα των μαρμάρων. Ο πασάς έγινε στο τέλος ο άνθρωπος που έκανε τα πάντα για να τον εξυπηρετήσει (“Le pacha est vraiment admirable de dévouement pour moi. Je n’ai qu’un mot à dire, et tout de suite il m’envoie chars et bœufs”).

Η αφήγηση της επιχείρησης διαμελισμού και μεταφοράς των αγαλμάτων όπως την περιγράφει ο Μιλέρ στα γράμματα του είναι αποκαλυπτική, εξαιρετικά λεπτομερής και αρκετά συγκλονιστική. Έχει παρουσιαστεί στο ελληνικό κοινό ήδη από το 1986 (Απόστολος Βακαλόπουλος, Ένας Γάλλος Έλγιν στη Θεσσαλονίκη την οποία επαναλαμβάνει και ο Mark Mazower στο βιβλίο του για την Θεσσαλονίκη) και δεν χρειάζεται να ξαναειπωθεί εδώ. Το μόνο που θα τονίσουμε είναι ότι η άδεια του Μεγάλου Βεζύρη της 10ης Οκτωβρίου αφορούσε μόνο τους πεσσούς με τα αγάλματα όπως είχε ζητήσει ο Μιλέρ. Δεν αφορούσε το σύνολο του μνημείου γιατί ο Μιλέρ δεν είχε ζητήσει κάτι τέτοιο. Φαίνεται όμως ότι το Παρίσι, όταν κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, είδε τα πράγματα διαφορετικά. Με μεγάλη έκπληξη ο Μιλέρ λαμβάνει ένα τηλεγράφημα από το Παρίσι στις 30 Οκτωβρίου – χωρίς αμφιβολία από την κ. Κορνού – που τον πληροφορεί ότι “το ενδιαφέρον αφορά το σύνολο του μνημείου, πάρτε το όλο”.

Όλο; Μα οι τεράστιοι κίονες (έξι μέτρων) δεν ήταν σπονδυλωτοί αλλά μονοκόμματοι, και ο θριγκός με τη ζωφόρο κομμάτια ασήκωτα. Ζητά να του αποστείλουν επειγόντως από την Τουλόν ειδικά τρέϊλορ για να μπορέσει να τα μεταφέρει αλλά η απάντηση είναι αρνητική, θα πρέπει να το κάνει με τα μέσα που διαθέτει επί τόπου. Το θεωρεί όμως τεχνικά αδύνατο και γράφει στη γυναίκα του: “Θα βάλω τα μάρμαρα κατά μήκος των τοίχων έτσι ώστε να μην εμποδίζουν τη κυκλοφορία και θα τοποθετήσω τα μεγάλα κομμάτια σε μια μικρή πλατεία εδώ κοντά. Όταν επιστρέψω στο Παρίσι θα πω στον Αυτοκράτορα (δηλ. στην κυρία Κορνού) ότι αν θέλουμε μπορούμε να πάμε να τα πάρουμε, διαφορετικά θα τα χαρίσω στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου που κτίζουν στη περιοχή και θα χαρούν πολύ που θα βρουν τέτοια ωραία μάρμαρα”. Θα πρέπει τελικά να συνέβη το τελευταίο γιατί στο Παρίσι δεν φαίνεται να υπάρχουν ούτε η ζωφόρος ούτε φυσικά οι κίονες. Ο ναός του Αγίου Νικολάου του Τρανού πράγματι χτιζόταν τότε λίγο πιο πέρα. Κάηκε όμως ολοσχερώς στη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 όπως και όλη η γύρω περιοχή και είναι άγνωστο τι απέγιναν οι κίονες.

ΙΙΙ. Προσέγγιση της θέσης του μνημείου με βάση αποκλειστικά τις μαρτυρίες των περιηγητών

Ένα πρώτο ερώτημα είναι αν η κιονοστοιχία με τις Μαγεμένες είναι μέρος ενός μεγαλύτερου συνόλου. Η απάντηση είναι εύκολη και καταφατική. Προκύπτει από την ανολοκλήρωτη φράση στο επιστύλιο …Ν ΓΕΓΕΝΗΜΕΝΟΝ ΥΠΟ…Είχε σίγουρα μεγαλύτερο μήκος όπως και οι σπασμένες άκρες του μαρτυρούν.



Η ημιτελής φράση στο επιστύλιο του μνημείου


Κατά τους ειδικούς αποτελούσε μάλλον ένα μεγαλοπρεπές πέρασμα από ένα χώρο σε ένα άλλο στην αρχαία αγορά. Θα μπορούσε να είναι κάτι πιο πολύπλοκο; Η απάντηση στο ερώτημα κείται στις βάσεις των κιόνων που σίγουρα παρέμειναν στη θέση τους, βαθειά στο χώμα. Μια μικρή επιτόπια έρευνα μπορεί να το δείξει. Η μόνη αντίστοιχη γνωστή κατασκευή πάντως είναι οι στύλοι της Τουτέλ (Les Piliers de Tutèle) στο Μπορντώ της Γαλλίας που είχε κατασκευαστεί την ίδια περίπου εποχή, τέλη του 2ου με αρχές του 3ου αιώνα. Το γκρέμισαν τον 17ο αιώνα για την κατασκευή ενός πύργου στη περιοχή, ο οποίος με τη σειρά του έχει καταστραφεί.



Les Piliers de Tutèle σε γκραβούρα εποχής piliers-de-tutele-resized


Το δεύτερο ερώτημα αφορά τον χώρο προς τον οποίο οδηγούσε αυτή η μνημειακή διάβαση. Ήταν απλά το πέρασμα προς την Αγορά; προς το Θέατρο; Τα αγάλματα όμως παραπέμπουν αβίαστα σε ερωτικό θέμα. Έχουμε την περίπτυξη της Λήδας με τον Δία-κύκνο και από πίσω ακριβώς (στη νότια πλευρά) την αρπαγή του Γανυμήδη από τον ερωτοχτυπημένο Δία–αετό. Δίπλα στη Λήδα χουμε την Αριάδνη την οποία άφησε στη Νάξο ο Θησέας επιστρέφοντας στην Αθήνα από την Κρήτη γιατί ο θεός Διόνυσος την είχε ερωτευθεί και ήθελε να την κάνει γυναίκα του. Ο

Διόνυσος στέκεται δίπλα της, κρατά τσαμπί σταφυλιού στο αριστερό χέρι ενώ η Αριάδνη έχει σταφύλια στα μαλλιά της. Ως γνωστόν ο έρωτας της Αριάδνης για τον Διόνυσο την οδήγησε στην αθανασία και στην κορυφή του Ολύμπου, έγινε δηλαδή από θνητή αθάνατη, νικώντας τον θάνατο – όχι μέσω του μαρτυρίου – αλλά μέσα από τον έρωτα. Δίπλα στον Διόνυσο βρίσκεται η Μαινάδα, νύμφη του Διόνυσου, που παίζει τον αυλό χορεύοντας με εκστασιασμό. Στη νότια πλευρά και δίπλα στον Γανυμήδη βρίσκεται ο Διόσκουρος, καρπός του έρωτα του Δία-κύκνου και της Λήδας. Μετά είναι η Αύρα με το πέπλο της να το φουσκώνει το ελαφρύ αεράκι ενώ ακριβώς δίπλα βρίσκεται η θεά Νίκη έτοιμη να δαφνοστεφανώσει τους ανθρώπους που αποζητούν την αύρα του έρωτα και την ερωτική αθανασία.

Αν θέλαμε να δώσουμε το μήνυμα που εξέπεμπε το μνημείο θα λέγαμε ότι πρόκειται για έρωτες θεών και ανθρώπων. Αν λοιπόν η κιονοστοιχία ήταν πέρασμα προς έναν άλλο χώρο αυτός λογικά θα ήταν ένας χώρος – θεϊκά! – ερωτικός. (Αλλά και ο λαϊκός μύθος που είχε ριζώσει στη συλλογική μνήμη με την βασίλισσα της Θράκης και τον Αλέξανδρο δεν είχε σχέση με τον έρωτα;).

Το σημαντικό όμως ερώτημα είναι αν μπορεί να ταυτοποιηθεί η ακριβής θέση του μνημείου με βάση τις μαρτυρίες των παλιών ξένων επισκεπτών και μόνο. Είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα που νομίζω ότι μπορεί να απαντηθεί καταφατικά. Δυστυχώς ο Μιλέρ, μη όντας ο ίδιος αρχαιολόγος, δεν προνόησε να κάνει σχέδια ή τοπογραφικό της περιοχής πριν το ξηλώσει. Από παλιούς επισκέπτες γνωρίζουμε ότι ήταν στο μέσον της απόστασης μεταξύ του Αγίου Νικολάου του Τρανού και της Παναγίας Χαλκαίων (Καζάντζιλαρ τζαμί) και σχετικά κοντά στην Εγνατία οδό (“Ce portique…. était situé à mi-distance de l’église moderne de Saint-Nicolas-le-Grand et de Cazandjilar-Djami, près de la voie Egnatienne”, Trafali – Topographie de Thessalonique).

Η παλαιότερη τοπογραφική ένδειξη του σημείου στο οποίο βρίσκονταν οι Μαγεμένες υπάρχει σε ένα σκαρίφημα του Ερνέστου Εμπράρ (Ernest Hébrard). Πρόκειται για ένα χάρτη που χρησιμοποιούσε για τις έρευνες του υπεδάφους (sondages) μετά την πυρκαγιά του 1917 (στο Chronique des fouilles et découvertes archéologiques dans l’Orient hellénique (novembre 1919-novembre 1920)). Στο πλάνο αυτό, λίγο βορειότερα από τα τούρκικα μπάνια, υπάρχει η ένδειξη “Θέση των Μαγεμένων” (Emplacement des Incantadas). Δυστυχώς αυτή η ένδειξη δεν βοηθά πολύ γιατί καλύπτει ένα πολύ μεγάλο χώρο με πολλούς δρόμους. Εάν τραβήξουμε όμως την πράσινη γραμμή που ενώνει την Παναγία Χαλκαίων με τον Ναό του Αγίου Νικολάου και σημαδέψουμε με κύκλο το μέσον περίπου της απόστασης αυτής τότε το πιθανό μέρος περιορίζεται σημαντικά. Το σημαντικό είναι ότι στον κόκκινο κύκλο βρίσκεται ένας μόνο δρόμος που κόβει κάθετα την Εγνατία στα νότια και την Πτολεμαίων στα βόρεια. Αυτός θα πρέπει να είναι ο στενός δρόμος από τον οποίο έμπαιναν στην αυλή του Εβραίου έμπορα. Η κιονοστοιχία λοιπόν πιθανόν να βρισκόταν δεξιά ή αριστερά αυτού του στενού δρόμου ανεβαίνοντας από την Εγνατία.






Στο επόμενο διάγραμμα έχουν σημειωθεί δυο πιθανές θέσεις της κιονοστοιχίας με μπλέ γραμμή, λαμβάνοντας υπόψη τη μικρή γωνία που σχημάτιζε με τα όρια του δρόμου. Η κιονοστοιχία ήταν σχεδόν κάθετη στον άξονα Βορά-Νότου (ελαφρά ΒΑ-ΝΔ). Οι δυο ροζ τελείες δείχνουν τις δυο πιθανές θέσεις των σχεδιαστών Στιούαρτ και Φωβέλ όταν ζωγράφιζαν το μνημείο. Πρακτικά είναι αδύνατο από τις περιγραφές των περιηγητών να γνωρίζουμε αν το μνημείο βρισκόταν στο αριστερό ή δεξιό μέρος του δρόμου και φυσικά αν οι σχεδιαστές είχαν στραμμένη τη πλάτη προς την Εγνατία ή προς την Πτολεμαίων.






Η θέση όμως του ήλιου στις απεικονίσεις μας βοηθά να βρούμε με ασφάλεια σε ποιά πλευρά βρισκόταν. Στο χαρακτικό του Στιούαρτ παρατηρούμε ότι ο ήλιος βλέπει από Ν-ΝΔ το μνημείο αφού φωτίζει και την δυτική πλευρά των πεσσών. Η σκιά του δυτικού κίονα πέφτει στην αυλή του σπιτιού ενώ αυτή του θριγκού επάνω στο σπίτι του έμπορα. Άρα το μνημείο βρισκόταν αριστερά του δρόμου ανεβαίνοντας από την Εγνατία προς την οδό Πτολεμαίων. Ο Στιούαρτ πρέπει να έκανε το σχέδιο του το μεσημεράκι. Κρίνοντας πάντα από τις σκιές καταλαβαίνουμε ότι ο Φωβέλ έκανε την απεικόνιση του 1782 πρωί προς μεσημέρι γιατί η σκιά του δυτικού κίονα στην αυλή σχηματίζει σχεδόν ορθή γωνία με αυτόν. Στην ακουαρέλα του ίδιου, του 1793, η σκιά του δυτικού κίονα πέφτει επάνω στο σπίτι του εμπόρου ενώ ο ήλιος φωτίζει αρκετά και την βόρεια πλευρά των πεσσών. Άρα σχεδίασε τις Μαγεμένες το απόγευμα μιας μεγάλης σε διάρκεια μέρας, δηλαδή τέλη άνοιξης ή αρχές καλοκαιριού.

Το σκεπτικό αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από την μοναδική φωτογραφία των Ειδώλων που υπάρχει πριν την αφαίρεση τους. Ο ζωγράφος συνοδός του Μιλέρ στο ταξίδι, ο Γκιγεμέ, έκανε περιστασιακά και τον φωτογράφο. Γνωρίζουμε από επιστολή του Μιλέρ στη γυναίκα του ( 28 Νοεμβρίου 1864: “Pour que vous puissiez vous rendre compte du monument que j’étais chargé d’emporter je vous envoie une photographie qui a été prise d’une maison voisine“) ότι ο Γκιγεμέ πριν την αποκαθήλωση του μνημείου τράβηξε μια φωτογραφία από παράθυρο του απέναντι σπιτιού την οποία ο Μιλέρ εσώκλεισε στο γράμμα.

Η ποιότητα του αντίτυπου της φωτογραφίας είναι δυστυχώς πολύ κακή αλλά επιβεβαιώνει τον προσανατολισμό της κιονοστοιχίας και την θέση της σε σχέση με τον ήλιο όπως είναι εύκολο να δούμε. Είναι πράγματι η πρώτη φορά που παρατηρούμε την κιονοστοιχία από την νότια πλευρά (όπως την χτυπούσε ο νοεμβριάτικος ήλιος την μέρα εκείνη). Παρατηρούμε στα αριστερά την αρπαγή του Γανυμήδη από τον Δία-αετό ενώ δίπλα είναι ο Διόσκουρος και λίγο πιο δεξιά η Αύρα. Η διάταξη αυτή ταιριάζει απόλυτα με την απεικόνιση της κιονοστοιχίας στην αυλή του Αρδίττη τόσο από τον Στιούαρτ όσο και από τον Φωβέλ. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτοί σχεδίασαν το μνημείο από την βόρεια πλευρά έχοντας από δεξιά προς τα αριστερά τη Λήδα, την Αριάδνη, τον Διόνυσο και την Μαινάδα. Η αυλή του Αρδίττη ήταν το μόνο σημείο από όπου ήταν δυνατόν να δει κανείς το μνημείο μαζί με τους κίονες. Αντίθετα από τη νότια πλευρά ο τοίχος της αυλής του Αρδίττη εμπόδιζε τη θέα των κιόνων έστω και αν φαίνονταν τα αγάλματα που βρίσκονταν αρκετά ψηλά.





Με βάση τις παραπάνω παρατηρήσεις η θέση του μνημείου πρέπει να βρισκόταν περίπου στη μπλε γραμμή μέσα στον κίτρινο κύκλο του παραπάνω σχεδίου. Η πιθανή θέση των σχεδιαστών Στιούαρτ και Φωβέλ δίδεται κατά προσέγγιση με την ροζ τελεία μέσα στον κίτρινο κύκλο. Ο φωτογράφος Γκιγεμέ αντίθετα πρέπει να βρισκόταν στο νότιο παράθυρο του απέναντι σπιτιού κοιτώντας προς Βορά.

Με το ίδιο σκεπτικό η πιθανή θέση του μνημείου βρίσκεται στον κόκκινο κύκλο επί της πλατείας της Αρχαίας Αγοράς (με τη προϋπόθεση ότι ο πολύ μικρότερος σημερινός ναός του Αγιου Νικολάου βρίσκεται στη θέση του παλαιότερου ναού που κάηκε το 1917). Η κατεύθυνση της κιονοστοιχίας ήταν σχεδόν κάθετη προς τον άξονα βορρά-νότου.






Τα Είδωλα ή Μαγεμένες ήταν το ωραιότερο δείγμα της αρχαίας ελληνικής τέχνης στη Θεσσαλονίκη, στη καρδιά της πόλης. Η επιστροφή τους στη πόλη που τις γέννησε είναι ο διακαής πόθος όλων. Σήμερα όμως η πόλη έχει τα ακριβή αντίγραφα χάρις στις ενέργειες της Δημοτικής Αρχής και της αξίζουν θερμά συγχαρητήρια. Θα ήταν κάτι το πραγματικά μαγικό αν η Πολιτεία, η Δημοτική αρχή και τα Επιμελητήρια της Θεσσαλονίκης ένωναν τώρα τις δυνάμεις τους έτσι ώστε να βρουν χορηγούς για την τοποθέτηση ενός πιστού αντιγράφου στη θέση που τα φύλαξε για σχεδόν 20 αιώνες.

Αλήθεια σήμερα μάγια γίνονται;

sivenas

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου