Ο Επίκουρος (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, εν ονόματι Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Θέλει ο θεός να αποτρέψει το κακό και δεν μπορεί;
Τότε δεν είναι παντοδύναμος…
Μπορεί, αλλά δεν το επιθυμεί;
Τότε είναι κακός..
Είναι και ικανός και το επιθυμεί;
Τότε από πού προέρχεται το κακό;
Μήπως είναι και ανίκανος και δεν το θέλει;
Τότε γιατί τον αποκαλούμε θεό;
Η θεωρία του στρέφονται σ έναν ηθικολογικό χαρακτήρα της φιλοσοφίας. Στόχος του ήταν η αναζήτηση των αιτιών της ανθρώπινης δυστυχίας και των εσφαλμένων δοξασιών που την προκαλούν, όπως π.χ. η δεισιδαιμονία, ώστε να υπάρξει η αντιπρόταση για την προοπτική μιας ευχάριστης ζωής (ΖΗΝ ΗΔΕΩΣ), που για την επίτευξή της ο Επίκουρος προσέφερε ξεκάθαρες φιλοσοφικές συμβουλές. Το ζην ηδέως, επιτυγχάνεται με την απουσία του πόνου και φόβου και με τη βίωση μιας ζωής αυτάρκους περιβαλλόμενης από φίλους.
Επίσης: Αρχή και ρίζα παντός αγαθού, η της γαστρός ηδονή.
Ο Επίκουρος δίδαξε ότι η ηδονή, ή ευχαρίστηση, όπως θα λέγαμε σήμερα, αλλά και ο πόνος, είναι το μέτρο για το τι πρέπει να προτιμούμε και τι να αποφεύγουμε.
Βασικές αρχές της διδασκαλίας του είναι οι εξής: – Με τον θάνατο έρχεται το τέλος όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής – Οι θεοί δεν επιβραβεύουν ή τιμωρούν τους ανθρώπους – Το σύμπαν είναι άπειρο και αιώνιο – τα γενόμενα στον κόσμο συμβαίνουν τελικά, με βάση τις κινήσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ατόμων που διακινούνται στο κενό χώρο.
Επίσης: «Άφοβον ο θεός, ανύποπτον ο θάνατος, το μεν αγαθόν εύκτητον, το δε δεινόν ευκαρτέρητον» (Τετραφάρμακος) του Επίκουρου.
{Επομένως οι πράξεις ή παραλείψεις μας, διέπουν ένα μέγιστο ποσοστό του μέλλοντός μας, το δε υπόλοιπο, οφείλεται στην Τύχη-Τυχαιότητα (ή Θεό για κάποιους) – Γοργίας}
Βίος Επίκουρου
Επίκουρος: Φιλόσοφος που γεννήθηκε στη Σάμο από πατέρα Αθηναίο (341-270 π.Χ.). Πέρασε τα εφηβικά του χρόνια στην Αθήνα και έπειτα επιδόθηκε σε ιδιωτική μελέτη στην Κολοφώνα επί δώδεκα χρόνια γι αυτό και έλεγε πως ήταν αυτοδίδακτος.
Το 310 π.Χ. ίδρυσε σχολή στη Μυτιλήνη, που αργότερα τη μετέφερε στη Λάμψακο και το 306 στην Αθήνα. Η σχολή του διατηρήθηκε μέχρι τα μέσα του 4ου αι. μ.Χ.. Οι μαθητές και οι οπαδοί του ονομάστηκαν επικούρειοι. Σπουδαιότεροι ήταν: Μητρόδωρος ο Λαμψακηνός, Λεοντέας ο Λαμψακηνός, Έρμαρχος ο Μυτιληναίος, Λουκρήτιος ο Ρωμαίος (98 – 53 π.Χ.).
Μόνιμη έδρα της σχολής του ήταν το σπίτι και ο κήπος του, που τα όρισε με διαθήκη για ιδιοκτησία της. Είχε τακτική αλληλογραφία με ομάδες φιλοσοφικές και άτομα.
Όσο ζούσε ήταν αγαπητός αρχηγός, γι αυτό και οι δοξασίες του πήραν δογματικό κύρος στους επόμενους αιώνες. Σ αυτό συντέλεσε το ότι ήταν γραμμένες σε σύντομα, περιληπτικά αποφθέγματα, που αποστηθίζονταν. Γύρω στο 150 π.Χ. η διδασκαλία του Ε. διαδόθηκε στη Ρώμη.
Εκείνος που κήρυξε με ενθουσιασμό τη διδασκαλία του ήταν ο ποιητής Λουκρήτιος με το ποίημα του «Περί της φύσης των πραγμάτων».
Ύστερα από τον πρόωρο θάνατο του ποιητή, ο Κικέρωνας δημοσίευσε το έργο του, που για τον κατοπινό κόσμο αποτελεί τη μόνη ολοκληρωμένη έκθεση του επικούρειου συστήματος και την κύρια πηγή για τη γνώση του.
Ο Επίκουρος θεωρούσε τη διδασκαλία του ως γιατρικό για την ψυχή. Ο σκοπός της γνώσης γι αυτόν δεν ήταν η ίδια γνώση «καθ εαυτήν», παρά ο πρακτικός κανονισμός της ζωής. Πίστευε πως μονάχα η αίσθηση είναι η πηγή των παραστάσεών μας, μονάχα το υλικό άτομο είναι το αρχικό πραγματικό.
Ο κόσμος παρουσιάζεται στον άνθρωπο ως μηχανισμός, που μέσα του βολεύεται ο ίδιος όσο μπορεί καλύτερα. Για το σκοπό αυτόν φαίνεται πως είναι αρκετά η εμπειρία και ο φυσικός νους.
Για κριτήριο της αλήθειας παίρνει από θεωρητική άποψη την αίσθηση, το συναίσθημα της ευαρέσκειας (ηδονής) και της δυσαρέσκειας (άλγος). Η αίσθηση γεννιέται από εικόνες (είδωλα), που απορρέουν από τα αντικείμενα και κατευθύνονται στα αισθητήρια όργανα.
Με τις επαναλαμβανόμενες εντυπώσεις από τα πράγματα γεννιέται στη μνήμη μας η εικόνα του αντικειμένου, η παράσταση, η πρόληψη (από το προ – λαμβάνω = παίρνω από πριν). Η αίσθηση είναι κάτι το ολοφάνερο, κάτι που είναι πάντα αληθινό. Δεν μπορούμε να αμφιβάλλουμε γι αυτή, χωρίς να κάνουμε αδύνατη μαζί με τη γνώση και την πράξη.
Οι έννοιες, οι παραστάσεις, επειδή αναφέρονται σε προγενέστερα αισθήματα, είναι και αυτές πάντα αληθινές.
Μόνον όταν πάμε πέρα από την καθαυτό αίσθηση, αν π.χ. σχηματίσουμε γνώμη (υπόληψη) από το γνωστό για το άγνωστο, δημιουργείται ζήτημα αν η γνώμη αυτή είναι σωστή ή όχι.
Για να είναι σωστή πρέπει, εάν σχετίζεται με κάτι μελλοντικό, να βεβαιωθεί από την πείρα. Αν πάλι αναφέρεται στα κρυφά αίτια των φαινομένων, να μην αναιρείται από την πείρα. Ο Επικουρος δεν ασχολήθηκε με τις μαθηματικές επιστήμες, έχοντας τη γνώμη ότι δε μας ωφελούν σε τίποτα.
Τη φυσική τη χρειαζόμαστε, γιατί η γνώση των φυσικών αιτίων μας γλιτώνει από το φόβο των θεών και του θανάτου.
Η άποψή του για τη φύση ορίζεται κατά κύριο λόγο από την επιθυμία του να αποκλείσει από τη λειτουργία του κόσμου κάθε επέμβαση υπερφυσικών αιτιών, γιατί αυτή θα αφαιρούσε όλη την ψυχική γαλήνη του ανθρώπου και θα τον κρατούσε σε αδιάλειπτο φόβο από αστάθμητες δυνάμεις. Αφού ο ίδιος δεν ασχολούνταν με τη φυσική, βρήκε πως ταίριαζε καλύτερα στο σκοπό του η ατομική φυσική του Δημόκριτου.
Μοναδική αρχή του κόσμου είναι η ύλη.
Η ψυχή και ο νους δεν είναι παρά εκδηλώσεις της (συμπτώματα).
Το Σύμπαν είναι άναρχο και δίχως τελικό σκοπό.
Οι θεοί ζουν μακάριοι στον υπερκόσμιο χώρο και δεν έχουν καμία ανάμειξη ούτε στη φυσική κίνηση ούτε στην ανθρώπινη ζωή.
Ο θάνατος υπάρχει, όταν δε θα υπάρχουμε. Όσο υπάρχουμε δεν υπάρχει.
Ηθική: Μέτρο (κανόνας) για την εκτίμηση των αγαθών και των κακών είναι τα συναισθήματά μας (πάθος). Το μόνο απόλυτο αγαθό είναι αυτό που επιδιώκουν όλα τα έμψυχα, η ηδονή, το μόνο απόλυτο κακό, αυτό που το αποφεύγουν όλα (τα έμψυχα), ο πόνος (το άλγος).
Ο Ε. θεωρεί την ηδονή τελικό σκοπό των πράξεών μας. Στη λέξη ηδονή δίνει τη σημασία της ευδαιμονίας για ολόκληρη τη ζωή. Κατά τη σχέση τους μ αυτήν πρέπει να κρίνουμε τις μερικές ηδονές, την καθεμία απόλαυση ή τον πόνο.
Η κύρια σημασία μιας ηδονής βρίσκεται στην ικανοποίηση μιας ανάγκης και στην απομάκρυνση μ αυτό τον τρόπο μιας δυσαρέσκειας.
Ο τελικός σκοπός δεν είναι η θετική ηδονή, παρά ο γλιτωμός από πόνους, δεν είναι η κίνηση του θυμικού (κατά κίνησιν ηδονή), παρά η γαλήνη του θυμικού (καταστηματική ηδονή).
Και επειδή ο ουσιαστικότερος τρόπος αυτός (της γαλήνης) βρίσκεται στην κατάσταση του θυμικού μας, ο Επίκουρος, μαζί με το Δημόκριτο, θεωρεί την πνευματική ηδονή και λύπη ασύγκριτα σπουδαιότερες από τις πραγματικές.
Πολύ άδικα το όνομά του είναι παροιμιακό για τη φιλήδονη ζωή. (οι χριστιανοί… για εξουδετέρωση του, ερμήνευσαν αντίθετα τα ρηθέντα του…..γιατί είναι καλύτερός τους!!! έτσι εξαφάνισαν και τα έργα του…!!! )
Όσοι τον γνώρισαν, εγκωμιάζουν την ολιγάρκεια, την πραότητα και την καλοσύνη του, γνωρίσματα που τα μαρτυρεί μια επιστολή του στο μαθητή του Ιδομενέα.
Έργα του: Από τα συγγράμματά του, που τα αποτελούσαν 300 κύλινδροι, διασώθηκαν λίγα αποσπάσματα, κυρίως οι τρεις διδακτικές του επιστολές στον Ηρόδοτο, στον Πυθοκλή και στο Μενοικέα (10ο βιβλίο του Λαέρτιου).
Στις επιστολές αυτές περιέχονται σύντομες περιλήψεις από την ηθική, τη φυσική και τη μετεωρολογία του Ε. Από το κύριο έργο του «Περί φύσης» (37 βιβλία), σώθηκαν πολύ λίγα αποσπάσματα.
Τη γνωσιοθεωρία του την είχε εκθέσει σ ένα βιβλίο του με τον τίτλο «Κανών».
Από τα άλλα πολυάριθμα συγγράμματά του, αναφέρουμε:
«Περί τέλους» (για το ανώτατο αγαθό),
«Περί αιρετών και φευκτών» (τι πρέπει να επιδιώκουμε και τι ν αποφεύγουμε),
«Περί βίων» (οι δρόμοι της ζωής) κ.ά.
«Οὐκ ἔστιν ἡδέως ζῆν ἄνευ τοῦ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως ἄνευ τοῦ ἡδέως· ὅτῳ δὲ τοῦτο μὴ ὑπάρχει͵ οὐκ ἔστι τοῦτον ἡδέως ζῆν».
«Δεν είναι δυνατό να ζει κανείς ευχάριστα, αν δεν ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, όπως και δεν μπορεί να ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, αν δεν ζει ευχάριστα». Επίκουρος, Κύριαι δόξαι εδ.5
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου